Η κυβέρνηση της Κολομβίας πραγματοποίησε χθες Κυριακή διαπραγματεύσεις με μερίδα των διαδηλωτών που συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις οι οποίες συγκλονίζουν τη χώρα εδώ και περισσότερο από ένα μήνα, χωρίς να καταφέρει να τερματίσει την κρίση που προκαλεί ανησυχία στον ΟΗΕ, κυρίως μετά τον θάνατο 13 ανθρώπων από την Παρασκευή, και η οποία οδήγησε στην ανάπτυξη του στρατού στην πόλη Κάλι.
Η κυβέρνηση της Κολομβίας πραγματοποίησε χθες Κυριακή διαπραγματεύσεις με μερίδα των διαδηλωτών που συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις οι οποίες συγκλονίζουν τη χώρα εδώ και περισσότερο από ένα μήνα, χωρίς να καταφέρει να τερματίσει την κρίση που προκαλεί ανησυχία στον ΟΗΕ, κυρίως μετά τον θάνατο 13 ανθρώπων από την Παρασκευή, και η οποία οδήγησε στην ανάπτυξη του στρατού στην πόλη Κάλι.
Η κυβέρνηση του προέδρου Ιβάν Ντούκε και κάποιοι εκπρόσωποι των διαδηλωτών επανέλαβαν στη Μπογοτά τις διαπραγματεύσεις έπειτα από μια εβδομάδα παύσης, χωρίς ωστόσο να καταφέρουν να γεφυρώσουν τις βαθιές τους διαφορές. Την ίδια ώρα χιλιάδες άνθρωποι ντυμένοι στα λευκά βγήκαν στους δρόμους για να εκφράσουν την αγανάκτησή τους για το συνεχές κλείσιμο οδικών αρτηριών και τις οικονομικές επιπτώσεις του.
Οι συζητήσεις πραγματοποιήθηκαν μεταξύ της κυβέρνησης και μια επιτροπή απεργίας που αποτελείται από εργατικά συνδικάτα, φοιτητές και εκπροσώπους των κοινοτήτων των αυτοχθόνων οι οποίοι απορρίπτουν την πολιτική Ντούκε. Αν και αυτή η επιτροπή δεν εκπροσωπεί όλους τους διαδηλωτές, ο διάλογος που έχει ξεκινήσει με την κυβέρνηση έχει δημιουργήσει ελπίδες για μια διευθέτηση της κρίσης αυτής που συγκλονίζει τη χώρα από τις 28 Απριλίου.
Ωστόσο μια λύση φαίνεται να είναι ακόμη μακριά. Η επιτροπή απεργίας κατήγγειλε χθες «τη σιωπηλή συνέργεια» της κυβέρνησης της Κολομβίας μπροστά στην «υπέρμετρη» χρήση βίας από τις δυνάμεις ασφαλείας. Η Μπογοτά απάντησε ότι το μόνο που αναμένει για να κάτσει και να εργαστεί πάνω σε μια συμφωνία είναι «η άρση των οδοφραγμάτων».
«Την Κυριακή» το πρωί χιλιάδες Κολομβιανοί που εκπροσωπούν εκατομμύρια έστειλαν ένα ξεκάθαρο μήνυμα: όχι πια βία, όχι πια οδοφράγματα, όχι πια καταστροφές», υπογράμμισε η κυβέρνηση στην ανακοίνωσή της.
87 οδοφράγματα σε όλη τη χώρα
Σύμφωνα με τις δυνάμεις ασφαλείας, περίπου 87 οδοφράγματα έχουν στήσει σε όλη τη χώρα, εκ των οποίων πολλά γύρω από την Κάλι, την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Κολομβίας και επίκεντρο διαδηλώσεων, όπου έχει αρχίσει να αναπτύσσεται ο στρατός.
Χθες διαδηλωτές ντυμένοι στα λευκά βγήκαν στους δρόμους πολλών πόλεων για να διαμαρτυρηθούν για το κλείσιμο των δρόμων.
Στη Μπογοτά, τη Μεντεγίν και άλλες περιοχές οι διαδηλωτές κρατούσαν πανό με τα οποία ζητούσαν “ειρήνη” ή “όχι άλλα οδοφράγματα” και προσεύχονταν.
