O μετεωρίτης που θεωρείται ότι προκάλεσε την εξαφάνιση των δεινοσαύρων και άλλων μορφών ζωής στον πλανήτη μας πριν από 66 εκατομμύρια χρόνια πιθανότατα προήλθε από το εξώτερο ήμισυ της κύριας ζώνης αστεροειδών, σύμφωνα με έρευνα επιστημόνων του Southwest Research Institute.
O μετεωρίτης που θεωρείται ότι προκάλεσε την εξαφάνιση των δεινοσαύρων και άλλων μορφών ζωής στον πλανήτη μας πριν από 66 εκατομμύρια χρόνια πιθανότατα προήλθε από το εξώτερο ήμισυ της κύριας ζώνης αστεροειδών, σύμφωνα με έρευνα επιστημόνων του Southwest Research Institute.
H έρευνα έδειξε πως οι διαδικασίες με τις οποίες με τις οποίες μεγάλοι αστεροειδείς φτάνουν στη Γη από την περιοχή λαμβάνουν χώρα τουλάχιστον 10 φορές συχνότερα από ό,τι πιστευόταν στο παρελθόν, και πως η σύνθεση αυτών των σωμάτων αντιστοιχεί σε αυτά που ξέρουμε για τον αστεροειδή που έφερε το τέλος των δεινοσαύρων.
Η ομάδα του SwRI συνδύασε μοντέλα υπολογιστή πάνω στην εξέλιξη των αστεροειδών, με παρατηρήσεις γνωστών αστεροειδών για τη διερεύνηση της συχνότητας περιστατικών σαν το συγκεκριμένο (Chicxulub). Πριν από 66 εκατομμύρια χρόνια, ένα σώμα πλάτους που υπολογίζεται στα 6 μίλια (9,6 χλμ) έπεσε στη σημερινή χερσόνησο Γιουκατάν στο Μεξικό, σχηματίζοντας τον εν λόγω κρατήρα (Chicxulub), πλάτους 144 χλμ. Το περιστατικό αυτό προκάλεσε ένα συμβάν μαζικής εξάλειψης ειδών, που έδωσε τέλος στην εποχή των δεινοσαύρων. Τις τελευταίες δεκαετίες έχουν γίνει πολλά γνωστά για το συμβάν του Chicxulub, μα έχουν δημιουργηθεί και πολλά νέα ερωτήματα.
«Δύο κρίσιμα που παραμένουν αναπάντητα είναι: Ποια ήταν η πηγή του αντικειμένου; Και πόσο συχνά γίνονταν τέτοια συμβάντα στη Γη στο παρελθόν;» είπε ένας εκ των ερευνητών, ο Γουίλιαμ Μπότκε.
Οι ερευνητές εξέτασαν δείγματα ηλικίας 66 εκατ. ετών που βρέθηκαν στο έδαφος και μέσα σε πυρήνες γεωτρήσεων. Όπως προκύπτει, το αντικείμενο ήταν παρόμοιο με μια συγκεκριμένη κατηγορία μετεωριτών (carbonaceous chondrite) που περιλαμβάνει κάποια από τα πιο ανέγγιχτα υλικά στο ηλιακό σύστημα. Σημειώνεται πως, αν και είναι συχνοί μεταξύ των αντικειμένων που προσεγγίζουν τη Γη, δεν υπάρχει σήμερα κάποιο μεγέθους που να μπορεί να προκαλέσει τέτοιο συμβάν.
Σε αυτό το πλαίσιο οι ερευνητές αναζήτησαν μέσω προσομοιώσεων περιστατικά με διασπάσεις μεγάλων αστεροειδών και κομητών στο εσώτερο ηλιακό σύστημα, αλλά και πάλι χωρίς ικανοποιητικά αποτελέσματα. Συνεχίζοντας, χρησιμοποίησαν μοντέλα υπολογιστή για να δουν πώς διαφεύγουν αντικείμενα από την κύρια ζώνη αστεροειδών, που βρίσκεται μεταξύ Άρη και Δία. Με το πέρασμα των χρόνων, θερμικές δυνάμεις επιτρέπουν σε αυτά τα αντικείμενα να μπαίνουν σε τροχές διαφυγής, όπου οι βαρυτικές επιδράσεις των πλανητών μπορούν να τα φέρουν σε τροχιές κοντά στη Γη.
Χρησιμοποιώντας τον υπερυπολογιστή Pleiades της NASA, η ομάδα διερεύνησε 13.000 μοντέλα αστεροειδών που ακολουθούσαν αυτή την πορεία για εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια, με έμφαση σε αντικείμενα στο εξώτερη ήμισυ της ζώνης αστεροειδών- αυτά που είναι μακρύτερα από τον ήλιο. Όπως διαπιστώθηκε, αστεροειδείς πλάτους 6 μιλίων από αυτή την περιοχή πλήττουν τη Γη τουλάχιστον 10 φορές συχνότερα από ό,τι υπολογιζόταν ως τώρα. Ειδικότερα, διαπιστώθηκε πως τέτοιοι αστεροειδείς πέφτουν στη Γη μία φορά κάθε 250 εκατ. χρόνια κατά μέσο όρο- ένα χρονικό πλαίσιο που συνάδει με τη δημιουργία του κρατήρα πριν 66 εκατ. χρόνια. Επιπρόσθετα, σχεδόν οι μισές από αυτές τις πτώσεις ήταν από αστεροειδείς που φαίνονται να ταιριάζουν στα δεδομένα του αντικειμένου του κρατήρα του Chicxulub.