Απόψεις
Τρίτη, 23 Μαρτίου 2021 15:24

Λύση στις προκλήσεις με εκπαίδευση STEM

Ο όρος STEM (Science, Technology, Engineering, Mathematics) γεννήθηκε στις ΗΠΑ πριν από 20 χρόνια, όταν άρχισαν να διατυπώνονται οι πρώτες ανησυχίες των επιστημόνων για τις χαμηλές επιδόσεις των μαθητών σε αυτά τα πεδία και τον αντίκτυπό τους στην αμερικανική οικονομία, υπό την εντεινόμενη πίεση των τεχνολογικών εξελίξεων και του διεθνούς ανταγωνισμού. Έκτοτε, η εκπαίδευση στα STEM εξελίχθηκε σε «talk of the day», όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Αν και τα τελευταία χρόνια η έννοια των STEM εμπλουτίζεται με περισσότερα αντικείμενα και επιστημονικά πεδία (εφαρμοσμένες τέχνες, κοινωνικές επιστήμες, ιατρική κλπ.), η βασική ομάδα των STEM παραμένει κεντρικός πυλώνας οποιασδήποτε προσπάθειας εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης της Παιδείας.

Της Χριστίνας Παππά*

Ο όρος STEM (Science, Technology, Engineering, Mathematics) γεννήθηκε στις ΗΠΑ πριν από 20 χρόνια, όταν άρχισαν να διατυπώνονται οι πρώτες ανησυχίες των επιστημόνων για τις χαμηλές επιδόσεις των μαθητών σε αυτά τα πεδία και τον αντίκτυπό τους στην αμερικανική οικονομία, υπό την εντεινόμενη πίεση των τεχνολογικών εξελίξεων και του διεθνούς ανταγωνισμού. Έκτοτε, η εκπαίδευση στα STEM εξελίχθηκε σε «talk of the day», όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Αν και τα τελευταία χρόνια η έννοια των STEM εμπλουτίζεται με περισσότερα αντικείμενα και επιστημονικά πεδία (εφαρμοσμένες τέχνες, κοινωνικές επιστήμες, ιατρική κλπ.), η βασική ομάδα των STEM παραμένει κεντρικός πυλώνας οποιασδήποτε προσπάθειας εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης της Παιδείας.

Κι αυτό, επειδή τα σύνθετα ζητήματα της ψηφιακής και της πράσινης μετάβασης, της γήρανσης του πληθυσμού, αλλά και απρόβλεπτες απειλές παγκόσμιας εμβέλειας, όπως η πανδημία του Covid-19, απαιτούν λύσεις που μόνο η επιστημονική γνώση, η τεχνολογία και η καινοτομία μπορούν να προσφέρουν. Συνακόλουθα, η ανάγκη για ανθρώπινο δυναμικό με ισχυρά γνωστικά και διανοητικά εφόδια και ικανότητες ανάλυσης και επίλυσης σύνθετων προβλημάτων είναι σήμερα πιο επιτακτική από ποτέ. Σύμφωνα με μελέτη της McKinsey (2020), μόνο στην Ευρώπη, η ζήτηση εργαζομένων με δεξιότητες STEM προβλέπεται να αυξηθεί κατά 39% ως το 2030. Αυτό σημαίνει ότι, στο πολύ κοντινό μέλλον, όσα άτομα δεν διαθέτουν την ικανότητα μετουσίωσης της γνώσης σε πράξη, δεν έχουν μάθει να συνεργάζονται και να αλληλεπιδρούν μέσα σε ευρύτερες ομάδες και σύνθετα περιβάλλοντα και δεν είναι σε θέση να ερμηνεύουν και να συνδυάζουν ταχύτατα μεγάλο όγκο διαρκώς μεταβαλλόμενης πληροφορίας, απειλούνται ευθέως με κοινωνικό αποκλεισμό. Όλο αυτό το φάσμα γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων συνθέτουν τα επιδιωκόμενα μαθησιακά αποτελέσματα της εκπαίδευσης STEM.

Είναι προφανές ότι αυτά τα αποτελέσματα δεν επιτυγχάνονται με απλή αύξηση της διδακτέας ύλης ή εντατικοποίηση της προσπάθειας «εγκυκλοπαιδικής» συσσώρευσης γνώσεων. Η αποτελεσματική διδασκαλία των STEM απαιτεί ένα ριζικά διαφορετικό παιδαγωγικό μοντέλο, με έμφαση στη διαθεματικότητα, στη βιωματική, προβληματοκεντρική (Problem-based) και ενεργό μάθηση, στη δημιουργικότητα και στην ομαδική εργασία. Στόχος είναι, στη διάρκεια της σχολικής εκπαίδευσης, τα παιδιά να αγαπήσουν τις επιστήμες και την τεχνολογία, να κατανοήσουν σε βάθος θεμελιώδεις επιστημονικές έννοιες, να καλλιεργήσουν κρίσιμες ικανότητες και δεξιότητες ζωής μέσα σε πραγματικές συνθήκες και εν τέλει να διεκδικήσουν ισότιμα αντίστοιχες επιλογές καριέρας.

Αν και η επιτυχημένη μετάβαση στο πρότυπο της εκπαίδευσης STEM εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση για τα περισσότερα εκπαιδευτικά συστήματα του δυτικού κόσμου, στη χώρα μας τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα, αφού ξεκινάμε από χαμηλότερη αφετηρία. Οι απογοητευτικές επιδόσεις των μαθητών μας και στα τρία διαγωνιζόμενα πεδία του Προγράμματος PISA, τα ψηλά ποσοστά βαθμολογιών κάτω από τη βάση στις Πανελλαδικές και ο χαμηλός βαθμός λειτουργικού εγγραμματισμού των ενηλίκων (βλ. έρευνα PIAAC) καταδεικνύουν τη γενικότερη αδυναμία του εκπαιδευτικού συστήματος να μεταδώσει αποτελεσματικά τη γνώση.

Η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο αποτελεί μονόδρομο για την ελληνική οικονομία. Ο κίνδυνος εγκλωβισμού της χώρας είναι ορατός: από τη μία, δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε τις, χαμηλού κόστους εργασίας και παραγωγής, αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ασίας, από την άλλη, η οικονομία μας χαρακτηρίζεται από συρρικνωμένη παραγωγή και δραστηριότητες χαμηλής προστιθέμενης αξίας. Μόνο η αλλαγή παραγωγικού προτύπου και η ενίσχυση της καινοτομίας μπορούν να διασφαλίσουν την αναβαθμισμένη συμμετοχή μας στις διεθνείς αλυσίδες αξίας.

Σε μία τέτοια προσπάθεια, κανένα ταλέντο δεν πρέπει να χάνεται λόγω ανεπαρκούς εκπαίδευσης. Τα εκπαιδευτικά εμπόδια πρέπει να περιοριστούν, ώστε το ανθρώπινο κεφάλαιο να αναπτύσσεται έγκαιρα και να αξιοποιείται αποτελεσματικά. Η διασφάλιση ότι, στη διάρκεια της εκπαίδευσης, οι μαθητές θα έχουν αποκτήσει τα γνωστικά και κοινωνικά εφόδια που θα χρειαστούν στην ενήλικη ζωή τους αποτελεί παιδαγωγική και συνταγματική υποχρέωση του σχολείου. Ωστόσο, το σημερινό σχολείο δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί, ούτε αποτελεσματικά ούτε αυτοδύναμα, στις εκπαιδευτικές προκλήσεις του 21ου αιώνα. Το αναγκαίο άλμα προς μία ποιοτικά αναβαθμισμένη δημόσια Παιδεία, με έμφαση στα STEM, απαιτεί ολοκληρωμένη στρατηγική, στοχευμένες παρεμβάσεις και κινητοποίηση όλων των εμπλεκόμενων στο εθνικό σύστημα εκπαίδευσης και ανάπτυξης ικανοτήτων και δεξιοτήτων (Κυβέρνηση, σχολεία, ΑΕΙ, εκπαιδευτικοί, επιχειρήσεις, φορείς έρευνας, τεχνών και πολιτισμού, ΜΜΕ).

* Η κ. Χριστίνα Παππά είναι Policy Analyst του Τομέα Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας του ΣΕΒ.​