Δριμεία επίθεση στην «κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, που έχει αποφασίσει να κηρύξει τον πόλεμο στον κόσμο της εργασίας» εξαπέλυσε ο Αλέξης Τσίπρας από τη Χαλκίδα, κατά τον χαιρετισμό που απηύθυνε σε συνάντησή του με του με την Ένωση Εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ.
Δριμεία επίθεση στην «κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, που έχει αποφασίσει να κηρύξει τον πόλεμο στον κόσμο της εργασίας» εξαπέλυσε ο Αλέξης Τσίπρας από τη Χαλκίδα, κατά τον χαιρετισμό που απηύθυνε σε συνάντησή του με του με την Ένωση Εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είπε ότι οι νομοθετικές παρεμβάσεις στα εργασιακά είναι «ταφόπλακα» για τον κόσμο της εργασίας και «γίνονται κατ' εντολή του ΣΕΒ και μιας μικρής μερίδας επιχειρηματικών ομίλων που θέλουν να κερδοσκοπήσουν εις βάρος των εργαζόμενων». Ζήτησε από τους εργαζόμενους και τον ελληνικό λαό «να ακουστεί η φωνή των εργαζόμενων για να αισθανθεί η κυβέρνηση το πολιτικό κόστος από αυτή την απόπειρα να ξεκινήσει τον πόλεμο με τον κόσμο της εργασίας». Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεσμεύτηκε ότι «ακόμα κι αν μέσα από τη σημερινή κοινοβουλευτική πλειοψηφία θεσμοθετηθούν αυτές οι επιλογές, εγώ είμαι εδώ για να δεσμευτώ απέναντι στους εργαζόμενους και στον ελληνικό λαό ότι αυτές οι νομοθετικές παρεμβάσεις πολύ σύντομα θα γίνουν παρελθόν».
Σχολίασε ότι διαβάζει σήμερα ότι «ο ΣΕΒ δηλώνει δυσαρεστημένος απ' αυτόν τον νόμο, προφανώς σε συνεννόηση με τον κ. Χατζηδάκη, για να το παίξουν ότι διαφωνούν μεταξύ τους μπας και γλιτώσει ο υπουργός απ' το εμφανιστεί ως υπερασπιστής των συμφερόντων μιας ολιγαρχίας και ως ο άνθρωπος που βάζει ταφόπλακα στο 8ωρο και θεσμοθετεί τις απλήρωτες υπερωρίες». Υπογράμμισε ότι όμως «όποια επικοινωνιακά παιχνίδια κι αν παίξουν, δεν θα καταφέρουν να αλλάξουν την εικόνα ότι μας γυρίζουν πάρα πολλά χρόνια πίσω, ότι βυθίζουν τον κόσμο στην αβεβαιότητα για την επόμενη μέρα».
«Είμαστε εδώ γιατί συνειδητοποιούμε ότι βρισκόμαστε σε μια πολύ δύσκολη στιγμή για τον κόσμο της εργασίας και γιατί συμμεριζόμαστε την αγωνία σας για τις θέσεις εργασίας, για τη δουλειά σας, για την επόμενη μέρα», είπε στους εργαζόμενους.
«Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη έχει αποφασίσει να κηρύξει τον πόλεμο στον κόσμο εργασίας. Το νομοσχέδιο που θα φέρει στη Βουλή -που καταργεί το 8ωρο, μια κατάκτηση αιώνων για τον κόσμο της εργασίας, που νομιμοποιεί τις απλήρωτες υπερωρίες, που θεσμοθετεί το 10ωρο εργασίας, που στην πραγματικότητα θεσμοθετεί τις ατομικές συμβάσεις, δηλαδή την ατομική διαπραγμάτευση του εργαζόμενου με τον εργοδότη- είναι μια πρωτοφανής επίθεση στον κόσμο της εργασίας», σημείωσε. Ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι οι βιομηχανικοί εργάτες, όπως οι εργαζόμενοι της ΛΑΡΚΟ, θα υποστούν τις μεγαλύτερες συνέπειες αν περάσει και υλοποιηθεί «αυτό το εργασιακό έκτρωμα». Για τους εξής λόγους, όπως είπε: «Πρώτον, διότι γνωρίζετε από την εμπειρία σας ότι τα περισσότερα εργατικά ατυχήματα γίνονται τις ώρες των υπερωριών που τώρα θα νομιμοποιηθούν, διότι υπάρχει η κούραση μετά το 8ωρο εργασίας και είναι λογικό. Δεύτερον, γιατί γνωρίζετε ότι αυτή η θεσμοθέτηση στην ουσία θα μειώσει τον μισθό, διότι όταν θα δουλεύεις για τον ίδιο μισθό 10 ώρες, στην πραγματικότητα μειώνεται ο μισθός. Τρίτον, διότι αντιλαμβάνεστε καλύτερα απ' όλους τους άλλους εσείς οι εργαζόμενοι ότι η όποια παραβατικότητα της εργοδοσίας υπάρχει σήμερα, μέσα από αυτή τη θεσμοθέτηση του ξεχειλώματος των ωραρίων, θα γίνει κανόνας και όχι εξαίρεση».
Ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι στα 4,5 χρόνια διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ «είναι προφανές ότι είχαμε να διαχειριστούμε πολύ μεγάλες δημοσιονομικές δυσκολίες, όμως είχαμε μια στρατηγική να ενισχύσουμε τους αδύναμους και ιδιαίτερα τον κόσμο της εργασίας». Ειδικότερα αναφέρθηκε στην «ενίσχυση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας, που προσπάθησε να καταπολεμήσει την παραβατικότητα», που «έρχεται σήμερα η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη και το διαλύει». Επίσης, «μέσα από την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 11% που έφερε και αύξηση του μέσου μισθού περίπου στο 4,6% όταν βγήκαμε από τα μνημόνια. Μέσα από την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και μέσα από μια πολιτική ενίσχυσης της νομιμότητας και του εργαζόμενου και όχι του εργοδότη, όπως η θέσπιση του βάσιμου λόγου απόλυσης για τις απολύσεις, όπως η νομοθετική μέριμνα μας για την προστασία των εργολαβικών εργαζόμενων».
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «έρχεται σήμερα να ξεπληρώσει τα γραμμάτια του ΣΕΒ και μιας μικρής μερίδας μεγαλοεπιχειρηματιών που της υπαγορεύουν αυτή την πολιτική για να αυξήσουν τα κέρδη τους». Πρόσθεσε ότι το πρώτο πράγμα που έκανε η κυβέρνηση όταν εξελέγη «ήταν να διαλύσουν την θεσμοθετημένη από εμάς επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, να ακυρώσουν το νομοθετήματα μας για τον αιτιολογημένο λόγο απόλυσης και να απαξιώσουν το ΣΕΠΕ». Σημείωσε ότι σήμερα με αυτό το νομοσχέδιο «έρχονται για να θεσμοθετήσουν τις ατομικές συμβάσεις που στην πραγματικότητα τύποις θα διαπραγμάτευται -γιατί δεν θα έχει προφανώς ισχυρή διαπραγματευτική δύναμη- ο κάθε εργαζόμενος ξεχωριστά με τον εργοδότη υπό την απειλή της απόλυσης».
Είπε ότι το νομοσχέδιο «είναι μια ταφόπλακα για τους ανθρώπους της εργασίας κι εμείς θα δώσουμε τη μάχη ώστε αυτές οι νομοθετικές παρεμβάσεις που γίνονται κατ’ εντολή του ΣΕΒ και μιας μικρής μερίδας επιχειρηματικών ομίλων που θέλουν να κερδοσκοπήσουν εις βάρος των εργαζόμενων, να μην περάσουν και να μην υλοποιηθούν».
Αναφορικά με τη ΛΑΡΚΟ είπε ότι τα σχέδια της κυβέρνησης «δεν διασφαλίζουν δυστυχώς ούτε τη βιωσιμότητα της επιχείρησης ούτε τη συνεχή λειτουργία της επιχείρησης με το όποιο πλαίσιο έχουν επιλέξει, κυρίως όμως δεν διασφαλίζουν τις θέσεις εργασίας. Όπως του είχαν ζητήσει νωρίτερα και οι εργαζόμενοι της ΛΑΡΚΟ να κάνει από τη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο κ. Τσίπρας δεσμεύτηκε ότι «θα δώσουμε τη μάχη για να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας». Επισήμανε ότι είναι επιχείρηση με σημαντικό ρόλο στην τοπική αλλά και στην εθνική οικονομία «και που αν είχαμε ολοκληρώσει έναν σχεδιασμό εξυγίανσης και αναπροσανατολισμού της αξιοποίησης του ορυκτού πλούτου της χώρας μας, μπορεί να είχε μια άλλη προοπτική». «Συμμεριζόμαστε την αγωνία και συμβάλουμε στον αγώνα και τη διεκδίκηση για να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας», είπε, τονίζοντας ότι «το κρισιμότερο είναι και εσείς μαζί με όλους τους εργαζόμενους της χώρας, ενισχύοντας τα εργατικά κέντρα, τα συνδικάτα, να ενταχθείτε σε συλλογικές και ενιαίες μορφές αγώνα για να ακουστεί η φωνή των εργαζόμενων για να αισθανθεί η κυβέρνηση το πολιτικό κόστος από αυτή την απόπειρα να ξεκινήσει τον πόλεμο με τον κόσμο της εργασίας». Σημείωσε πως «όταν κάποιοι ξεκινούν τον πόλεμο πρέπει να γνωρίζουν ότι η απάντηση δεν θα είναι “ ελάτε να πάρετε τις κατακτήσεις μας θα παραδοθούμε”, αλλά ότι η απάντηση θα είναι αγώνας μέχρις ότου διασφαλίσουμε ότι αυτές οι επιλογές θα μείνουν στα χαρτιά». Τόνισε ότι όμως, ακόμα κι αν μέσα από τη σημερινή κοινοβουλευτική πλειοψηφία θεσμοθετηθούν αυτές οι επιλογές, εγώ είμαι εδώ για να δεσμευτώ απέναντι στους εργαζόμενους και στον ελληνικό λαό ότι αυτές οι νομοθετικές παρεμβάσεις πολύ σύντομα θα γίνουν παρελθόν». «Θα καταργηθούν», είπε, «γιατί δεν συνάδουν με τις βασικές αξίες της σύγχρονης κοινωνίας που είναι η στήριξη στους ανθρώπους του μόχθου και της εργασίας» και γιατί, όπως είπε, δεν μπορεί να γυρίσει η χώρα στην περίοδο που οι εργαζόμενοι δούλευαν από ήλιο σε ήλιο χωρίς δικαιώματα και χωρίς δυνατότητα να αμείβονται ανάλογα με το μόχθο και την εργατική τους δύναμη.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τόνισε ότι «αυτός είναι ένας αγώνας που αφορά τους εργαζόμενους πρωτίστως αλλά και το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, γιατί δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη βιώσιμη με προοπτική αν δεν προστατεύσουμε αυτούς που παράγουν αξία, τους εργαζόμενους και δεν μπορεί να υπάρξει και ανταγωνιστική οικονομία με καταβαράθρωση των μισθών και με διάλυση των σχέσεων εργασίας». Ανέφερε ότι αυτό το μήνυμα θα περάσει ο ΣΥΡΙΖΑ με όλες τις παρεμβάσεις του και στη Βουλή όταν έρθει «αυτό το έκτρωμα», «για να αναδείξουμε την ανάγκη η σημερινή κυβέρνηση να συνειδητοποιήσει το τεράστιο πολιτικό κόστος που θα έχει και να αναδείξουμε την ανάγκη του συλλογικού αγώνα μέχρις ότου καταφέρουμε την απόσυρση του νόμου ή μέχρις ότου καταφέρουμε, λαού θέλοντος, την ακύρωσή του μέσα από μια άλλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία».
Πηγή: ΑΜΠΕ