Ενισχύθηκαν από την πανδημία οι εξαγωγές τυποποιημένου ελαιόλαδου αγγίζοντας το μεγαλύτερο ποσοστό των τελευταίων 18 ετών, στους 52.735 τόνους. Παρά το ρεκόρ των εξαγωγών στο τυποποιημένο ελαιόλαδο, οι ποσότητες που εξακολουθούν να διατίθενται χύμα προς την Ιταλία και την Ισπανία είναι σχεδόν διπλάσιες, στις 122 χιλιάδες τόνους.
Ενισχύθηκαν από την πανδημία οι εξαγωγές τυποποιημένου ελαιόλαδου αγγίζοντας το μεγαλύτερο ποσοστό των τελευταίων 18 ετών, στους 52.735 τόνους. Παρά το ρεκόρ των εξαγωγών στο τυποποιημένο ελαιόλαδο, οι ποσότητες που εξακολουθούν να διατίθενται χύμα προς την Ιταλία και την Ισπανία είναι σχεδόν διπλάσιες, στις 122 χιλιάδες τόνους. Επί της ουσίας σχεδόν το 80% των εξαγωγών ελληνικού ελαιόλαδου «ταξιδεύει» στις διεθνείς αγορές χύμα, με αποτέλεσμα η υπεραξία του να χάνεται στον τενεκέ.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χθες ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποίησης Ελαιολάδου (ΣΕΒΙΤΕΛ), το 2020 οι ποσότητες εξαγωγών τυποποιημένου ελαιόλαδου αυξήθηκαν κατά 12,9% σε σχέση με το 2019. Φέρεται ότι η εξάπλωση της πανδημίας πριμοδότησε τα ελαιόλαδα στα διεθνείς ράφια, καθώς τόσο η κατ’ οίκον κατανάλωση όσο και η στροφή σε πιο υγιεινή διατροφή ενίσχυσαν σημαντικά τη δυναμική της κατηγορίας.
Πιο συγκεκριμένα, πέρυσι οι εξαγωγές του τυποποιημένου ελληνικού ελαιόλαδου προς χώρες της Ε.Ε ανήλθαν σε 31.655 τόνους, αυξημένες κατά 17,7% σε σχέση με το 2019, όταν διαμορφώθηκαν σε 26.872 τόνους.
Ανοδικά, με ηπιότερο ωστόσο ρυθμό, ενισχύθηκαν και οι εξαγωγές τυποποιημένου ελληνικού ελαιόλαδου προς Τρίτες Χώρες, οι οποίες από 19.807 τόνους το 2019 έφτασαν σε 21.080 τόνους πέρυσι, σημειώνοντας αύξηση 6,4%.
Οι περσινές αποδόσεις αποτελούν ρεκόρ, αν συνυπολογιστεί ότι αφορούν την υψηλότερη επίδοση από το 2002, όταν οι εξαγωγές διαμορφώθηκαν σε 14.851 τόνους. Σε βάθος δεκαετίας από το 2010 έως 2020 η αύξηση στις εξαχθείσες ποσότητες αγγίζει το 88,6%.
Εκτοξεύτηκε η χύμα διάθεση
Σημαντική παράμετρος που πρέπει να προσμετρηθεί κατά την ανάλυση της πορείας που καταγράφει το ελληνικό ελαιόλαδο στα διεθνή ράφια είναι η ανοδική πορεία που διατηρεί η χύμα διάθεση προς τις αγορές της Ισπανίας και της Ιταλίας, η οποία κατά την περσινή χρονιά εκτοξεύτηκε ξανά στους 122 χιλ. τόνους από 58 χιλ. τόνους το 2019, καταγράφοντας ρυθμό ανάπτυξης 110%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ειδικά το 2019 οι εξαγωγές προς την Ιταλία και την Ισπανία ήταν ιδιαίτερα υποτονικές καθώς διαχρονικά προσεγγίζουν ή ξεπερνούν τους 100 χιλ. τόνους χύμα ελαιόλαδου. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το 2018 ανήλθαν σε 118 χιλ. τόνους, ενώ το 2015 σε 133 χιλιάδες τόνους.
Η δυναμική της εγχώριας παραγωγής σε μέσα επίπεδα κυμαίνεται σε 240-250 χιλιάδες τόνους. Πρόκειται για την τρίτη μεγαλύτερη παραγωγή επί ευρωπαϊκού εδάφους και με ιδιαίτερα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ποιότητας με αιχμή το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, ωστόσο τα ποσοστά τυποποίησης είναι εντυπωσιακά περιορισμένα.
Σε ό,τι αφορά την εγχώρια κατανάλωση, μολονότι οι Έλληνες «πίνουν» πάρα πολύ ελαιόλαδο, η επικρατούσα τάση παραμένει η χύμα κατανάλωση. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αγοράς από περίπου 110-120 χιλιάδες τόνους εγχώριας κατανάλωσης τα τυποποιημένα σήματα δεν ξεπερνούν τις 25 χιλ. τόνους.
Σε όρους μεταποίησης αξίζει να σημειωθεί ότι στη χώρα τα τελευταία χρόνια εμφανίζονται περί τις 750 άδειες τυποποίησης, ωστόσο, σύμφωνα με παράγοντες που παρακολουθούν την αγορά ελαιόλαδου, είναι ζήτημα εάν οι 200 είναι ενεργές.
Οι εξαγωγές ελαιολάδου στην Ε.Ε. (σε κιλά) | ||||
2017 | 2018 | 2019 | 2020 | |
Σύνολο εξαγωγών προς χώρες της Ε.Ε. | 95.405.000 | 143.906.000 | 84.824.000 | 153.444.000 |
Εξαγωγές προς Ιταλία και Ισπανία | 72.266.000 | 118.149.000 | 57.952.000 | 121.789.000 |
Εξαγωγές προς λοιπές χώρες Ε.Ε. | 23.139.000 | 25.757.000 | 26.872.000 | 31.655.000 |