Να απεμπλακεί από την απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος του αστυνομικού στα επεισόδια της Νέας Σμύρνης στις 9 Μαρτίου επιχείρησε στην απολογία του ο 22χρονος, τα στοιχεία του οποίου ταυτοποιήθηκαν από το πορτοφόλι του που βρέθηκε στον δρόμο της επίθεσης.
Να απεμπλακεί από την απόπειρα ανθρωποκτονίας σε βάρος του αστυνομικού στα επεισόδια της Νέας Σμύρνης στις 9 Μαρτίου επιχείρησε στην απολογία του ο 22χρονος, τα στοιχεία του οποίου ταυτοποιήθηκαν από το πορτοφόλι του που βρέθηκε στον δρόμο της επίθεσης.
Ο νεαρός, αλβανικής καταγωγής, ο οποίος μένει στη Γλυφάδα, υποστήριξε ότι το απόγευμα της Τρίτης 9 Μαρτίου είχε πάει στη Νέα Σμύρνη στο σπίτι του θείου του για να κάνει μία τεχνική εργασία στον υπολογιστή του: «Στις 9 Μαρτίου 2021 δούλευα το πρωί. Σχόλασα στις 13:00. Πήρα τη μητέρα μου τηλέφωνο, γιατί σχολάμε την ίδια ώρα περίπου, και της είπα να έρθει να με πάρει από τη δουλειά στον Άγιο Δημήτριο, έτσι και έγινε και γυρίσαμε μετά σπίτι. Έκανα μπάνιο και ο πατέρας μου μου είπε ότι μίλησε με τον θείο μου και του είπε να πάω στο σπίτι του στη Νέα Σμύρνη για να κάνω format στον υπολογιστή του. Στον θείο μου έφτασα στις 4 με 4 παρά 10 το απόγευμα. Πήγα εκεί με το μετρό. Εκείνη την ώρα μίλησα και με τον φίλο μου τον Ζ. για τον υπολογιστή, μου είπε ότι ήθελε να πάει στην πλατεία, μου πρότεινε αν ήθελα να πάω και εγώ και, επειδή ήμουν ήδη κοντά, του είπα να έρθει να με πάρει. Στο σπίτι του θείου μου ήταν και η θεία μου και ο ξάδερφός μου. Ο Ζ. ήρθε και με πήρε γύρω στις 18:00 με 18:30 με το μηχανάκι».
Ο νεαρός είπε στην ανακρίτρια ότι βρέθηκε στην πλατεία Νέας Σμύρνης με δύο φίλους του κι ακολούθησαν το πλήθος που κατέβαινε προς τη λεωφόρο Συγγρού. Όταν αντιλήφθηκε ότι γινόταν φασαρία, μπήκε σε ένα στενό και στη συνέχεια διαπίστωσε ότι έχει χάσει το κινητό του τηλέφωνο και το πορτοφόλι του. «Φτάσαμε στην πλατεία, εκεί μας περίμενε κι ένας άλλος φίλος, ο Γ.Μ. Τότε άρχισε πολύς κόσμος να πηγαίνει προς την Αγία Φωτεινή κι ακολουθήσαμε τον κόσμο με κατεύθυνση προς την Πλαστήρα. Είχε πολύ κόσμο και καλό κόσμο, δηλαδή οικογένειες. Όπως πηγαίναμε στην Πλαστήρα, στις 19:00 με 19:30 ακούσαμε ξαφνικά θορύβους, είδαμε μηχανάκι της ομάδας Δέλτα κι αρχίσαμε να τρέχουμε. Τον φίλο μου το Ζ. τον έχασα στη συμβολή των οδών Αγίας Φωτεινής και Πλαστήρα και συνέχισα δεξιά στην Πλαστήρα και αμέσως δεξιά μπήκα στο πρώτο στενό. Τον ξαναβρήκα μετά από 10 λεπτά στην Αγίας Φωτεινής. Του είπα ότι δε βρίσκω το κινητό μου και το πορτοφόλι μου» κατέθεσε.
