Απόψεις
Δευτέρα, 14 Ιουνίου 2021 17:36

Κλιματική αλλαγή και δραματικά διλήμματα

Τις προηγούμενες ημέρες ο πλανήτης γιόρτασε την παγκόσμια ημέρα περιβάλλοντος, στο πλαίσιο της οποίας υπήρξαν εκτεταμένα αφιερώματα σε σχέση με την ανάγκη για αποκατάσταση των οικοσυστημάτων που χάνονται. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της διαδικασίας διαρκούς μεγέθυνσης των οικονομιών των περισσότερων χωρών του πλανήτη. Το φαινόμενο αυτό εξελίσσεται από το ξεκίνημα της 1ης Βιομηχανικής Επανάστασης πριν από δύο αιώνες  περίπου, έχει ωστόσο ενταθεί τις τελευταίες 5 έως 7 δεκαετίες ως αποτέλεσμα της διάχυσης της οικονομικής ανάπτυξης με την παγκοσμιοποίηση και την εκρηκτική τεχνολογική πρόοδο που έχει σημειωθεί.

Από την έντυπη έκδοση

Του Δημήτρη Τζάνα
Ο Δημήτρης Τζάνας είναι οικονομολόγος

Τις προηγούμενες ημέρες ο πλανήτης γιόρτασε την παγκόσμια ημέρα περιβάλλοντος, στο πλαίσιο της οποίας υπήρξαν εκτεταμένα αφιερώματα σε σχέση με την ανάγκη για αποκατάσταση των οικοσυστημάτων που χάνονται. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της διαδικασίας διαρκούς μεγέθυνσης των οικονομιών των περισσότερων χωρών του πλανήτη. Το φαινόμενο αυτό εξελίσσεται από το ξεκίνημα της 1ης Βιομηχανικής Επανάστασης πριν από δύο αιώνες  περίπου, έχει ωστόσο ενταθεί τις τελευταίες 5 έως 7 δεκαετίες ως αποτέλεσμα της διάχυσης της οικονομικής ανάπτυξης με την παγκοσμιοποίηση και την εκρηκτική τεχνολογική πρόοδο που έχει σημειωθεί.

Βασική του αιτία, όπως συνομολογούν οι επιστήμονες, είναι η παραγωγή ενέργειας από ορυκτά καύσιμα, διαδικασία που έχει ως αποτέλεσμα την έκκληση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα προκαλώντας το φαινόμενο του θερμοκηπίου στον πλανήτη και εξαιτίας του την αύξηση της θερμοκρασίας. Ταυτόχρονα η ολοένα μεγαλύτερη αστικοποίηση των εδαφών έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της χλωρίδας και ιδιαίτερα των δασών προκαλώντας μείωση του εκλυόμενου οξυγόνου στην ατμόσφαιρα που συντελείται από τη διαδικασία της φωτοσύνθεσης που επιτελούν τα φυτά. Οι επιστήμονες έχουν κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου σε σχέση με την ανάγκη να τιθασευτεί η διαδικασία αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη, τονίζοντας τις δραματικές επιπτώσεις που θα υπάρξουν εάν αυτή φτάσει τους 2οC.

Το κόστος μτάεβασης

Στην περίπτωση της χώρας μας ο καθηγητής Χρήστος Ζερεφός, που έχει συμβάλει στην εκπόνηση της έκθεσης της Τράπεζας της Ελλάδας για το κόστος της κλιματικής αλλαγής, εκτιμά ότι θα ξεπεράσει μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα τα 700 δισ. ευρώ (4,5 φορές περίπου το ΑΕΠ του 2020) και τονίζει ότι της μη μετάβασης στην πράσινη ανάπτυξη είναι πολύ μεγαλύτερο από εκείνο που απαιτείται για τη στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Το κόστος αυτό είναι υπερ-διπλάσιο του δημόσιου χρέους ενώ ταυτόχρονα η στροφή σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας που προσδοκά ότι θα αντισταθμίσουν εκείνες που θα χαθούν. Αυτή η αντίληψη διαπνέει πλέον όλες τις ισχυρές χώρες του πλανήτη, τις ΗΠΑ, τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Κίνα, καθώς η εκλογή Μπάιντεν στην προεδρία των ΗΠΑ οδήγησε στη μεταστροφή τους στο στρατόπεδο εκείνων που πρωταγωνιστούν για επιτάχυνση των δράσεων σε σχέση με τη συντελούμενη κλιματική αλλαγή.

Με τους επιστήμονες να συνομολογούν στον χαρακτηρισμό της ως ανθρωπογενούς, ως φαινομένου δηλαδή για το οποίο ευθύνονται οι ανθρώπινες δραστηριότητες. Μάλιστα, επισημαίνεται ότι η πλανητική υπερθέρμανση οδηγεί νομοτελειακά στο τέλος των δασών καθώς δεν απειλεί με καταστροφικές πυρκαγιές μόνο τους μεγάλους παγκόσμιους δρυμούς αλλά παρεμποδίζει δραστικά και την αναγέννησή τους. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην Καλιφόρνια οι 9.639 πυρκαγιές του 2020 κατέκαψαν 1,8 εκατ. εκτάρια, ενώ την ίδια ώρα οι υψηλές θερμοκρασίες και τα χαμηλά επίπεδα βροχοπτώσεων οδηγούν σε μαζική ξήρανση των δασών στην Αυστρία, στη Γερμανία και την Ελβετία. 

Ζοφερές εκτιμήσεις

Οι οικονομολόγοι καταγράφουν ακόμα ζοφερότερες εκτιμήσεις για τα επερχόμενα κατά τις επόμενες τρεις δεκαετίες αν η θερμοκρασία σημειώσει αύξηση 2,6oC: στις χώρες μέλη του G7 προβλέπεται ότι θα χαθεί το 8,5% του ΑΕΠ ετησίως ή σχεδόν 5 τρισ. δολάρια από τις οικονομίες τους, κόστος διπλάσιο σε σύγκριση με αυτό της πανδημίας που χρειάστηκε ωστόσο να καταβληθεί το τελευταίο 1,5 έτος.

Όλα τα παραπάνω έχουν οδηγήσει τις κυβερνήσεις τόσο σε επίπεδο G7 όσο και σε επίπεδο G20 σε δραστικές αποφάσεις που αφορούν την άμεση υλοποίηση δράσεων για τον ενεργειακό μετασχηματισμό. Για την αποκατάσταση δηλαδή των ορυκτών καυσίμων ως πρώτης ύλης για την παραγωγή ενέργειας με το φιλικότερο προς το περιβάλλον φυσικό αέριο και με την προώθηση εκτεταμένων επενδυτικών προγραμμάτων στον χώρο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που συνιστούν απολύτως φιλικές μορφές παραγωγής ενέργειας προς το περιβάλλον. Ωστόσο, αν και αυτή η διαδικασία είναι απολύτως επιβεβλημένη σε σχέση με την αποφυγή των καταστροφικών συνεπειών από την υπερθέρμανση του πλανήτη, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα υποστηριχθεί με συνέπεια κατά τα επόμενα χρόνια. Η αντιμετώπιση των κινδυνολόγων σεναρίων των επιστημόνων που θεωρούν ότι, εάν αφεθεί ανεξέλεγκτη η κατάσταση, θα οδηγηθούμε σε φτώχεια και μαρασμό ανάλογο με την πανούκλα του μεσαίωνα, έχουν με τη σειρά τους υψηλό κόστος.

Οι δημοσιονομικές δαπάνες θα εκτοξευθούν συντηρώντας τα ήδη υψηλά ελλείμματα. Οι ανακατατάξεις στην οικονομία θα προκαλέσουν κοινωνικές εντάσεις καθώς θα είναι δυσχερέστατη η υλοποίηση προγραμμάτων απορρόφησης των ανέργων από άλλες δραστηριότητες νεο-δημιουργούμενες και παλαιές. Και το πιο σημαντικό αφορά τη βιωσιμότητα του καπιταλιστικού συστήματος, που όπως γνωρίζουν οι οικονομολόγοι απαιτεί τη συντήρηση επαρκούς αγοραστικής δύναμης από εκτεταμένα κοινωνικά στρώματα, διαδικασία που έχει ανατραπεί εξαιτίας της όξυνσης των ανισοτήτων που συντελέστηκε τόσο λόγω της πολυετούς οικονομικής κρίσης όσο και της πανδημίας που ακολούθησε. Με τις κυβερνήσεις να χρησιμοποιούν μεγάλα πακέτα στήριξης, νομισματικά και δημοσιονομικά, για να συντηρηθεί η αγοραστική δύναμη των πληττόμενων, τα οποία πρέπει να συγχρονιστούν με τις πολιτικές ενεργειακού μετασχηματισμού σε όλο τον πλανήτη. Η μετάβαση στη διατηρήσιμη ανάπτυξη θα είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση για όλες τις χώρες του πλανήτη!