Το Εθνικό Μουσείο της Νορβηγίας επιβεβαίωσε, μετά από χρόνια, ότι τη μικροσκοπική επιγραφή που φέρει ο διάσημος πίνακας του Έντβαρντ Μουνκ «Η Κραυγή» (1893), έχει γράψει ο ίδιος ο καλλιτέχνης.
Το Εθνικό Μουσείο της Νορβηγίας επιβεβαίωσε, μετά από χρόνια, ότι τη μικροσκοπική επιγραφή που φέρει ο διάσημος πίνακας του Έντβαρντ Μουνκ «Η Κραυγή» (1893), έχει γράψει ο ίδιος ο καλλιτέχνης.
Οι ειδικοί ανάλυσαν την επιγραφή και την συνέκριναν με τον γραφικό χαρακτήρα του Μουνκ, με βάση τις επιστολές και τα ημερολόγιά του. Έτσι, σιγουρεύτηκαν πως η προσθήκη είχε γίνει από τον ίδιο τον ζωγράφο και όχι από κάποιον τρίτο. Η μελέτη έγινε στα πλαίσια αποκατάστασης του πίνακα, ο οποίος πρόκειται να εκτεθεί σε ένα νέο Μουσείο Τέχνης που θα ανοίξει τις πύλες του το 2022 στο Όσλο της Νορβηγίας.
Η επιγραφή, η οποία είναι πολύ μικρή στο μέγεθος, γράφει το εξής: «Μόνο ένας τρελός θα μπορούσε να το έχει ζωγραφίσει». Η επιγραφή προστέθηκε αφού είχε ολοκληρωθεί ο πίνακας και οι επιμελητές, μέχρι πρόσφατα, δεν ήταν σίγουροι αν ήταν πράξη βανδαλισμού ή αν πράγματι την είχε γράψει ο ζωγράφος.
«Η γραφή είναι αναμφίβολα δική του», δήλωσε στον ιστότοπο Designboom η Μάι Μπριτ Γκούλενγκ -επιμελήτρια στο Εθνικό Μουσείο του Όσλο. «Ο γραφικός χαρακτήρας, καθώς και τα γεγονότα που συνέβησαν το 1895, όταν ο Μουνκ έδειξε για πρώτη φορά τον πίνακα στη Νορβηγία, δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση».
Οι επιμελητές πιστεύουν ότι η επιγραφή προστέθηκε μετά από ένα περιστατικό το 1895, όταν ο Μουνκ έδειξε για πρώτη φορά τον πίνακα στη Νορβηγία. Όταν πρωτοπαρουσιάστηκε «Η Κραυγή», σόκαρε κριτικούς και κοινό, οι οποίοι αμφισβήτησαν την πνευματική σταθερότητα του καλλιτέχνη. Είναι πιθανό, λοιπόν, ότι ο Μουνκ πρόσθεσε το κείμενο λίγο μετά, ως απάντηση στις κριτικές. Είναι γνωστό ότι το συγκεκριμένο περιστατικό τον πλήγωσε πολύ καθώς αναφέρεται πολλές φορές σε αυτό στην αλληλογραφία και το ημερολόγιό του.
«Η νέα έρευνα συμβάλλει πολύ στην κατανόηση των έργων τέχνης. Δεν θα εξαντλήσουμε ποτέ το έργο του Μουνκ. Κάθε φορά που κάνουμε μια ερώτηση σχετικά με τα έργα του, εμφανίζονται νέες απαντήσεις και απόψεις», κατέληξε η διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου, Κάριν Χίντσμπο.