«Το 2021 είναι έτος πολλαπλών μεταβάσεων και εξελίξεων και έτσι πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Στον αγροτικό τομέα επιλέγουμε τη μετάβαση», αναφέρει μιλώντας στη «Ν» ο νέος υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Γιάννης Οικονόμου.
«Το 2021 είναι έτος πολλαπλών μεταβάσεων και εξελίξεων και έτσι πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Στον αγροτικό τομέα επιλέγουμε τη μετάβαση», αναφέρει μιλώντας στη «Ν» ο νέος υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Γιάννης Οικονόμου.
Ο κ. Οικονόμου δίνει το «στίγμα» αναφορικά με τις προτεραιότητες του σχεδιασμού για την περίοδο 2021-2022, αλλά και τους βασικούς άξονες του Στρατηγικού Σχεδίου της ελληνικής κυβέρνησης για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική.
Τι προβλέπει ο σχεδιασμός του ΥπΑΑΤ για την αξιοποίηση των πρόσθετων κοινοτικών πόρων στο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης που διατέθηκαν στη χώρα μας για τη μεταβατική περίοδο 20212022, ύψους περίπου 1,6 δισ.;
«Η μεταβατική περίοδος αποτελεί την ευκαιρία που μας επιτρέπει να χτίσουμε τις βάσεις ή καλύτερα να καλλιεργήσουμε το έδαφος και να το μπολιάσουμε με τα συστατικά εκείνα που θα μας δώσουν τη δυνατότητα να προσαρμόσουμε στα ελληνικά δεδομένα όσα ορίζει η νέα ΚΑΠ. Η μετάβαση σαφώς και δεν μπορεί να γίνει άτακτα. Η επιτυχία περνά, αρχικά, από τον στρατηγικό σχεδιασμό και από την ιεράρχηση των σκοπών και των στόχων. Ο αγροτικός τομέας σήμερα χρειάζεται μία σειρά από ενέργειες και βασικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα σταθούν ικανές να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα και την ανθεκτικότητά του και να διασφαλίσουν την κερδοφορία του. Στην εξίσωση προστίθενται σαφώς και ο πρωτεύων παράγοντας περιβάλλον και η πράσινη γεωργία. Η σειρά των χρηματοδοτικών εργαλείων και νέων πόρων, που απορρέουν από το Πρόγραμμα Αγροτικής Πολιτικής της χώρας, αποτελούν επί της ουσίας το μέσο που θα μας οδηγήσει στην επιτυχημένη μετάβαση. Απαντάμε στις στρεβλώσεις μέσω των 6 βασικών πυλώνων δράσεώς μας που περικλείουν κάθε ενέργειά μας. Συνοπτικά, στοχεύουμε στη δημογραφική ανανέωση του πληθυσμού μέσω της παροχής κινήτρων σε νέους αγρότες και επιστήμονες, ώστε να ασχοληθούν με την αγροτική ανάπτυξη, προωθούμε τη μεταρρύθμιση στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει την άρδευση και εκτεταμένες εγγειοβελτιωτικές παρεμβάσεις και επανασχεδιάζουμε την κατεύθυνση των ενισχύσεων με σκοπό τη στήριξη σε πιο δυναμικές, αλλά και περισσότερο παραγωγικές δραστηριότητες. Παράλληλα, προωθούμε την αύξηση του αριθμού των διεθνών εμπορεύσιμων προϊόντων με σκοπό την αύξηση της προστιθέμενης αξίας, καθώς και ρίχνουμε ιδιαίτερο βάρος στον σχεδιασμό και υλοποίηση εκπαιδευτικών προγραμμάτων προσαρμοσμένων στα θεμελιώδη κενά, στις απαιτήσεις της εποχής και στις παγκόσμιες τάσεις στον αγροτικό και διατροφικό τομέα. Τέλος, βασικός πυλώνας του στρατηγικού σχεδίου μας αποτελεί η ενίσχυση του ρόλου των Ελλήνων γεωτεχνικών. Φυσικά, δύο χρόνια δεν αρκούν για να διορθώσουμε παθογένειες ετών. Ωστόσο, είναι ικανά για να κατορθώσουμε να θέσουμε τις βάσεις για μακροχρόνιες αλλαγές, που θα μπορέσουν να τοποθετήσουν τον ελληνικό πρωτογενή τομέα στο σήμερα