«Κάνουμε σήμερα ειρηνικά πορεία για να ζητήσουμε το τέλος της απεργίας και να επιστρέψουμε στη δουλειά μας. Κάθε κλείσιμο δρόμων και οδοφράγματα επηρεάζουν την εθνική οικονομία και προκαλούν φτώχεια», δήλωσε ο Μπερνάντο Ενάο, ένας 63χρονος δικηγόρος και εκτροφέας.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ζήτησε από την πλευρά της χθες τη διεξαγωγή ανεξάρτητης έρευνας μετά τις βίαιες διαδηλώσεις στην Κάλι.
Επίκεντρο των διαδηλώσεων η Κάλι
Ο κολομβιανός στρατός, υπακούοντας στην εντολή του προέδρου Ντούκε, ανέπτυξε το Σάββατο χίλιους στρατιώτες στην Κάλι, επίκεντρο των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων.
Οι δρόμοι της πόλης αυτής των 2,2 εκατομμυρίων κατοίκων έγινε θέατρο την Παρασκευή συγκρούσεων μεταξύ διαδηλωτών, αστυνομικών και ένοπλων πολιτών στη διάρκεια των οποίων σκοτώθηκαν τουλάχιστον 13 άνθρωποι σε διάφορα επεισόδια.
Τουλάχιστον οκτώ άνθρωποι σκοτώθηκαν από σφαίρες, σύμφωνα με την αστυνομία.
Ερευνητής της εισαγγελίας της Κάλι πυροβόλησε εναντίον πλήθους, με αποτέλεσμα να σκοτώσει δύο πολίτες, προτού λιντσαριστεί από τους διαδηλωτές, σύμφωνα με την εισαγγελία.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα έκανε λόγο από την πλευρά της για 14 νεκρούς από την Παρασκευή και 98 τραυματίες, εκ των οποίων 54 από σφαίρες.
“Είναι απαραίτητο όλοι αυτοί που θα μπορούσαν να έχουν εμπλακεί (σε αυτή τη βία) προκαλώντας τραυματισμούς ή θανάτους, μεταξύ αυτών επίσημοι αξιωματούχοι, να βρεθούν στο επίκεντρο γρήγορων, αποτελεσματικών, ανεξάρτητων, αμερόληπτων και διαφανών ερευνών και να ζητηθεί από τους υπεύθυνους να λογοδοτήσουν”, επεσήμανε η Μισέλ Μπατσελέτ.
Τα βίαια επεισόδια λαμβάνουν χώρα έναν ακριβώς μήνα μετά τις κινητοποιήσεις της 28ης Απριλίου εναντίον ενός σχεδίου φορολογικής μεταρρύθμισης, που γρήγορα εγκαταλείφθηκε και το οποίο στόχευε στην αύξηση του ΦΠΑ και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
Στη διάρκεια ενός μήνα κινητοποιήσεων τουλάχιστον 59 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί, ανάμεσά τους και δύο αστυνομικοί, σύμφωνα με επίσημο απολογισμό. Περίπου 2.300 άνθρωποι έχουν τραυματιστεί και 123 θεωρούνται αγνοούμενοι. Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κάνει λόγο για έως και 63 νεκρούς.
Εδώ και ένα μήνα το σενάριο είναι σχεδόν πάντα το ίδιο: την ημέρα πραγματοποιούνται ειρηνικές διαδηλώσεις και τη νύκτα ξεσπούν ταραχές με τος διαδηλωτές να πετούν βόμβες μολότοφ και διάφορα αντικείμενα και τις δυνάμεις της τάξης να απαντούν σκληρά, συχνά κάνοντας χρήση πραγματικών σφαιρών.
Επί μισό αιώνα η σύγκρουση με τους αντάρτες FARC έκρυβε μια πραγματικότητα που πλέον έχει καταστεί εμφανής: σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η Κολομβία είναι μεταξύ των χωρών όπου παρατηρείται η μεγαλύτερη ανισότητα στα εισοδήματα, ενώ διαθέτει τη μεγαλύτερη ανεπίσημη οικονομία στη Λατινική Αμερική.
Το κράτος είχε επικεντρωθεί στη μάχη του εναντίον των ανταρτών, η οποία συνεχίζεται εναντίον του ELN και κάποιων διαφωνούντων των FARC, και είχε παραμελήσει εντελώς τα κοινωνικά αιτήματα.
Η πανδημία του κορωνοϊού σταμάτησε τις κινητοποιήσεις του 2020, ενώ αύξησε τη φτώχεια στην Κολομβία η οποία πλέον πλήττει το 42,5% των 50 εκατομμυρίων κατοίκων της και βύθισε τους πιο ευάλωτους στην ανέχεια.
Πηγή: ΑΜΠΕ