«Μέχρι σήμερα στην Τουρκία τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προσέφεραν διεξόδους από τη λογοκρισία. Τώρα ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν επεκτείνει τον ασφυκτικό του έλεγχο και στο διαδίκτυο», μεταδίδει η Duetsche Welle.
«Μέχρι σήμερα στην Τουρκία τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προσέφεραν διεξόδους από τη λογοκρισία. Τώρα ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν επεκτείνει τον ασφυκτικό του έλεγχο και στο διαδίκτυο», μεταδίδει η Duetsche Welle.
Στόχος του Τούρκου προέδρου είναι να σταματήσει την «παραπληροφόρηση» στο διαδίκτυο, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται. Η αντιπολίτευση κάνει λόγο για «κυνήγι μαγισσών». Γεγονός είναι ότι στη διάρκεια της σχεδόν εικοσαετούς θητείας του, oΕρντογάν προσπάθησε να θέσει υπό έλεγχο το σύνολο των Μέσων Ενημέρωσης . Η αντίδραση της αντιπολίτευσης, των ακτιβιστών, αλλά και πολλών καλλιτεχνών ήταν να καταφύγουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ψηφιακές πλατφόρμες όπως το Twitter, το Facebook ή το YouTube προσέφεραν μία διέξοδο σε ακτιβιστές που ήθελαν να ασκήσουν κριτική, σε αντιπολιτευόμενους που ήθελαν να συσπειρώσουν τους οπαδούς τους, σε μικρότερους πολιτικούς σχηματισμούς που ήθελαν να εξηγήσουν το πρόγραμμά τους.
Όμως η κυβέρνηση Ερντογάν δεν διστάζει να επεκτείνει την επιρροή της και στο διαδίκτυο. Ο σχολαστικός έλεγχος του περιεχομένου έχει ήδη αρχίσει εδώ και χρόνια, τώρα ακολουθεί το επόμενο χτύπημα. Η τουρκική κυβέρνηση και το γραφείο επικοινωνίας του προεδρικού μεγάρου, από κοινού με τον κρατικό φορέα λογοκρισίας RTÜK, σχεδιάζουν έναν νέο «κανονισμό για την καταπολέμηση των ψευδών ειδήσεων, της παραπληροφόρησης, της πρόκλησης και της αυτοδικίας». Παραβάσεις της νέας νομοθεσίας θα επιφέρουν πρόστιμο ή ακόμη και ποινή φυλάκισης. Κυβερνητικές πηγές δηλώνουν ότι το νομοσχέδιο βρίσκεται υπό επεξεργασία.
Στόχος η «κοινωνική ειρήνη»;
Ο επικεφαλής της Κ.Ο. του κυβερνώντος ισλαμιστικού κόμματος AKP Νατζί Μποστάντζι ισχυρίζεται ότι το νομοσχέδιο αποτελεί απάντηση στις «διαμαρτυρίες από όλα τα κοινωνικά στρώματα» σχετικά με το επίπεδο της δημόσιας συζήτησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης». Όπως υποστηρίζει «πολλοί άνθρωποι, αλλά και θεσμικά όργανα, στοχοποιούνται μέσω πλαστών λογαριασμών ή παραπλανητικών στοιχείων ταυτότητας. Επιπλέον, η γλώσσα που χρησιμοποιείται υπονομεύει την ειρηνική συμβίωση και την κοινωνική ειρήνη. Γι αυτό θέλουμε να θεσπίσουμε μία νομοθεσία με κριτήρια σεβασμού στη δημοκρατία, την ελευθερία και το δίκαιο».
Από την πλευρά της η αντιπολίτευση θεωρεί ότι στόχος του νέου κανονισμού είναι η ίδια και όχι η αποκατάσταση της κοινωνικής ειρήνης. Όπως τονίζουν πολυάριθμα στελέχη της, ο εν λόγω κανονισμός θα προκαλέσει κατά πάσα πιθανότητα νέο κύμα συλλήψεων, ενώ παράλληλα η λογοκρισία θα εξαπλώνεται στο διαδίκτυο και στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Μιλώντας στην DW ο Νατζί Μποστάντζι αντιτείνει ότι «ουδέποτε θέλαμε να περιορίσουμε την ελευθερία της επικοινωνίας» και ότι «επιδιώκουμε να βρούμε μία συμβιβαστική λύση, με όλα τα σημαντικά πολιτικά κόμματα, ώστε να περιορίσουμε την παραπληροφόρηση».
Ύποπτος παραπληροφόρησης ο ...Ερντογάν
Ο Μουσταφά Αντιγκιουζέλ, υπεύθυνος επικοινωνίας στο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP), το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης στην Τουρκία, θεωρεί προσχηματικά τα επιχειρήματα. «Λένε συνέχεια ότι το παιδί σου, ο σύζυγός σου μπορεί να κινδυνεύσει από μία λανθασμένη πληροφορία, αλλά διεκδικούν οι ίδιοι για τον εαυτό τους το δικαίωμα να ορίζουν ποια πληροφορία είναι λανθασμένη και ποια όχι. Άμεσα θα ξεκινήσει ένα κυνήγι μαγισσών». Συν τοις άλλοις, τονίζει ο Αντιγκιουζέλ, πολλές φορές τα ίδια τα λόγια του προέδρου Ερντογάν συνιστούν σκέτη παραπληροφόρηση. Και διερωτάται: «Θα εμποδίζουν άραγε και τις δικές του δηλώσεις;»
Ήδη πάντως από τον περασμένο Οκτώβριο η κυβέρνηση Ερντογάν έχει εντείνει τον έλεγχό της στο διαδίκτυο ,αλλάζοντας τη σχετική νομοθεσία και υποχρεώνοντας τις ψηφιακές πλατφόρμες με περισσότερους από ένα εκατομμύριο χρήστες να ανοίξουν υποκατάστημα στην Τουρκία. Σε περίπτωση που το Twitter ή άλλες πλατφόρμες δεν συμμορφωθούν με αυτή την υποχρέωση, η τουρκική κυβέρνηση απειλεί να μειώσει τη συνολική παρουσία τους κατά 95%. Επιπλέον στο μέλλον ένα «διαμφισβητούμενο περιεχόμενο» θα μπορεί να τιμωρηθεί με πρόστιμο έως δέκα εκατομμυρίων λιρών.