και ταυτόχρονα να του επιτρέψουν να αποτελεί ένα αναπτυξιακό πρότυπο βιωσιμότητας και ανταγωνιστικότητας στο μέλλον. Στη λογική αυτή ξεκινώντας από τα θεμέλια, θέτοντας δηλαδή προτεραιότητες βάσει αναγκών, συγκυριών και ευκαιριών και αξιολογώντας βήμα προς βήμα την κατάσταση, οδηγούμαστε στην κορυφή της, δηλαδή στην επίτευξη των στόχων που επιτρέπουν τη δημιουργία μίας σύγχρονης εταιρικής σχέσης, με όρους και προϋποθέσεις, μεταξύ αγροτών και κοινωνίας. Κάτω από αυτή την ομπρέλα μπορούμε να τοποθετήσουμε μία σειρά από ενέργειες, που ταυτόχρονα αποτελούν και ανάγκες του πρωτογενούς τομέα. Συνοψίζοντας, η μεταβατική περίοδος αποτελεί την αφετηρία όπου θα εκκινήσουμε με τελικό στόχο την εναρμόνιση της ελληνικής γεωργίας στο τρίπτυχο που πηγάζει από τη νέα ΚΑΠ: ανθεκτικότητα -ψηφιοποίηση- πράσινο περιβαλλοντικό αποτύπωμα».
Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιοποίησε τις συστάσεις της για την προετοιμασία των στρατηγικών σχεδίων για την ΚΑΠ για την κάθε χώρα μέλος. Η πρόταση για την Ελλάδα περιέχει συνολικά 17 συστάσεις σε ένα πλέγμα τεσσάρων τομέων: ανθεκτικός γεωργικός τομέας, περιβάλλον και γεωργία, ενίσχυση του κοινωνικού και οικονομικού ιστού στην ύπαιθρο και καινοτομία-ψηφιοποίηση. Με δεδομένο ότι μέχρι το τέλος του έτους πρέπει να υποβληθεί στην Ε.Ε. το εθνικό στρατηγικό σχέδιο της νέας ΚΑΠ, μπορείτενα γνωστοποιήσετε τους βασικούς άξονες και πώς «κουμπώνουν» με τις κοινοτικές συστάσεις;
«Ο αγροτικός πληθυσμός στην Ελλάδα είναι ένας γερασμένος πληθυσμός, χωρίς κατάρτιση στα νέα ψηφιακά εργαλεία και μέσα. Από μόνη της αυτή η διαπίστωση φανερώνει 3 στρεβλώσεις: Δημογραφικό πρόβλημα, ελλιπής και αναχρονιστική κατάρτιση και εκπαίδευση και έλλειψη ψηφιακής κουλτούρας. Προφανώς, οι παθογένειες δεν είναι μόνο αυτές. Είναι απλά ένα δείγμα. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι η έλλειψη πραγματικής ταυτότητας και η σύνδεση της παραγωγής με τις νέες τάσεις της ζήτησης είναι ακόμη μία παθογένεια. Η ΚΑΠ, ουσιαστικά, μας προσφέρει τις κατευθυντήριες γραμμές, ώστε να οδηγηθούμε μακροπρόθεσμα σ’ ένα σύγχρονο, δυναμικό και βιώσιμο μοντέλο αγροτικής ανάπτυξης. Δικός μας στόχος είναι να “εκμεταλλευτούμε” αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές και να τις προσαρμόσουμε, τόσο στις μεσοπρόθεσμες όσο και στις μακροπρόθεσμες ανάγκες του αγροτικού ελληνικού τομέα. Το Α και το Ω της οποιασδήποτε ενέργειας και μετάβασης είναι η στρατηγική χάραξη και η δυναμική υλοποίηση του πλάνου. Αξιοποιώντας τη δουλειά υποδομής και την εις βάθος ανάλυση των αδυναμιών και απειλών από τη μία και των πλεονεκτημάτων και ευκαιριών από την άλλη, είμαστε σε θέση να επενδύσουμε στην κατάρτιση ενός στρατηγικού σχεδίου, το οποίο θα ενσωματώνει τους 4 τομείς της νέας ΚΑΠ υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις της ελληνικής πραγματικότητας. Οι βασικοί άξονες της κατάρτισης του προγράμματος εστιάζουν στη συνεργατική κουλτούρα και συμπερίληψη και περιλαμβάνουν την προώθηση της έξυπνης και ανθεκτικής γεωργίας, την ενίσχυση της μέριμνας για το περιβάλλον και της δράσης για το κλίμα, καθώς και συμβολή στους στόχους της Ε.Ε. για το περιβάλλον και το κλίμα και την ενδυνάμωση του κοινωνικό-οικονομικού ιστού στις αγροτικές περιοχές».
