Με βασικό αίτημα από πλευράς των αλυσίδων σούπερ μάρκετ να δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος προσαρμογής στα προβλεπόμενα του νέου νομοσχεδίου που προωθείται και αφορά την «Ενσωμάτωση Οδηγίας 2019/633 σχετικά με τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές μεταξύ επιχειρήσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (L111/59)», όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς τηρούν στάση αναμονής αναφορικά με το τελικό κείμενο που θα κατατεθεί προς ψήφιση.
Με βασικό αίτημα από πλευράς των αλυσίδων σούπερ μάρκετ να δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος προσαρμογής στα προβλεπόμενα του νέου νομοσχεδίου που προωθείται και αφορά την «Ενσωμάτωση Οδηγίας 2019/633 σχετικά με τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές μεταξύ επιχειρήσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων (L111/59)», όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς τηρούν στάση αναμονής αναφορικά με το τελικό κείμενο που θα κατατεθεί προς ψήφιση.
Μολονότι η σχετική δημόσια διαβούλευση ολοκληρώθηκε στις 20 Δεκεμβρίου, είναι άγνωστο το πότε θα ολοκληρωθεί η σύνταξη του τελικού κειμένου, εξέλιξη που δεδομένης της αλλαγής της ηγεσίας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δύναται να καθυστερήσει.
Αναλυτικότερα, η ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας 2019/633 δύναται να εμπλουτίσει το νομικό οπλοστάσιο των θιγόμενων στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, ειδικά προβλέποντας τη δυνατότητα υποβολής καταγγελίας με εμπιστευτική μεταχείριση των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτήν.
Όπως επισημαίνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εντός της αλυσίδας εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων παρατηρούνται συχνά σημαντικές ανισορροπίες στη διαπραγματευτική ισχύ μεταξύ προμηθευτών και αγοραστών γεωργικών προϊόντων και τροφίμων. Οι εν λόγω ανισορροπίες στη διαπραγματευτική ισχύ μπορούν να οδηγούν σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, όπου μεγαλύτεροι και ισχυρότεροι εμπορικοί εταίροι προσπαθούν να επιβάλουν ορισμένες πρακτικές ή συμβατικές ρυθμίσεις οι οποίες είναι προς όφελός τους σε σχέση με συναλλαγή πώλησης.
Οι πρακτικές αυτές ενδέχεται, για παράδειγμα, να παρεκκλίνουν σε μεγάλο βαθμό από την ορθή εμπορική συμπεριφορά, να αντιβαίνουν στην καλή πίστη και τα χρηστά συναλλακτικά ήθη και να επιβάλλονται μονομερώς από έναν εμπορικό εταίρο σε άλλον, να επιβάλλουν αδικαιολόγητη και δυσανάλογη μεταβίβαση οικονομικού κινδύνου από έναν εμπορικό εταίρο σε άλλο ή να επιβάλλουν σημαντική ανισορροπία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σε έναν εμπορικό εταίρο.
Συνοπτικά οι διατάξεις του σχεδίου νόμου αφορούν αθέμιτες εμπορικές πρακτικές σε πωλήσεις γεωργικών προϊόντων και τροφίμων από προμηθευτές με ετήσιο κύκλο εργασιών από 2 εκατ. ευρώ έως 350 εκατ. ευρώ προς αγοραστές αντίστοιχων μεγεθών, καθώς και προς όλους τους αγοραστές που είναι δημόσιες αρχές.
Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, οι ημέρες αποπληρωμής των προμηθευτών παραμένουν 30 από τη λήξη προθεσμίας παράδοσης ή από την ημερομηνία καθορισμού του καταβλητέου ποσού για την προθεσμία παράδοσης, ανάλογα ποια από τις δύο ημερομηνίες είναι μεταγενέστερη για τα ευαλλοίωτα γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα και 60 ημέρες για άλλα γεωργικά προϊόντα και τρόφιμα.
Παράλληλα πέρα από τις εξ ορισμού αθέμιτες πρακτικές όπως: η ακύρωση με εκπρόθεσμη ειδοποίηση της συμφωνίας από τον αγοραστή ή η μονομερής τροποποίηση αυτής ως προς τη συχνότητα, τη μέθοδο, τον τόπο, το χρονοδιάγραμμα ή τον όγκο της προμήθειας ή της παράδοσης των γεωργικών προϊόντων και τροφίμων, τα πρότυπα ποιότητας, τους όρους πληρωμής ή τις τιμές, στο άρθρο 4 του προτεινόμενου νομοσχεδίου υπάρχει ειδική αναφορά για «αδιαφανείς ρήτρες», όπως π.χ.: επιστροφές αδιάθετων προϊόντων στον προμηθευτή χωρίς να τον αποπληρώσουν, επιβολή στον προμηθευτή πληρωμής ως προϋπόθεση για να αποθεματοποιήσει, απαίτηση στον προμηθευτή να αναλάβει το κόστος για τη διαφήμιση από τον αγοραστή κ.ά.
Προστασία του καταγγέλλοντος και εμπιστευτικότητα
Οι αρμόδιες αρχές για την επιβολή κυρώσεων είναι το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και η Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η πρόβλεψη του νόμου σύμφωνα με την οποία εάν το ζητεί ο καταγγέλλων, η Αρχή Επιβολής λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την προστασία της ταυτότητας του καταγγέλλοντος ή των μελών ή προμηθευτών, καθώς και κάθε άλλης πληροφορίας για την οποία ο καταγγέλλων θεωρεί ότι η αποκάλυψή της θα ήταν επιζήμια για τα συμφέροντά του ιδίου ή των μελών ή προμηθευτών. Ο καταγγέλλων οφείλει να προσδιορίσει ειδικά τις πληροφορίες για τις οποίες ζητεί εμπιστευτικότητα.
Επίσης το ΥπΑΑΤ οφείλει να αποστέλλει έως τις 15 Μαρτίου κάθε έτους στην Επιτροπή για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών έκθεση σχετικά με τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές στις σχέσεις μεταξύ επιχειρήσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού γεωργικών προϊόντων και τροφίμων κατά το προηγούμενο έτος.
Στελέχη του εγχώριου λιανεμπορίου, μιλώντας στη «Ν», επισημαίνουν μεταξύ άλλων ότι «πρέπει να υπάρξουν διευκρινίσεις επί των εφαρμοστικών διατάξεων του κειμένου του σχεδίου νόμου και να οριστεί μια περίοδος προσαρμογής, διαφορετικά θα τιναχτεί όλη η αγορά στον αέρα. Η οδηγία κινείται στη σωστή κατεύθυνση, όμως δεν μπορεί να εφαρμοστεί σε μία μέρα. Πρέπει να γίνει σταδιακά η μετάβαση».
«Αλιεύοντας» τα σχόλια που κατατέθηκαν στο πλαίσιο της διαβούλευσης, οι αλυσίδες εμφανίζονται να προτείνουν ως ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του νόμου την 1η Νοεμβρίου 2021, προκειμένου να καταστεί δυνατή η απαραίτητη προετοιμασία για την εφαρμογή του, τόσο από πλευράς προμηθευτών όσο και από πλευράς αγοραστών.
«Ο κλάδος του λιανεμπορίου τροφίμων διακινεί ανά έτος πάνω από 10.000.000 τιμολόγια, τα οποία αναμένεται να αυξηθούν ακόμα και σε 15.000.000 από την παρούσα νομοθεσία. Χρειάζεται χρόνος προκειμένου να προσαρμοστούν τα λογιστήρια αγοραστών, αλλά και προμηθευτών σε αυτό τον όγκο. Προτείνεται ως ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του νόμου η 1η Νοεμβρίου 2021. Σε κάθε περίπτωση, προτείνεται η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του νόμου να μην είναι νωρίτερα από 90 ημέρες μετά τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως» υποστηρίζουν παράγοντες του κλάδου, ενώ υπάρχουν και φωνές που εκτιμούν ότι για να καταστεί εφαρμόσιμη η οδηγία θα πρέπει να υπάρξει μεταβατική περίοδος διετίας.
Διευκρινίσεις για τον «ετήσιο κύκλο εργασιών»
Εξίσου μείζον θέμα που τίθενται από πλευράς αλυσίδων είναι η αναγκαιότητα να δοθούν περαιτέρω διευκρινίσεις σε ό,τι αφορά στους ετήσιους τζίρους για τους οποίους ο προτεινόμενος νόμος εφαρμόζεται.
Συγκεκριμένα, με βάση το σχέδιο νόμου, «ο παρών νόμος εφαρμόζεται σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές σε πωλήσεις γεωργικών προϊόντων και τροφίμων από:
α) προμηθευτές με ετήσιο κύκλο εργασιών που δεν υπερβαίνει τα 2 εκατ. ευρώ, σε αγοραστές με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 2 εκατ. ευρώ,
β) προμηθευτές με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 2 εκατ. ευρώ που δεν υπερβαίνει τα 10 εκατ. ευρώ σε αγοραστές με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 10 εκατ. ευρώ,
γ) προμηθευτές με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 10 εκατ. ευρώ που δεν υπερβαίνει τα 50 εκατ. ευρώ σε αγοραστές με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 50 εκατ. ευρώ,
δ) προμηθευτές με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 50 εκατ. ευρώ που δεν υπερβαίνει τα 150 εκατ. ευρώ σε αγοραστές με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 150 εκατ. ευρώ,
ε) προμηθευτές με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 150 εκατ. ευρώ που δεν υπερβαίνει τα 350 εκατ. ευρώ σε αγοραστές με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 350 εκατ. ευρώ,
στ) προμηθευτές με ετήσιο κύκλο εργασιών που δεν υπερβαίνει τα 350 εκατ. ευρώ προς όλους τους αγοραστές που είναι δημόσιες αρχές.
Ωστόσο, όπως επισημαίνεται στα σχόλια της αγοράς στο πλαίσιο της διαβούλευσης, η έννοια «ετήσιος κύκλος εργασιών» είναι σχετική και πρέπει να διευκρινιστεί περαιτέρω.
«Σε ό,τι αφορά στον ετήσιο τζίρο, θα πρέπει να διευκρινιστεί και να συμπεριληφθεί στο κείμενο του νόμου, όπως αναγράφεται και στο αγγλικό κείμενο, ότι λαμβάνεται υπόψη ο παγκόσμιος τζίρος της προμηθεύτριας εταιρείας, δηλ. αυτόν που επιτυγχάνει και μέσω θυγατρικών της οπουδήποτε στο εξωτερικό. Επίσης, οι ορισμοί της κοινοτικής οδηγίας (άρθρο 1 παρ. 2) οδηγούν στο συμπέρασμα ότι: 1. αφορά παγκόσμιο κύκλο εργασιών, 2. αφορά ενοποιημένο κύκλο εργασιών ομίλου και περιλαμβάνονται και οι συνεργαζόμενες και ιδίως και οι συνδεδεμένες επιχειρήσεις. Άλλωστε το πνεύμα της οδηγίας είναι η προστασία των οικονομικά ασθενέστερων προμηθευτών και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο θέτει ποσοτικό κριτήριο.
Ο κύκλος εργασιών δεν είναι σταθερός κάθε έτος και ανακοινώνεται μέσω της δημοσίευσης οικονομικών καταστάσεων αρκετούς μήνες μετά την ολοκλήρωση του οικονομικού έτους. Θα πρέπει να διευκρινιστεί τι είναι «ετήσιος κύκλος εργασιών». Είναι ο κύκλος εργασιών της τελευταίας χρήσης ή της τελευταίας δημοσιευμένης χρήσης; Είναι ο μέσος κύκλος εργασιών των τελευταίων 2, 3, 4 χρήσεων; Και αν ναι, από ποια πηγή καταγραφής;» σημειώνουν στελέχη των αλυσίδων.
Παράλληλα και με δεδομένο ότι οι αγοραστές δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν τον κύκλο εργασιών των προμηθευτών, προτείνεται «να δημιουργηθεί στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης Μητρώο Προμηθευτών Αγροτικών Προϊόντων και Τροφίμων, στο οποίο οι προμηθευτές θα υποχρεούνται να κοινοποιούν τον κύκλο εργασιών τους (και σε περίπτωση συνδεδεμένων επιχειρήσεων το συνολικό κύκλο εργασιών) προκειμένου να υπαχθούν στις διατάξεις του νόμου και για να μπορεί να ελέγχεται τυχόν καταστρατήγηση, για να προστατεύονται αυτοί που πράγματι επιδιώκει ο νόμος να προστατευτούν» υποστηρίζει ο κλάδος της λιανικής.
Τα μεταποιημένα προϊόντα
Εξίσου σημαντικό θέμα θεωρείται η αποσαφήνιση των μεταποιημένων προϊόντων και προς τούτο προτείνεται η δημιουργία επιτροπής με τη συμμετοχή εκπροσώπων του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, του υπουργείου Ανάπτυξης & Επενδύσεων, των Συνδέσμων Βιομηχανίας (ΣΕΒ, ΣΒΕ) και των εκπροσώπων των σούπερ μάρκετ. «Η μη σύνδεση του χρόνου ανάλωσης και λήξης με το αν ένα προϊόν θεωρείται ότι αναμένεται να καταστεί ακατάλληλο μετά από 30 ημέρες, οδηγεί σε παρερμηνείες, ενώ η διατύπωση του νομοσχεδίου είναι αόριστη και ασαφής. Πρέπει να γίνει η παραπάνω σύνδεση, καθώς και να εξαιρεθούν ρητά τα κατεψυγμένα τρόφιμα».
Η προσπάθεια του υπουργείου και οι επισημάνσεις των παραγωγών
Σε ό,τι αφορά το σκέλος των διατάξεων περί προστασίας της ταυτότητας του καταγγέλλοντος, θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική, εάν προσμετρηθεί, η εξέλιξη που είχε η ψηφιακή πλατφόρμα που δημιουργήθηκε στα τέλη Φεβρουαρίου του 2019, από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης σε εφαρμογή του νόμου 4492/2017 για τη «Διακίνηση και εμπορία νωπών και ευαλλοίωτων αγροτικών προϊόντων», ο οποίος προβλέπει ότι η εξόφληση των τιμολογίων από τους εμπόρους που προμηθεύονται νωπά και ευαλλοίωτα αγροτικά προϊόντα θα γίνεται υποχρεωτικά εντός 60 ημερών.
Μάλιστα, σύμφωνα με το άρθρο 2 του εν λόγω νόμου, κάθε συμφωνία μεταξύ των μερών που είναι αντίθετη με το παραπάνω χρονικό πλαίσιο θεωρείται άκυρη. Στην υπόλοιπη αγορά η εξόφληση των τιμολογίων έχει μεν ως όριο τις 60 ημέρες βάσει του νόμου 4152/2013, επιτρέπεται όμως να υπάρχουν και συμφωνίες με διαφορετικούς όρους. Ωστόσο, αν και η καταχώριση των τιμολογίων ήταν υποχρεωτική, η σήμανσή τους ως μη εξοφλημένων έμεινε ως προαιρετική, κάτι που φαίνεται να υπονομεύει την προσπάθεια για έγκαιρη εξόφληση. Αφενός γιατί κανένας παραγωγός δεν θα κινηθεί εναντίον ισχυρών αλυσίδων, αφετέρου γιατί οι παραγωγοί φοβούνται ότι αλλαγές των όρων πληρωμής θα οδηγήσουν είτε σε πιέσεις για μεγάλες εκπτώσεις είτε σε έξωση των προϊόντων τους από τα ράφια.
Επισημάνσεις υπάρχουν και από πλευράς παραγωγών. Ενδεικτικά αναφέρεται η πρόταση να διαχωριστεί το γάλα από τα υπόλοιπα ευαλλοίωτα, καθώς επίσης και «η αναγκαιότητα να συμπεριληφθούν στους αγοραστές και όσοι έχουν κύκλο εργασιών κάτω των 2 εκατ. ευρώ», γιατί όπως σημειώνουν οι παραγωγοί «οι αθέμιτες πρακτικές των ανοιχτών τιμών και μονομερών όρων δεν είναι θέμα τζίρου. Οι αγοραστές αυτής της κατηγορίας είναι πολλοί και σε γεωγραφικά απομονωμένες περιοχές από τη γραμμή εισκόμισης των μεγαλύτερων μεταποιητών γάλακτος έχουν δεσπόζουσα έως μονοπωλιακή θέση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον κτηνοτρόφο, ενώ σε πολλές περιπτώσεις λειτουργούν και ως μεσάζοντες μεγαλύτερων μεταποιητών». Πάντως σύμφωνα με την ντιρεκτίβα της Κοινότητας η ενσωμάτωση πρέπει να καταστεί νόμος στις χώρες της Ε.Ε. έως το Σάββατο 1 Μαΐου 2021. Οι χώρες της Ε.Ε. πρέπει να εφαρμόσουν τα μέτρα μέχρι την 1η Νοεμβρίου 2021. Σημειώνεται ότι τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα μικρών παρεκκλίσεων από την οδηγία, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα «απέχουν» από τους στόχους της.