Οι Ταλιμπάν επέκτειναν χθες Κυριακή τα εδάφη που κατέχουν στο βόρειο τμήμα του Αφγανιστάν: κατέλαβαν τρεις ακόμη επαρχιακές πρωτεύουσες, συμπεριλαμβανομένης της μεγαλούπολης Κουντούζ, συνεχίζοντας την ολομέτωπη επίθεσή τους που ο αφγανικός στρατός μοιάζει να αδυνατεί να ανακόψει.
Οι Ταλιμπάν επέκτειναν χθες Κυριακή τα εδάφη που κατέχουν στο βόρειο τμήμα του Αφγανιστάν: κατέλαβαν τρεις ακόμη επαρχιακές πρωτεύουσες, συμπεριλαμβανομένης της μεγαλούπολης Κουντούζ, συνεχίζοντας την ολομέτωπη επίθεσή τους που ο αφγανικός στρατός μοιάζει να αδυνατεί να ανακόψει.
Μέσα σε μερικές ώρες, οι ισλαμιστές αντάρτες κατέλαβαν έπειτα από σφοδρές μάχες την Κουντούζ, που είχαν περικυκλώσει εδώ και μερικές εβδομάδες· την Σαρ-ι-Πουλ· και, στο τέλος της ημέρας, την Ταλοκάν. Οι δύο τελευταίες είναι οι πρωτεύουσες των επαρχιών που βρίσκονται νότια και ανατολικά της Κουντούζ.
Κατέχουν πλέον πέντε από τις πρωτεύουσες των 34 επαρχιών του Αφγανιστάν.
Σύμφωνα με τον Ζαμπιουλά Χαμίντι, κάτοικο της Ταλοκάν, της πρωτεύουσας της επαρχίας Ταχάρ, με τον οποίο επικοινώνησε το Γαλλικό Πρακτορείο, οι αντάρτες επιτέθηκαν το πρωί και μπόρεσαν να καταλάβουν την πόλη «χωρίς πολλές μάχες», καθώς αξιωματούχοι και οι δυνάμεις ασφαλείας τράπηκαν σε φυγή.
«Οι Ταλιμπάν είναι παντού μέσα στην πόλη, με τα φορτηγάκια τους και με τα Χάμβι τους. Ορισμένοι πυροβολούν στον αέρα για να πανηγυρίσουν (τη νίκη τους)», αφηγήθηκε. «Φοβόμαστε, δεν τολμάμε ακόμη να βγούμε από τα σπίτια μας». Αξιωματικός των δυνάμεων ασφαλείας επιβεβαίωσε ότι οι κυβερνητικές δυνάμεις και τοπικοί αξιωματούχοι έφυγαν με προορισμό κοντινή περιοχή.
«Η κυβέρνηση δεν έστειλε ενισχύσεις και αποσυρθήκαμε από την πόλη», είπε. Ο Ζαμπιουλά Μουτζάχιντ, εκπρόσωπος των Ταλιμπάν, επιβεβαίωσε την κατάληψη της Ταλοκάν, διαβεβαιώνοντας ότι «η ασφάλεια αποκαταστάθηκε» στην πόλη, όπως και στην Κουντούζ και στη Σαρ-ι-Πουλ, που καταλήφθηκαν από τους αντάρτες χθες το πρωί.
Οι Ταλιμπάν τοποθέτησαν μαχητές «σε όλα τα κτίρια-κλειδιά της πόλης», διαπίστωσε ανταποκριτής του Γαλλικού Πρακτορείου στην Κουντούζ. Η πόλη των περίπου 300.000 κατοίκων, που είχε πέσει στα χέρια των ισλαμιστών δύο φορές τα τελευταία χρόνια, το 2015 και το 2016, αποτελεί σταυροδρόμι στρατηγικής σημασίας στο βόρειο τμήμα του Αφγανιστάν, ανάμεσα στην Καμπούλ και το Τατζικιστάν.
Η κατάληψη της Κουντούζ χαρακτηρίζεται η πρώτη μείζων στρατιωτική επιτυχία των Ταλιμπάν αφότου εξαπέλυσαν τον Μάιο την γενικευμένη έφοδό τους. Εκμεταλλεύθηκαν την έναρξη της αποχώρησης των ξένων στρατευμάτων, που αναμένεται να έχει αποπερατωθεί ως την 31η Αυγούστου.
Αφού κατέλαβαν συναντώντας ασθενική αντίσταση αχανείς εκτάσεις στις επαρχίες, στράφηκαν εδώ και μερικές ημέρες εναντίον μεγάλων αστικών κέντρων, περικυκλώνοντας επαρχιακές πρωτεύουσες. «Επικρατεί απόλυτο χάος», είπε τηλεφωνικά στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Άμπντουλ Αζίζ, κάτοικος του κέντρου της Κουντούζ.
Νευραλγικός άξονας
Στα τέλη Ιουνίου οι Ταλιμπάν κατέλαβαν το συνοριακό φυλάκιο Σιρ Χαν Μπαντάρ, στη μεθόριο Αφγανιστάν-Τατζικιστάν, πάνω σε έναν νευραλγικό άξονα για τις οικονομικές σχέσεις με την κεντρική Ασία.