Ο 22χρονος υποστήριξε ότι μαζί με τον φίλο του επέστρεψαν στη Γλυφάδα. Έκανε μια κλήση στο κινητό του και το σήκωσε ένας άνδρας, ο οποίος του είπε ότι έχει βρει τη συσκευή. Μαζί με τους γονείς του αυτή τη φορά, επέστρεψε στη Νέα Σμύρνη, συνάντησε τον άνδρα για να πάρει πίσω το τηλέφωνο. Στη συνέχεια πήγε στο αστυνομικό τμήμα για να αναζητήσει το πορτοφόλι του. «Του είπα να δώσει το κινητό του, να καλέσω στο κινητό μου. Μετά πήγαμε να βρούμε τον Γ. στην πλατεία, φύγαμε με τον Γ. και ο Ζ. έφυγε με το μηχανάκι του, μετά πήγαμε με το Γ. στην BP Άνω Γλυφάδας, οδός Γούναρη, γιατί δεν ήθελα να πάω σπίτι να αναστατώσω τους γονείς μου, πήρα στο κινητό μου, το σήκωσε ένας κύριος, ονόματι Γ., και μου είπε ότι έχει το κινητό μου και να πάω να το πάρω από Πλαστήρα 52 στη Νέα Σμύρνη. Πήρα τους γονείς μου να έρθουν να με πάρουν από την BP και να πάμε όλοι μαζί να πάρουμε το κινητό μου. Πήγαμε, πήρα το κινητό μου τελικά από τον κύριο Γ., τον ρώτησα για το πορτοφόλι μου και εκείνος μου είπε ότι άκουσε μια διμοιρία των ΜΑΤ να λέει ότι βρήκε ένα πορτοφόλι».
Στη συνέχεια φέρεται να περιγράφει στην ανακρίτρια πώς έγινε η σύλληψή του από τους αστυνομικούς. «Πήγα στο τμήμα, ρώτησα για το πορτοφόλι μου, μου είπαν "έλα επάνω να το πάρεις" και με συνέλαβαν. Τους ρώτησα γιατί και μου είπαν ότι επειδή το πορτοφόλι βρέθηκε στο σημείο των επεισοδίων. Εγώ από την αρχή είπα στην αστυνομία ότι πήγα στη συγκέντρωση με έναν φίλο μου, τον Γ., χωρίς να με ρωτήσουν παραπάνω στοιχεία του και ότι στο Αστυνομικό Τμήμα πήγα με τους γονείς μου για να πάρω το πορτοφόλι μου. Στο πορτοφόλι μου είχα 125 € και κάτι ψιλά και στο τμήμα βρέθηκαν μόνο τα 5 € και κάτι ψιλά. Το περιστατικό με τον αστυνομικό δεν το είδα, το έμαθα μετά από τα βίντεο που κυκλοφορούσαν».
Οι μάρτυρες του Ελληνοϊρακινού
Στο μεταξύ, τον ισχυρισμό του 30χρονου Ελληνοϊρακινού ότι δεν βρισκόταν στα επεισόδια στη Νέα Σμύρνη επιβεβαίωσαν μάρτυρες που κατέθεσαν στην ανακρίτρια.
Ο Ελληνοϊρακινός, ο οποίος φέρεται να είναι εκείνος που ρίχνει από τη μηχανή τον αστυνομικό, υποστηρίζει ότι δεν έχει την οποιαδήποτε εμπλοκή στην υπόθεση. Ωστόσο, τόσο οι μάρτυρες, όσο και ο ίδιος δεν έπεισαν ανακρίτρια και εισαγγελέα, που τον έκριναν προφυλακιστέο.
Ο πρώτος μάρτυρας, οδηγός λεωφορείου στην εταιρία ηλεκτρονικών ειδών που εργάζεται ο «Ινδιάνος», υποστήριξε ότι παρέλαβε τον 30χρονο από την αποθήκη της εταιρείας στον Ασπρόπυργο γύρω στις 18:00 και κατέβηκε στην Ελευσίνα, στο ύψος της εταιρείας ηλεκτρονικών ειδών, γύρω στις 18:20. «Ήταν ο μόνος εργαζόμενος που είχα να μεταφέρω από την αποθήκη. Την επόμενη μέρα, όταν έφτασα για να τον παραλάβω πάλι, είδα τρεις αστυνομικούς με πολιτικά να τον συλλαμβάνουν. Τον είδα σαστισμένο. Τίποτα άλλο δεν έχω να προσθέσω» είπε ο μάρτυρας.
