Το 2017 η επίσκεψη του τότε Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στην Ευρώπη, στην πρώτη του ευρωπαϊκή περιοδεία, είχε προκαλέσει σοκ. Ο Αμερικανός πρόεδρος χωρίς περιστροφές τα έψαλε στους Ευρωπαίους, και ιδίως στη Γερμανία, πως δεν καταβάλλουν το «δίκαιο μερίδιό» τους στην άμυνα του ΝΑΤΟ. Με την εκλογή Μπάιντεν και την «επιστροφή της Αμερικής» όλα αυτά μοιάζουν να αποτελούν θλιβερή παρένθεση, γράφει ο Μωυσής Λίτσης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Το 2017 η επίσκεψη του τότε Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στην Ευρώπη, στην πρώτη του ευρωπαϊκή περιοδεία, είχε προκαλέσει σοκ. Ο Αμερικανός πρόεδρος χωρίς περιστροφές τα έψαλε στους Ευρωπαίους, και ιδίως στη Γερμανία, πως δεν καταβάλλουν το «δίκαιο μερίδιό» τους στην άμυνα του ΝΑΤΟ. Με την εκλογή Μπάιντεν και την «επιστροφή της Αμερικής» όλα αυτά μοιάζουν να αποτελούν θλιβερή παρένθεση.
Η απόφαση για τερματισμό της μακράς διαμάχης για τις επιδοτήσεις προς εταιρείες κατασκευής αεροσκαφών και άρση των δασμών στον χάλυβα, σύμφωνα με το προσχέδιο απόφασης της επικείμενης συνόδου κορυφής Ε.Ε.-ΗΠΑ που δημοσιοποίησε πρόσφατα το πρακτορείο Reuters, θεωρείται θετικό σημάδι για μια νέα αρχή στις ευρωατλαντικές σχέσεις, χωρίς τις αντιπαραθέσεις και την ψυχρότητα της προηγούμενης τετραετίας.
Η προσπάθεια, ωστόσο, του Αμερικανού προέδρου να σύρει την Ευρώπη με το μέρος του στην αντιπαράθεση με την Κίνα, τόσο στα μείζονα γεωπολιτικά ζητήματα της αυξανόμενης κινεζικής επιρροής στην περιοχή της Νότιας Σινικής Θάλασσας όσο και στο ζήτημα των υποτιθέμενων κινεζικών ευθυνών για τη διαρροή του Covid-19 από εργαστήριο της Γουχάν, αντιμετωπίζεται με επιφυλακτικότητα.
Παρά τα φληναφήματα περί αξιών, με τα οποία επιχειρείται να ενδυθεί η αντιπαράθεση της Δύσης με την Κίνα και τη Ρωσία, οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν τα δικά τους οικονομικά και στρατηγικά συμφέροντα, τα οποία δεν θα ήθελαν να θυσιάσουν προς όφελος των συμφερόντων των ΗΠΑ. Η Κίνα ξεπέρασε τις ΗΠΑ ως ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ε.Ε. πέρυσι.
Προβληματική θεωρείται και η απόφαση των ΗΠΑ να αποχωρήσουν από το Αφγανιστάν με ορόσημο την ημερομηνία της 11ης Σεπτεμβρίου χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με τους Ευρωπαίους εταίρους.
Οι Ευρωπαίοι ανησυχούν για το κενό ασφαλείας που ενδέχεται να δημιουργηθεί από την αμερικανική αποχώρηση στο Αφγανιστάν. Μπροστά στο τεράστιο κόστος της παραμονής, ο Μπάιντεν δεν δείχνει διατεθειμένος να κάνει πίσω.
Τέλος, η χθεσινή είδηση για επίσκεψη της Γερμανίδας καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ στην Ουάσιγκτον στις 15 Ιουλίου συνοδευόταν από τις επισημάνσεις πως ψηλά στην ατζέντα θα βρίσκεται ο αγωγός Nord Stream 2, που θα φέρει ρωσικό αέριο στην Ευρώπη.
Με άλλα λόγια η αναθέρμανση των ευρωατλαντικών σχέσεων δείχνει προς το παρόν να επιχειρείται με τους όρους του Μπάιντεν.