Η επιστημονική κοινότητα έδωσε το επίσημο όνομα του σε ένα τρομερό στην όψη πρόγονο των καρχαριών.
Το 2013 ανακαλύφθηκαν τα απολιθώματα ενός θαλάσσιου πλάσματος με ξεχωριστά ανατομικά χαρακτηριστικά. Πρόκειται για ένα πρόγονο των καρχαριών που ζούσε πριν από 300 εκατ. έτη. Ο σκελετός είχε μήκος δύο μέτρων, είχε δύο πτερύγια στην πλάτη μήκους περίπου ενός μέτρου το καθένα εξ αυτών και σαγόνια στα οποία υπήρχαν 12 σειρά κοφτερών δοντιών. Το παρουσιαστικό του οδήγησε τους επιστήμονες στο να ονομάσουν αυτό το θαλάσσιο τέρας «Γκοτζίλα» αφού δεν είχαν ακόμη καταλήξει στο αν ανήκε σε κάποιο είδος που γνωρίζαμε ή όχι.
«Είμαι φανατικός φίλος των ταινιών με τον Γκοτζίλα και έτσι όταν εντοπίσαμε αυτόν τον καρχαρία σκέφτηκα ότι αυτό ήταν το όνομα που του ταίριαζε απόλυτα» δηλώνει αναφέρει ο αμερικανός παλαιοντολόγος Τζον Πολ Χόντνετ, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας που έκανε το 2013 την ανακάλυψη.
Οκτώ χρόνια μετά αποφασίσθηκε ότι ο Γκοτζίλα είναι ένα άγνωστο είδος και του δόθηκε η ονομασία Dracopristis hoffmanorum, που σημαίνει καρχαρίας δράκος του Hoffman το οποίο είναι το όνομα της οικογένειας στην οποία ανήκει το οικόπεδο που ανακαλύφθηκαν τα απολιθώματα.
Ο Γκοτζίλα ανήκει σε μια μυστηριώδη οικογένεια αρχαίων καρχαριών που έχoυν ονομαστεί Κτενακάνθιοι. Αυτοί οι καρχαρίες διαχωρίστηκαν πριν από 390 εκατ. έτη από τα σύγχρονα είδη καρχαριών και των μεγάλων σαλαχιών. Η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στα Κτενακάνθια και τους καρχαρίες είναι τα σαγόνια τους. Τα σαγόνια των Κτενακάνθιων είναι μεγαλύτερα και πιο ευθυγραμμισμένα και σταθεροποιημένα στο κρανίο καθιστώντας τα έτσι λιγότερο εύκαμπτα.
Το συγκεκριμένο ανατομικό χαρακτηριστικό δεν επέτρεπε σε αυτούς τους καρχαρίες να είναι το ίδιο αποτελεσματικοί θηρευτές όπως οι υπόλοιποι με τους ειδικούς να εκτιμούν ότι θα είχαν αναπτύξει διαφορετική συμπεριφορά. Πιστεύουν ότι κινούνταν κοντά στον πυθμένα και τρεφόταν κυρίως με οστρακοειδή και μικρά σπονδυλωτά ψάρια που ήταν πιο εύκολο για αυτό να πιάσει και να δαγκώσει.