Κόσμος
Τετάρτη, 18 Απριλίου 2007 18:54

Γιλμάζ: Δοκιμασία για τη συνοχή της χώρας τυχόν εκλογή Ερντογάν

«Ο φόβος των Τούρκων μπροστά στη δημιουργία ενός θρησκευτικού κράτους μπορεί να συγκριθεί με την ευαισθησία των Γερμανών έναντι του εθνικοσοσιαλισμού. Το λαϊκό κράτος συνιστά αναπόσπαστο μέρος του τουρκικού συντάγματος. Αυτό σημαίνει ότι είναι μία αδιαπραγμάτευτη αρχή που δεν μπορεί να αλλάξει. Η δυσπιστία μεγάλου μέρους του τουρκικού πληθυσμού δείχνει, ότι δεν εμπιστεύονται τον Ερντογάν και το κόμμα του στην υλοποίηση αυτής της βασικής αρχής, κυρίως όταν το κόμμα του, όχι μόνο έχει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, αλλά και όταν προσπαθεί να θέσει υπό τον έλεγχό του και το προεδρικό μέγαρο», δήλωσε ο πρώην πρωθυπουργός της Τουρκίας Μεσούτ Γιλμάζ, στη γερμανική ραδιοφωνία.

Ο Μεσούτ Γιλμάζ εκτιμά ότι η διαμάχη ανάμεσα στους οπαδούς του κοσμικού κράτους και τους υπέρμαχους του θρησκευτικού μπορεί να λάβει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις σε περίπτωση εκλογής του Ταγίπ Ερντογάν στον προεδρικό θώκο. «Γεγονός», σύμφωνα με τον κ. Γιλμάζ, «που θα συνιστούσε δοκιμασία για την ενότητα της Τουρκίας και θα εγκυμονούσε κινδύνους για τη δημοκρατία».

«Από καθαρά νομική άποψη, η επιρροή του στρατού είναι περιορισμένη και συχνά υπερεκτιμάται στο εξωτερικό. Το εθνικό συμβούλιο ασφαλείας, στο οποίο μετέχουν και στρατιωτικοί, έχει συμβουλευτικό χαρακτήρα. Ακόμη και εδώ όμως, είναι η μειοψηφία. Ο στρατός δεν μπορεί να παρέμβει στην τρέχουσα πολιτική, αλλά ούτε και να επηρεάσει αποφάσεις δικαστηρίων. Η ισχύς του στρατού περιορίζεται στην παρουσία του στα ΜΜΕ. Ο στρατός είναι προσηλωμένος στις αρχές του κοσμικού κράτους, αλλά δεν υπάρχει ένα νομικό πλαίσιο που να προβλέπει στρατιωτική παρέμβαση για την υπεράσπισή του».

«Ωστόσο είναι κοινό μυστικό», παραδέχεται ο πρώην πρωθυπουργός, «ότι η επιρροή του στρατού είναι στην πραγματικότητα μεγαλύτερη».

Ο ίδιος συμφωνεί πάντως με την κριτική που ασκεί ο Ταγίπ Ερντογάν στους Ευρωπαίους, αναφορικά με την πορεία των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. «Τα λάθη όμως έγιναν παλαιότερα», λέει: «Ο κ. Ερντογάν δεν έπρεπε να δεχθεί την απόφαση ότι κάθε κεφάλαιο πρέπει να κλείνει με τη σύμφωνη γνώμη και των 27 πρωθυπουργών. Το ίδιο ισχύει και για το πρόβλημα με την Κύπρο η επίλυση του οποίου μετατίθεται συνεχώς. Ολα αυτά τα ζητήματα ευθύνονται σήμερα για τις καθυστερήσεις που διαπιστώνονται στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις».

«Η ειδική προνομιακή σχέση που προκρίνει μεταξύ άλλων η Γερμανίδα καγκελάριος Μέρκελ», καταλήγει ο Μεσούτ Γιλμάζ, «θεωρείται στην Τουρκία καθεστώς δεύτερης κατηγορίας και συνεπώς δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή».

DEUTSCHE WELLE