Τα self test δεν δημιουργούν ψευδή αίσθηση ασφάλειας αλλά μας βοηθούν με εύκολο τρόπο να ελέγχουμε αν είμαστε θετικοί, ανέφερε ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων Γκίκας Μαγιορκίνης, κατά την ενημέρωση για την πορεία της πανδημίας, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «είναι αληθές και όχι ψευδές το δίχτυ ασφαλείας που θα δημιουργεί το τεστ».
Τα self test δεν δημιουργούν ψευδή αίσθηση ασφάλειας αλλά μας βοηθούν με εύκολο τρόπο να ελέγχουμε αν είμαστε θετικοί, ανέφερε ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας και μέλος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων Γκίκας Μαγιορκίνης, κατά την ενημέρωση για την πορεία της πανδημίας, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «είναι αληθές και όχι ψευδές το δίχτυ ασφαλείας που θα δημιουργεί το τεστ».
Η εφαρμογή αυτού του τεστ «δεν διαφέρει πολύ από τα ένα απλό τεστ κύησης. Η λήψη δείγματος γίνεται από το σάλιο στο στόμα κι από το εσωτερικό της μύτης» προσέθεσε ο επ. καθηγητής. Έχει υψηλή ευαισθησία που φτάνει το 80%, είναι αξιόπιστο και εύχρηστο και η εκμάθηση τής διαδικασίας απαιτεί την παρακολούθηση ενός τρίλεπτου βίντεο, «είναι ιδιαίτερα εύκολη», υπογράμμισε και προσέθεσε πως η διενέργεια του μία φορά την εβδομάδα «μπορεί να συνδράμει ουσιαστικά στον περιορισμό της πανδημίας».
Ο ίδιος είπε πως ο αριθμός των ενεργών κρουσμάτων στην επικράτεια σημείωσε περαιτέρω μικρή αύξηση. Το ΕΣΥ πιέζεται, ενώ στα θετικά καταγράφεται η αύξηση των εξιτηρίων από τα νοσοκομεία, ανέφερε ο Γκίκας Μαγιορκίνης. Στην Αττική η επιδημία παρουσιάζει μεγαλύτερη επιβάρυνση της τάξης του 20%, ενώ ήπια επιβάρυνση έχουμε στην Θεσσαλονίκη, προσέθεσε.
Αναφερόμενος στην επιδημιολογική κατάσταση, ο κ. Μαγιορκίνης είπε ότι ένα στα 20 άτομα που θα κάνει τεστ θα βγει θετικό, κάτι που σημαίνει ότι είναι εξαιρετικά υψηλή η επαφή μας με φορέα του ιού, και συνέστησε ιδιαίτερη προσοχή και τήρηση των μέτρων προστασίας. Όπως τόνισε οι πιθανότητες να υπάρχει θετικό άτομο στον κορονοϊό είναι 1 στις 5 άτυπες οικογενειακές και φιλικές συγκεντρώσεις.
Το ηλικιακό προφίλ της επιδημίας παραμένει σταθερό τους τελευταίους δύο μήνες, προσέθεσε, με την ομάδα των 40-65 να «οδηγεί» την επιδημία και μετά να ακολουθεί η ομάδα των 18-39. Ωστόσο όπως είπε, τελευταία παρατηρείται σημαντική επίπτωση και στις ηλικίες 18 με 39.