Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ανέκτησε χθες, Δευτέρα, περίπου 2,3 εκατομμύρια δολάρια που καταβλήθηκαν ως λύτρα σε κρυπτονόμισμα από την Colonial Pipeline Co, σε μια επιχείρηση εντοπισμού των ιχνών των χάκερ, που έκαναν την πιο σοβαρή κυβερνοεπίθεση που έχει καταγραφεί σε αμερικανικό έδαφος.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ανέκτησε χθες, Δευτέρα, περίπου 2,3 εκατομμύρια δολάρια που καταβλήθηκαν ως λύτρα σε κρυπτονόμισμα από την Colonial Pipeline Co, σε μια επιχείρηση εντοπισμού των ιχνών των χάκερ, που έκαναν την πιο σοβαρή κυβερνοεπίθεση που έχει καταγραφεί σε αμερικανικό έδαφος.
Η αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Λίσα Μόνακο δήλωσε ότι κατέσχεσαν ποσό σε κρυπτονομίσματα (bitcoins) που αντιστοιχεί σε 2,3 εκατομμύρια δολάρια και είχε πληρώσει η Colonial μετά την κακόβουλη επίθεση που δέχθηκε στα συστήματά της τον προηγούμενο μήνα, με συνέπεια τη μαζική έλλειψη καυσίμων στους σταθμούς εφοδιασμού της Ανατολικής Ακτής των ΗΠΑ.
«Το υπουργείο Δικαιοσύνης «εντόπισε και ανέκτησε το μεγαλύτερο μέρος» των λύτρων που πλήρωσε η Colonial, σύμφωνα με την Μόνακο. Μία ένορκη κατάθεση χθες, Δευτέρα, ανέφερε ότι το FBI έχει στη διάθεσή του έναν ιδιωτικό κωδικό για το ξεκλείδωμα του ηλεκτρονικού πορτοφολιού των κρυπτονομισμάτων και έχει ανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος του ποσού. Δεν έχει ξεκαθαριστεί πώς το FBI απέκτησε πρόσβαση στον κωδικό.
Ένας δικαστής στο Σαν Φρανσίσκο ενέκρινε την κατάσχεση των χρημάτων από αυτή «τη διεύθυνση κρυπτονομίσματος» η οποία, σύμφωνα με το δικαστικό έγγραφο, βρίσκεται στη Βόρεια Περιφέρεια της Καλιφόρνιας.
Η Colonial Pipeline έχει ανακοινώσει ότι πλήρωσε στους χάκερ περίπου 5 εκατομμύρια δολάρια για να ανακτήσει την πρόσβασή της στα συστήματα λειτουργίας των αγωγών της. Η τιμή του Bitcoin μειώθηκε κατά περίπου 5% χθες, Δευτέρα, το απόγευμα, ενώ η αξία του μειώθηκε περίπου στα 34.000 δολάρια κατά τις τελευταίες εβδομάδες, μετά την καταγραφή της υψηλότερης τιμής του, στα 63.000 δολάρια τον Απρίλιο.
Η κατάσχεση ποσού του αναφερόμενου κρυπτονομίσματος θεωρείται σπάνια, αλλά οι αρχές έχουν ενισχύσει την εμπειρία τους στην ιχνηλάτηση της ροής των ψηφιακών νομισμάτων, καθώς η καταβολή λύτρων εξελίσσεται σε μία πραγματική απειλή εθνικής ασφάλειας για τις ΗΠΑ.
Παράλληλα, προκαλούνται περισσότερα προβλήματα στις σχέσεις μεταξύ της Ουάσινγκτον και της Μόσχας, καθώς αρκετές από τις συμμορίες που χρησιμοποιούν κακόβουλο λογισμικό έχουν τη βάση τους σε ρωσικό έδαφος.
«Ακριβώς τώρα, η άσκηση ποινικής δίωξης είναι ουτοπία», δήλωσε ο Τζον Χούλτκουιστ αντιπρόεδρος της εταιρίας κυβερνοασφάλειας Mandiant, σχολιάζοντας θετικά την εξέλιξη της ανάκτησης των λύτρων. «Διαταράξτε. Διαταράξτε. Διαταράξτε» πρόσθεσε ο ίδιος, αναφερόμενος στην ανάγκη τερματισμού της παράνομης δράσης των ηλεκτρονικών εκβιαστών.
Η κακόβουλη ενέργεια αποδόθηκε από το FBI σε μία συμμορία με την ονομασία DarkSide, ενώ προκάλεσε τη διακοπή της λειτουργίας του δικτύου των αγωγών της Colonial για ημέρες, πυροδοτώντας μία αύξηση στις τιμές των καυσίμων, πανικό στους οδηγούς, αλλά και έλλειψη καυσίμων σε τοπικό επίπεδο στις ΗΠΑ.
Το ζήτημα που προκλήθηκε εξελίχθηκε σε έναν μεγάλο πολιτικό πονοκέφαλο για τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν, καθώς η αμερικανική οικονομία αρχίζει να συνέρχεται από την πανδημία COVID-19.
Ο Λευκός Οίκος παρότρυνε τα διευθυντικά στελέχη εταιριών, αλλά και μεγάλες επιχειρήσεις την προηγούμενη εβδομάδα να ενισχύσουν τα μέτρα ασφάλειας για την προστασία των επιχειρήσεών τους κατά κακόβουλων κυβερνοεπιθέσεων.
Μετά την περιπέτεια της Colonial, ακολούθησαν και άλλες κακόβουλες ηλεκτρονικές επιθέσεις, προκαλώντας προβλήματα στη λειτουργία μεγάλης εταιρίας συσκευασίας κρέατος.
Ο αναπληρωτής διευθυντής του FBI Πολ Αμπέιτ, που μίλησε χθες στην ίδια συνέντευξη Τύπου με τη Μόνακο, περιέγραψε την DarkSide ως μία ομάδα κυβερνοεγκλήματος, που έχει την έδρα της στη Ρωσία. Ο ίδιος ανέφερε ότι το FBI έχει ιχνηλατήσει περισσότερες από 100 παραλλαγές πραγματοποίησης ηλεκτρονικού εκβιασμού έναντι λύτρων.
Ο Αμπέιτ δήλωσε πως η DarkSide έχει καταστήσει θύματα κυβερνοεπιθέσεων τουλάχιστον 90 αμερικανικές εταιρίες, συμπεριλαμβανομένων βιομηχανιών, αλλά και πάροχων υγειονομικών υπηρεσιών.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Reuters