Το 1958 ένας σεισμός 7,8 Ρίχτερ προκάλεσε μια κατολίσθηση στη νοτιοανατολική Αλάσκα (Lituta Bay), με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός μεγάλου τσουνάμι- και ερευνητές θεωρούν πως οι συνθήκες για τον σεισμό διαμορφώθηκαν εξαιτίας της μεγάλης απώλειας πάγου στην περιοχή.
Το 1958 ένας σεισμός 7,8 Ρίχτερ προκάλεσε μια κατολίσθηση στη νοτιοανατολική Αλάσκα (Lituta Bay), με αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός μεγάλου τσουνάμι- και ερευνητές θεωρούν πως οι συνθήκες για τον σεισμό διαμορφώθηκαν εξαιτίας της μεγάλης απώλειας πάγου στην περιοχή.
Στο πλαίσιο πρόσφατης έρευνας, επιστήμονες του University of Alaska Fairbanks Geophysical Institute διαπίστωσαν πως η απώλεια πάγου κοντά στο Glacier Bay National Park επηρέασε το timing και την τοποθεσία σεισμών 5 Ρίχτερ και άνω στην περιοχή κατά τον περασμένο αιώνα.
Οι επιστήμονες γνώριζαν εδώ και δεκαετίες πως οι παγετώνες που λιώνουν έχουν προκαλέσει σεισμούς σε τεκτονικά σταθερές κατά τα άλλα περιοχές, όπως στο εσωτερικό του Καναδά και στη Σκανδιναβία. Στην Αλάσκα αυτή η τάση ήταν δυσκολότερο να εντοπιστεί, καθώς οι σεισμοί είναι κοινοί στο νότιο τμήμα της πολιτείας.
Η Αλάσκα έχει κάποιους από τους μεγαλύτερους παγετώνες του κόσμου. Το βάρος του πάγου κάνει τη γη από κάτω να βουλιάζει, και όταν ένας παγετώνας λιώνει, το έδαφος επανέρχεται, σαν σφουγγάρι.
«Υπάρχουν δύο παράγοντες στην ανύψωση» είπε ο Κρις Ρόλις, επικεφαλής συντάκτης της μελέτης. «Υπάρχει αυτό που αποκαλείται “elastic effect”, που είναι όταν η γη άμεσα εκτινάσσεται πίσω όταν απομακρύνεται μια μάζα πάγου. Μετά υπάρχει η παρατεταμένη επίδραση από τον μανδύα που ρέει πίσω, προς τα πάνω».
Στο πλαίσιο της έρευνας αυτής οι επιστήμονες συνδέουν την επεκτεινόμενη κίνηση του μανδύα με μεγάλους σεισμούς στη νοτιοανατολική Αλάσκα, όπου οι παγετώνες λιώνουν εδώ και πάνω από 200 χρόνια. Η νότια Αλάσκα βρίσκεται στο όριο μεταξύ της πλάκας της ηπειρωτικής βόρειας Αμερικής και της πλάκας του Ειρηνικού. Η αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο (τρίβονται η μία πάνω στην άλλη με ρυθμό περίπου δύο ιντσών ετησίως) προκαλεί συχνά σεισμούς. Ωστόσο, η εξαφάνιση των παγετώνων προκάλεσε και ανύψωση της γης της νοτιοανατολικής Αλάσκας ανά περίπου 1,5 ίντσες ετησίως.
Ο Ρόλινς χρησιμοποίησε μοντέλα για την κίνηση της γης και την απώλεια πάγου από το 1770 και μετά, διαπιστώνοντας έναν ανεπαίσθητο μεν, υπαρκτό δε συσχετισμό μεταξύ των σεισμών και της ανύψωσης/ επαναφοράς της γης. Ο συνδυασμός των δεδομένων από τους χάρτες έδειξε πως οι περισσότεροι μεγάλοι σεισμοί συνδέονταν με την πίεση από τη μακροπρόθεσμη ανύψωση/ επαναφορά. Επίσης, η μεγαλύτερη ποσότητα πίεσης από την απώλεια πάγου έλαβε χώρα κοντά στο επίκεντρο του σεισμού του 1958.
Αν και το λιώσιμο των πάγων δεν είναι το απευθείας αίτιο των σεισμών, πιθανότατα επηρεάζει τόσο το timing, όσο και την έντασή τους. «Η κίνηση των πλακών είναι η κύρια δύναμη πίσω από τη σεισμικότητα, την ανύψωση και την παραμόρφωση στην περιοχή» είπε ο Ρόλινς. «Μα η ανάκαμψη μετά τους παγετώνες προσθέτει σε αυτήν» τόνισε χαρακτηριστικά.