Οι συνολικές ενισχύσεις που κατευθύνονται προς τους αγρότες και κτηνοτρόφους από την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) το 1981 έως και σήμερα προσεγγίζουν τα 100 δισ. ευρώ. Μολονότι όμως το ύψος των κεφαλαίων που έχουν κατευθυνθεί στον πρωτογενή τομέα τα τελευταία 40 χρόνια ισοδυναμούν με ένα ΑΕΠ μιας χώρας, η αξιοποίησή τους δεν εμφάνισε σημαντικές «αποδόσεις», καθώς οι εκτιμήσεις θέλουν από τα 100 δισ. επιδοτήσεις μονάχα το 10% αφορά σε πραγματικά ανταποδοτικές δράσεις από τους παραγωγούς. Πώς μπορεί να αντιστραφεί αυτή η εικόνα;
«Σε κάθε μεγάλη εικόνα που φέρει ποιοτικά χαρακτηριστικά με αρνητικό πρόσημο χρειάζεται να απαντάμε με σχέδιο, που μπορεί να κάνει το πλην συν. Είναι παγίδα να θεωρήσουμε ότι οι καταστάσεις είναι μη αναστρέψιμες και να εφαρμόσουμε ένα πρόγραμμα συντήρησης, που διστάζει να κάνει το επόμενο βήμα και να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις που μπορούν να διαφοροποιήσουν τα δεδομένα. Βασική στρέβλωση του πρωτογενούς τομέα είναι η μεγάλη εξάρτηση του αγροτικού εισοδήματος από τις κοινοτικές ενισχύσεις, οι οποίες αποτελούν το 55% του εισοδήματος, ενώ ταυτόχρονα είμαστε αντιμέτωποι και με μεγάλες στρεβλώσεις στο καθεστώς καταβολής τους, καθώς το 10% των εκμεταλλεύσεων συγκεντρώνει το 48% των άμεσων ενισχύσεων. Ταυτόχρονα, παρά το γεγονός ότι από το 2008 έως το 2018 δόθηκαν από την Ε.Ε. σειρά ενισχύσεων η παραγωγικότητα του πρωτογενούς τομέα παραμένει αμετάβλητη, ενώ αντίστοιχα στην υπόλοιπη Ευρώπη αυξήθηκε κατά 10%. Οι διαπιστώσεις αυτές χρειάζεται να μας προβληματίσουν, αλλά και να σταθούν ως οδηγοί για να δούμε τι πρέπει να αλλάξουμε, ώστε ο αγροτικός τομέας να γίνει πιο σύγχρονος και εξωστρεφής. Το 2021 είναι έτος πολλαπλών μεταβάσεων και εξελίξεων και έτσι πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Στον αγροτικό τομέα επιλέγουμε τη μετάβαση. Μία μετάβαση ουσιαστική, σταθερή και δυναμική. Μία μετάβαση που δεν θα φέρει τα πάνω κάτω σήμερα αλλά θα επενδύσει στην καλλιέργεια αξιών και θέσεων που θα αναδείξουν τον πρωτογενή τομέα της χώρας σε βασικό μοχλό αειφορίας και ανάπτυξης. Οι ισορροπίες, η ζήτηση και οι προοπτικές στον αγροτικό τομέα δεν έχουν καμία ουσιαστική σχέση με εκείνες 2 δεκαετίες πριν. Σήμερα, στα χέρια μας έχουμε τις τεχνολογικές κατακτήσεις, την έρευνα και την επιστήμη. Παράλληλα και παγκοσμίως έχουν αλλάξει οι τάσεις και οι κατευθύνσεις. Επομένως, σχεδιάζοντας σε βάθος χρόνου απαντάμε στην ουσία σε όλα εκείνα τα μέτωπα που έχουμε ανοιχτά μπροστά μας και ταυτόχρονα πάμε κόντρα σε κάθε στερεότυπα και παγιωμένες καταστάσεις».