Υπέρ του κατηγορουμένου κατέθεσε κι ένας συνάδελφος του, αλλά και η έγκυος σύζυγός του, υποστηρίζοντας ότι βρισκόταν μαζί τους σε άλλο σημείο της Αθήνας την ώρα της επίθεσης σε βάρος του αστυνομικού στη Νέα Σμύρνη.
«Είμαι συνάδελφος του κατηγορουμένου, σε εταιρεία ηλεκτρονικών ειδών στον Ασπρόπυργο. Ο κατηγορούμενος τελευταίες εβδομάδες είχε βάρδια 10:00 με 18:00. Στις 9 Μαρτίου είχα άδεια. Την ίδια ημέρα στις 11:00 π.μ. τον πήρα τηλέφωνο, ήταν στη δουλειά και του είπα αν θέλει μετά τη δουλειά να έρθει για καφέ και να συναντηθούμε στο παρκάκι δίπλα από το σπίτι. Ήρθε τελικά στις 18:30 με 19:00 παρά. Ήταν και η γυναίκα μου μαζί κι ένας ακόμη φίλος μου. Έκατσε μαζί μας καμιά ώρα. Στις 19:15 πήγαμε προς το σπίτι μου και στις 19:30 περίπου ο κατηγορούμενος έφυγε και μου είπε ότι θα έπαιρνε λεωφορείο και θα πήγαινε στο σπίτι του. Από κει και πέρα δε γνωρίζω τίποτα.
Την επόμενη μέρα δεν πήγα πάλι στη δουλειά, ούτε ο κατηγορούμενος ξέρω αν πήγε στη δουλειά. Την ημέρα σύλληψής του τον αναζήτησα στο κινητό, αλλά το είχε κλειστό. Στις 11 Μαρτίου μου έστειλε μήνυμα η αδερφή του και μου είπε ότι τον συνέλαβαν. Εγώ δεν έχω κανέναν λόγο να πω ψέματα για τον κατηγορούμενο. Είναι καλό παιδί και τον αγαπάω πολύ. Είναι ευγενικός, μορφωμένος και συνεσταλμένος. Δεν τον έχω ακούσει ποτέ να βρίζει. Έχω πέσει από τα σύννεφα γι’ αυτό που έγινε» ανέφερε ο μάρτυρας.
Η έγκυος σύζυγος του συναδέλφου του «Ινδιάνου» κατέθεσε: «Γνωρίζω εδώ και έναν μήνα τον κατηγορούμενο. Ήρθε πριν έναν μήνα μαζί με τον άντρα μου στο σπίτι και φάγαμε όλοι μαζί. Μου φάνηκε ντροπαλό παιδί. Στις 9 Μαρτίου το απόγευμα είχαμε βγάλει με τον άντρα μου το σκυλάκι μας βόλτα στο παρκάκι. Μετά ήρθε κι ένας φίλος του και επίσης ο άντρας μου μου είπε ότι θα ερχόταν ο κατηγορούμενος, με τον οποίο είχε μιλήσει το πρωί. Στις 18:30 με 19:00 παρά ήρθε ο κατηγορούμενος στο παρκάκι. Φορούσε μία μαύρη φόρμα από κάτω, φουσκωτό αμάνικο γιλέκο και μέσα ένα σκουρόχρωμο φούτερ. Τα τρία αγόρια μαζεύτηκαν, έριξαν μια βολή στη μπασκέτα και μετά πήγαμε σπίτι. Στις 19:15 ξεκινήσαμε να πάμε στο σπίτι όλοι μαζί, εκτός από τον τρίτο φίλο του, που είχε ήδη φύγει. Καθίσαμε λίγο έξω από το σπίτι, τους κέρασα πορτοκαλάδα, μετά πήγα στην κουζίνα και στις 19:30 με 20:00 παρά έφυγε ο κατηγορούμενος. Την επόμενη μέρα ο άντρας μου δεν πήγε στη δουλειά και κάλεσε τον κατηγορούμενο στο κινητό, αλλά δεν απαντούσε. Δεν θα έλεγα κάποιο ψέμα, γιατί στην κατάσταση που είμαι, στον ένατο μήνα της εγκυμοσύνης μου, δε θα έμπαινα στη διαδικασία να έρθω εδώ».
naftemporiki.gr