Δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα σχημάτισε η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας σε βάρος 30 ατόμων, που κατηγορούνται ότι προχωρούσαν στη σύναψη συμβολαιογραφικών πράξεων εικονικών συμφώνων συμβίωσης και αναγνωρίσεων παιδιών, μεταξύ αλλοδαπών και Ελλήνων.
Δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα σχημάτισε η Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας σε βάρος 30 ατόμων, που κατηγορούνται ότι προχωρούσαν στη σύναψη συμβολαιογραφικών πράξεων εικονικών συμφώνων συμβίωσης και αναγνωρίσεων παιδιών, μεταξύ αλλοδαπών και Ελλήνων.
Στη δικογραφία περιλαμβάνονται 12 δικηγόροι, 12 συμβολαιογράφοι, 4 αστυνομικοί και 2 υπάλληλοι Κέντρου Εξυπηρέτησης Πολιτών, που κατηγορούνται για τα κατά περίπτωση αδικήματα της εγκληματικής οργάνωσης, πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ' εξακολούθηση, υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, καθώς και για άμεση συνέργεια σε ψευδή βεβαίωση κατ' εξακολούθηση με σκοπό παράνομο οικονομικό όφελος το οποίο υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ.
Σύμφωνα με τις Εσωτερικές Υποθέσεις, από το 2016 έως τουλάχιστον και το 2019, η σπείρα, με βασικά μέλη ένα δικηγόρο και δύο συμβολαιογράφους, προέβαινε στη σύναψη εικονικών συμβολαιογραφικών πράξεων συμφώνων συμβίωσης και αναγνώρισης τέκνων, με σκοπό την παράνομη έκδοση βεβαίωσης κατάθεσης αίτησης για έκδοση άδειας διαμονής (μπλε βεβαίωση). Με τον τρόπο αυτό αλλοδαποί, που υπό κανονικές συνθήκες δεν πληρούσαν τις νόμιμες προϋποθέσεις, αποκτούσαν τα δικαιώματα που παρέχονται και στην άδεια διαμονής. Ενδεικτικά, μεταξύ αυτών, ήταν το δικαίωμα απόκτησης ΑΜΚΑ και ΑΦΜ, καθώς και η δυνατότητα ταξιδιού στη χώρα καταγωγής τους.
Το εγκληματικό δίκτυο για να πετύχει τον σκοπό του, εντόπιζε αλλοδαπούς που διέμεναν παράνομα στην Ελλάδα, μέσω δικτύου συνεργατών ενώ τα μέλη του λάμβαναν οικονομικά ανταλλάγματα έως και 6.000 ευρώ, ανάλογα με την περίπτωση.
Οσον αφορά τη συμμετοχή αστυνομικών και υπαλλήλων Κ.Ε.Π. στο κύκλωμα, προσδιορίζεται στη βεβαίωση γνησίων υπογραφής σε υπεύθυνες δηλώσεις - εξουσιοδοτήσεις.
Η δικογραφία που σχηματίστηκε υποβλήθηκε στον αρμόδιο εισαγγελέα και παραπέμφθηκε στον ανακριτή Διαφθοράς για κύρια ανάκριση.