Το δέλτα στέλεχος (Β.1.617.2) του νέου ιού SARS-CoV-2, έχει επεκταθεί σε όλη την υφήλιο, αποτελώντας ένα νέο στοίχημα στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Προκειμένου να προσδιοριστεί η ανοσία που επάγουν τα διαθέσιμα εγκεκριμένα εμβόλια των εταιρειών Pfizer και AstraZeneca, διενεργήθηκε μία κλινική μελέτη για να ελεγχθεί η αποτελεσματικότητα τους έναντι στο στέλεχος δέλτα και στο στέλεχος άλφα, που είναι επικρατές την τρέχουσα περίοδο.
Το δέλτα στέλεχος (Β.1.617.2) του νέου ιού SARS-CoV-2, έχει επεκταθεί σε όλη την υφήλιο, αποτελώντας ένα νέο στοίχημα στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Προκειμένου να προσδιοριστεί η ανοσία που επάγουν τα διαθέσιμα εγκεκριμένα εμβόλια των εταιρειών Pfizer και AstraZeneca, διενεργήθηκε μία κλινική μελέτη για να ελεγχθεί η αποτελεσματικότητα τους έναντι στο στέλεχος δέλτα και στο στέλεχος άλφα, που είναι επικρατές την τρέχουσα περίοδο.
Οι Ιατροί της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Αθηνών, Θεοδώρα Ψαλτοπούλου, Πάνος Μαλανδράκης, Γιάννης Ντάνασης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνοψίζουν τα δεδομένα αυτά όπως δημοσιεύτηκαν στο διεθνές περιοδικό New England Journal of Medicine.
Συμπερασματικά, η αποτελεσματικότητα των εμβολίων μετά από δύο δόσεις και την ολοκλήρωση του εμβολιασμού είναι μεγάλη ενάντια στη συμπτωματική νόσο COVID-19, ακόμα και με το νέο πιο μολυσματικό στέλεχος δέλτα.
Βέβαια αξίζει να σημειωθεί ότι είναι ελαφρώς μικρότερη η αποτελεσματικότητα τους για το στέλεχος δέλτα σε σχέση με το άλφα στέλεχος. Αυτό καταδεικνύει την άμεση ανάγκη για την ολοκλήρωση του εμβολιασμού όλου του πληθυσμού, ιδίως των ευπαθών ομάδων, όσο το στέλεχος δέλτα εξαπλώνεται και αναμένεται να είναι το επικρατόν τον επόμενο καιρό.