Το υπουργείο Άμυνας διαβεβαίωσε ότι κυβερνητικές δυνάμεις προσπαθούν να ανακτήσουν τομείς-κλειδιά της Κουντούζ. Ειδικές Δυνάμεις «διεξάγουν εκκαθαριστική επιχείρηση. Ορισμένα κτίρια, όπως αυτό της εθνικής ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης, απελευθερώθηκαν», διαβεβαίωσε.
«Η κατάληψη της Κουντούζ είναι αληθινά σημαντική, διότι θα επιτρέψει μεγάλος αριθμός μαχητών των Ταλιμπάν να κινηθούν προς άλλες περιοχές στον βορρά» του Αφγανιστάν, σημείωσε ο Ιμπραχίμ Θούριαλ Μπάις, της μη κυβερνητικής οργάνωσης International Crisis Group (ICG).
Μετά την Κουντούζ, στα χέρια των ανταρτών έπεσε και η Σαρ-ι-Πουλ. Είχαν ήδη καταλάβει το Σάββατο, βορειότερα, τη Σεμπεργάν, προπύργιο του διαβόητου πολέμαρχου Άμπντουλ Ρασίντ Ντόστουμ.
Η Παρουίνα Αζίμι, υπερασπίστρια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ανέφερε τηλεφωνικά ότι τα μέλη της δημόσιας διοίκησης και οι στρατιωτικοί αποσύρθηκαν σε στρατόπεδα περίπου τρία χιλιόμετρα από τη Σαρ-ι-Πουλ.
Ο Μιρουάις Στανικζάι, εκπρόσωπος του υπουργείου Εσωτερικών, ανέφερε από την πλευρά του ότι στάλθηκαν ενισχύσεις, συμπεριλαμβανομένων μελών των Ειδικών Δυνάμεων, στη Σαρ-ι-Πουλ και στη Σεμπεργάν.
«Οι πόλεις που θέλουν να κυριεύσουν οι Ταλιμπάν σύντομα θα γίνουν οι τάφοι τους», είπε.
Ταχεία προέλαση
Η ανικανότητα των αρχών στην Καμπούλ να διατηρήσουν τον έλεγχο του βόρειου Αφγανιστάν ίσως αποδειχθεί κρίσιμη για τις πιθανότητες επιβίωσης της κυβέρνησης. Το βόρειο Αφγανιστάν ήταν άλλωστε η περιοχή όπου οι Ταλιμπάν συνάντησαν την πιο σθεναρή αντίσταση όταν είχαν καταλάβει την εξουσία στη χώρα, τη δεκαετία του 1990.
Ο Ράιαν Κρόκερ, ο πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Καμπούλ, εκτίμησε ότι είναι πιθανότερος ένας παρατεταμένος εμφύλιος, παρά η ταχεία κατάληψη της χώρας από τους Ταλιμπάν.
«Κάνουν αυτό που κάνουν εν μέρει για να δημιουργήσουν κλίμα φόβου, πανικού», έκρινε μιλώντας στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο ABC. Οι Ταλιμπάν κυβέρνησαν τη χώρα από το 1996 μέχρι το 2001, επιβάλλοντας τη δική τους, φονταμενταλιστική εκδοχή του ισλαμικού νόμου, προτού ανατραπούν με την εισβολή διεθνούς στρατιωτικού συνασπισμού υπό την ηγεσία των ΗΠΑ.
Την Παρασκευή, οι ισλαμιστές κατέλαβαν επίσης την πόλη Ζαράνζ, πρωτεύουσα της επαρχίας Νιμρόζ (νότια), στα σύνορα με το Ιράν. Η Κανταχάρ (νότια) και η Χεράτ (δυτικά), η δεύτερη και η τρίτη μεγαλύτερη πόλη του Αφγανιστάν αντίστοιχα, δέχονται επίσης επιθέσεις εδώ και αρκετές ημέρες, όπως και η Λασκάρ Γκα (νότια), πρωτεύουσα της επαρχίας Χελμάντ, προπυργίου των Ταλιμπάν.
Η ταχύτητα της προέλασης των ισλαμιστών μαχητών κατέλαβε εξαπίνης παρατηρητές αλλά και τις αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας, καθώς σημειώνεται παρά την υποστήριξη της αμερικανικής Πολεμικής Αεροπορίας.
Οι ΗΠΑ πολλαπλασίασαν τα αεροπορικά πλήγματα, παραδέχεται η Νικόλ Φεράρα, εκπρόσωπος του μεικτού διοικητηρίου του αμερικανικού στρατού που είναι αρμόδιο για το Αφγανιστάν, της Κεντρικής Διοίκησης (USCENTCOM). Το Σάββατο δήλωνε πως «οι αμερικανικές δυνάμεις προχώρησαν τις τελευταίες ημέρες σε αρκετά αεροπορικά πλήγματα για να υπερασπιστούν τους αφγανούς εταίρους μας».
Οι μάχες και οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί ανάγκασαν εκατοντάδες χιλιάδες Αφγανούς να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP