Με 1,5 δισεκατομμύριο κατοίκους, η Αφρική είναι ήδη μια αγορά που αναπτύσσεται εντυπωσιακά και υπόσχεται πολλά. Πλην όμως είναι και μια ήπειρος με τεράστια κοιτάσματα πρώτων υλών και μεγάλο γεωστρατηγικό βάρος. Φυσικόν είναι έτσι να ενδιαφέρει άμεσα τις μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη μας και ιδιαίτερα την Ευρώπη που είναι γειτονική της ήπειρος, γράφει ο Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλος.
Από την έντυπη έκδοση
Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Με 1,5 δισεκατομμύριο κατοίκους, η Αφρική είναι ήδη μια αγορά που αναπτύσσεται εντυπωσιακά και υπόσχεται πολλά. Πλην όμως είναι και μια ήπειρος με τεράστια κοιτάσματα πρώτων υλών και μεγάλο γεωστρατηγικό βάρος. Φυσικόν είναι έτσι να ενδιαφέρει άμεσα τις μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη μας και ιδιαίτερα την Ευρώπη που είναι γειτονική της ήπειρος.
Υπό αυτές τις συνθήκες, όπως επισημαίνουν τρεις διαπρεπείς Αμερικανοί στρατιωτικοί στο περιοδικό «Foreign Affairs», στις μέρες μας βρίσκεται σε εξέλιξη ένας αγώνας για την Αφρική του 21ου αιώνα. Με τη Ρωσία και την Κίνα να έχουν αξιοσημείωτη παρουσία στη «Μαύρη ήπειρο».
Αντιθέτως οι ΗΠΑ μετά την προεδρία Τραμπ υποχωρούν και η Ευρώπη «ψάχνεται», χωρίς ιδιαίτερο ζήλο. Κίνα και Ρωσία, όμως, βλέπουν ευκαιρίες για οικοδόμηση οικονομικών σχέσεων, ασφαλή πρόσβαση σε φυσικούς πόρους και ταχέως αναπτυσσόμενες αγορές.
Η Ρωσία έχει έτσι επεκτείνει δραματικά το αποτύπωμά της στην Αφρική τα τελευταία χρόνια, υπογράφοντας στρατιωτικές συμφωνίες με τουλάχιστον 19 χώρες από το 2014 και έγινε ο κορυφαίος προμηθευτής όπλων στην ήπειρο. Λίγες μέρες αφότου οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν τα σχέδιά τους να αποσυρθούν από τη Σομαλία τον Δεκέμβριο του 2020, η Ρωσία δήλωσε ότι είχε καταλήξει σε συμφωνία για τη δημιουργία νέας ναυτικής βάσης στο Πορτ Σουδάν. Οι μισθοφορικές εταιρείες της, συμπεριλαμβανομένου του Wagner Group, το οποίο πολέμησε σε μια θανατηφόρα ανταλλαγή πυρών εναντίον των ειδικών δυνάμεων των ΗΠΑ στη Συρία το 2018, λειτουργούν τώρα σε ολόκληρη την ήπειρο, από τη Λιβύη έως την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και μέχρι τη Μοζαμβίκη.
Η Κίνα επίσης ψάχνει για επιρροή στην Αφρική. Ίδρυσε την πρώτη της στρατιωτική βάση στο εξωτερικό στο Τζιμπουτί το 2017 και δαπανά τεράστια ποσά σε έργα υποδομής για να εξασφαλίσει πρόσβαση σε πόρους και να αγοράσει καλή θέληση και ψήφους σε διεθνείς οργανισμούς όπως τα Ηνωμένα Έθνη. Οι ηγέτες της Κίνας έχουν προωθήσει το αυταρχικό γραφειοκρατικό σύστημα της χώρας τους ως πρότυπο για τους Αφρικανούς ηγέτες που επιδιώκουν να επεκτείνουν τις οικονομίες τους χωρίς να επιτρέπουν δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις. Οι ελκυστικές πρακτικές δανεισμού και η πολιτική μη παρέμβασης σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, την απελευθέρωση της αγοράς, και τη διαφθορά, τους δίνουν πρόσθετη επιρροή στις φτωχές αφρικανικές κυβερνήσεις.
Η αυξημένη ρωσική και κινεζική δραστηριότητα μετατρέπει ήδη την Αφρική σε ένα θέατρο ανταγωνισμού με τις Ηνωμένες Πολιτείες - όπως ακριβώς ο σοβιετικός και αμερικανικός ανταγωνισμός έκαναν την ήπειρο τόπο ψυχροπολεμικής αντιπαλότητας.
Σε απάντηση όμως της ρωσο-κινεζικής επιρροής στην Αφρική, οι ΗΠΑ δείχνουν ότι προτιμούν να αποφύγουν τα μπλεξίματα σε αφρικανικούς πολέμους δι’ αντιπροσώπων (proxy wars). Στο πλαίσιο αυτό, ήδη και η Λιβύη έχει γίνει θέατρο για τον πόλεμο δι’ αντιπροσώπων μεταξύ Ρωσίας, Τουρκίας και άλλων χωρών που υποστηρίζουν αντίθετες πλευρές σε έναν ολοένα και πιο αιματηρό εμφύλιο πόλεμο που μετατράπηκε σε proxy war.
Παρ’ όλα αυτά, Ευρώπη και Αμερική θα υποχρεωθούν να εντείνουν την παρουσία τους στην ανερχόμενη ήπειρο λόγω τρομοκρατίας. Οι τζιχαντιστές σαλαφιστές, η πολιτική αστάθεια και ο αυταρχισμός απειλούν οικονομικά και άλλα συμφέροντα της Δύσης, καθώς και την ασφάλεια της Ευρώπης. Κατά τους Μάρκους Χικς, Κάιλ Άτγουιλ και Μάρκος Κολίνι «όπως και οι Αφγανοί Ταλιμπάν τη δεκαετία του 1990, ομάδες ανταρτών στην Αφρική έχουν ως επί το πλείστον κίνητρα δράσης από τοπικές και περιφερειακές ανησυχίες. Αυτές οι ομάδες πραγματοποιούν στρατολογήσεις από τον μεγάλο και ταχέως αναπτυσσόμενο πληθυσμό της ηπείρου, ο οποίος είναι ιδιαίτερα ευάλωτος στη ριζοσπαστικοποίηση λόγω της επίμονης φτώχειας, της περιβαλλοντικής υποβάθμισης και πολύ συχνά της κακής διακυβέρνησης. Αλλά πολλοί από τους ηγέτες των ομάδων έχουν δεσμούς με την Αλ Κάιντα και το Ισλαμικό Κράτος, επίσης γνωστό ως ISIS, και ευθυγραμμίζονται ολοένα και περισσότερο με τον διεθνή ισλαμισμό και τους σαλαφιστές εμπνευστές του.
Σημειώνουμε ότι στο βόρειο τμήμα της Αφρικής ουσιαστική ανάμιξη στην τρομοκρατία έχει και η Τουρκία. Η οποία χρηματοδότησε μέχρι σήμερα την ανέγερση 10 τζαμιών σε Αλγερία, Λιβύη, Μάλι και Σουδάν. Αυτός εξάλλου είναι και ένας από τους λόγους της έντασης που υπάρχει στις σχέσεις της γείτονος με την Αίγυπτο. Είναι γνωστές οι κατηγορίες της αιγυπτιακής κυβερνήσεως για τουρκική συνεργασία με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, οργάνωση με πανισλαμικούς στόχους και εχθρούς προς τη Δύση.
Είναι ξεκάθαρο έτσι ότι η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν στην Αφρική παίζει αντιδυτικά παιχνίδια, εσχάτως δε τείνει χείρα βοηθείας και προς το Ιράν, που και αυτό έχει αφρικανικές φιλοδοξίες.
Με πιο απλά λόγια, τέσσερα από τα πιο αυταρχικά καθεστώτα στον κόσμο, θέλουν όχι μόνον η Αφρική να μιμηθεί τις μεθόδους διακυβέρνησής τους, αλλά να ασπαστεί και το ισλάμ. Ο κίνδυνος για την Ευρώπη είναι σοβαρός και πολύ σωστά η ελληνική κυβέρνηση τον λαμβάνει υπόψη της.