Το ρωμαϊκό υδραγωγείο της Μυτιλήνης, είναι ένα από τα σημαντικότερα τεχνικά έργα της αρχαιότητος. Χρονολογείται πιθανώς στο τέλους του 2ου ή στις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα.
Το ρωμαϊκό υδραγωγείο της Μυτιλήνης, είναι ένα από τα σημαντικότερα τεχνικά έργα της αρχαιότητος. Χρονολογείται πιθανώς στο τέλους του 2ου ή στις αρχές του 3ου μ.Χ. αιώνα.
Έχει έντονα κλασικιστικά στοιχεία, γι' αυτό και θεωρήθηκε «αδριάνειο». Κατασκευάσθηκε για τη μεταφορά νερού από τις πηγές του Ολύμπου μέχρι την αρχαία πόλη της Μυτιλήνης, σε διαδρομή περίπου 28 χλμ. Υπολογίζεται ότι η ποσότητα νερού που προμήθευε στην πόλη ήταν 127.000 κυβικά μέτρα, την ημέρα.
Ο τεχνικός του έργου ήταν πραγματικά μεγαλοφυής, αφού έλυσε το πρόβλημα της συνεχούς ροής του νερού, που περνούσε από ανομοιογενή εδάφη, με διαφορετική στάθμη, γεφυρώνοντας τις κοιλάδες με τοξοστοιχίες, πάνω από τις οποίες περνούσαν οι αγωγοί του νερού. Τμήματα υδατογεφυρών και αγωγών διατηρούνται ορατά σε διάφορα σημεία κατά μήκος της διαδρομής του.
Το πιο εντυπωσιακό τμήμα του υδραγωγείου είναι η υδατογέφυρα (τοξοστοιχία) που σώζεται στη Μόρια, σε μήκος 170μ., μέγιστο ύψος 26μ. Συνίσταται από 17 πεσσούς κατασκευασμένους κατά το έμπλεκτο σύστημα, από λαξευτούς λιθόπλινθους, ενώ τα τόξα της ανώτερης τοξοστοιχίας –που έφεραν τον υδατοαγωγό- ήταν κατασκευασμένα από συμπαγείς οπτοπλίνθους. Οι πεσσοί και οι θολίτες των τόξων είναι από ντόπιο μάρμαρο.
Εξ αιτίας εκτεταμένων δομικών προβλημάτων, όπως η διάβρωση του δομικού υλικού και οι έντονες μηχανικές καταπονήσεις του φορέα διαχρονικά, κατέρρευσαν στο παρελθόν λίθινα τόξα της μεσαίας τοξοστοιχίας και διαταράχθηκε η συνοχή των πεσσών. Με χρηματοδότηση απο το Γ΄ΚΠΣ (2000-2006) η Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων υλοποίησε το έργο «Αναστήλωση – Στερέωση – Αποκατάσταση Ρωμαϊκού Υδραγωγείου Μόριας» με στόχο την στερέωση μέρους των τόξων και των πεσσών του υδραγωγείου. Το έργο ολοκληρώθηκε το 2004.
Εν τούτοις, η επί σειρά ετών έκθεση του μνημείου στις καιρικές συνθήκες, το ανάγλυφο του εδάφους (θεμελίωση σε κοίτη χιεμάρρου) και κυρίως η αυξημένη σεισμική δραστηριότητα το τελευταίο διάστημα στην περιοχή της Λέσβου, συνέβαλαν στην απομείωση της αντοχής και της ευστάθειας του υδραγωγείου. Εξ αιτίας των τελευταίων σεισμών που έπληξαν τον χώρο, παρουσιάστηκε εμφανής υποχώρηση των θολιτών του κεντρικού τόξου της υδατογέφυρας, με αποτέλεσμα να πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα για να διασφαλιστούν κρίσιμες περιοχές του μνημείου.
Η αντίδραση του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού ήταν άμεση. Με απόφαση της Λίνας Μενδώνη χρηματοδοτήθηκε με 90.000 ευρώ η αρμόδια Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων προκειμένου να προβεί στην σύνταξη μελέτης για την αξιολόγηση της κατάστασης του υδραγωγείου, στην τοπογραφική τεκμηρίωση και φωτογραμμετρική αποτύπωση του καθώς και στη λήψη άμεσων μέτρων εξασφάλισής του.
Παράλληλα, με νέα απόφαση της Υπουργού επιχορηγείται με 30.000 ευρώ η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λέσβου, προκειμένου να προβεί στον καθαρισμό του χώρου, στην απομάκρυνση των ακατάλληλων και σκουριασμένων ικριωμάτων και στην περίφραξη του μνημείου. Τέλος, καθώς το μνημείο βρίσκεται σε αναπαλλοτρίωτο έδαφος, η Εφορεία Αρχαιοτήτων σε συνεργασία με την Διεύθυνση Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων του ΥΠΠΟΑ ετοιμάζει τον φάκελο της απαλλοτρίωσης, προκειμένου να εισαχθεί άμεσα για την κατά νόμον γνωμοδότηση στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο.