Κόσμος
Κυριακή, 07 Φεβρουαρίου 2021 12:52

Το μπλόκο του διαδικτύου δεν κατάφερε να αποτρέψει τις διαδηλώσεις στη Μιανμάρ

Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι μαζεύτηκαν στο Γιανγκόν και σε άλλες πόλεις στη Μιανμάρ κατά την  δεύτερη ημέρα των διαδηλώσεων ενάντια στο στρατιωτικό πραξικόπημα της περασμένης εβδομάδας.

Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι μαζεύτηκαν στο Γιανγκόν και σε άλλες πόλεις στη Μιανμάρ κατά την  δεύτερη ημέρα των διαδηλώσεων ενάντια στο στρατιωτικό πραξικόπημα της περασμένης εβδομάδας.

Το μπλόκο στο διαδίκτυο που επέβαλλαν οι πραξικοπηματίες, φράζοντας την πρόσβαση στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, δεν κατάφερε να εμποδίσει την διάδοση ειδήσεων και την συνακόλουθη συμμετοχή στις διαδηλώσεις.

Η πρόσβαση στο διαδίκτυο, αφού μπλοκαρίστηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου το Σάββατο με εντολή της στρατιωτικής κυβέρνησης του στρατηγού Μιν Αούνγκ Χλάινγκ, είχε αποκατασταθεί εν μέρει μέχρι το απόγευμα της Κυριακής, σύμφωνα με συμμετέχοντες στη διαδήλωση και μια ομάδα παρακολούθησης στο εξωτερικό.

Η NetBlocks, μια μη κυβερνητική οργάνωση που παρακολουθεί διαταραχές και τερματισμούς λειτουργίας στον παγκόσμιο ιστό, δήλωσε ότι μετά το την πρώση στο 14% των συνηθισμένων επιπέδων νωρίτερα την Κυριακή, από τις 2 μ.μ. η τοπική ώρα είχε αποκατασταθεί εν μέρει, παρόλο που οι ιστότοποι κοινωνικών μέσων παρέμειναν μπλοκαρισμένοι.

Πλάνα που τραβήχτηκαν  από διαδηλωτές στη Γιανγκόν, τη μεγαλύτερη πόλη της Μιανμάρ, έδειξαν μεγάλα πλήθη ανθρώπων να πλησιάζουν στο κέντρο της πόλης, φωνάζοντας «Δημοκρατία - ο σκοπός μας» ή «Κάτω η στρατιωτική κυβέρνηση», σηκώνοντας παράλληλα τρία δάχτυλα σε ένα χαιρετισμό που διαδόθηκε κατά τις διαδηλώσεις για την δημοκρατία στην γειτονική Ταϊλάνδη την προηγούμενη χρονιά.

Πολλοί φορούσαν κόκκινα ή κρατούσαν τις κόκκινες σημαίες του κυβερνώντος Εθνικού Συνδέσμου για τη Δημοκρατία της Αούνγκ Σαν Σου Κι, η οποία ανατράπηκε την περασμένη εβδομάδα όταν ο στρατός συνέλαβε την  ηγέτη της Μιανμάρ και πολλούς άλλους αξιωματούχους καταλαμβάνοντας την εξουσία.

Σύμφωνα με ένα live βίντεο και δημοσιεύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης,  πυροβολισμοί σημειώθηκαν στη νοτιοανατολική πόλη Μάιγουάντι, κοντά στα σύνορα με την Ταϊλάνδη, καθώς η αστυνομία προσπάθησε να διαλύσει μια διαμαρτυρία.

Η Ένωση Βοήθειας για Πολιτικούς Κρατουμένους, μια οργάνωση για τα ανθρώπινα δικαιώματα, δήλωσε ότι το Σάββατο 164 άτομα είχαν τεθεί υπό κράτηση από το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου και ήταν υπό κατ 'οίκον περιορισμό ή υπό κράτηση.

Το Σάββατο συνελήφθη επίσης ο Σον Τερνελ , Αυστραλός που υπηρέτησε ως ανώτερος οικονομικός σύμβουλος της Σου Κι συνελήφθη το Σάββατο.  

Ο ρόλος των κοινωνικών μέσων ενημέρωσης 

Το πραξικόπημα πραγματοποιήθηκε καθώς μια νέα σύνοδος του κοινοβουλίου επρόκειτο να ξεκινήσει, μετά τη νίκη του Νοεμβρίου από το κόμμα του Εθνικού Συνδέσμου για τη Δημοκρατία (NLD).

Πολλοί πολίτες της χώρας παρακολούθησαν τα γεγονότα να ξετυλίγονται σε πραγματικό χρόνο στο Facebook, το οποίο είναι η κύρια πηγή πληροφοριών και ειδήσεων της Μιανμάρ. Αλλά τρεις ημέρες αργότερα, οι πάροχοι διαδικτύου διατάχθηκαν να μπλοκάρουν την πλατφόρμα για λόγους σταθερότητας.

Μετά την απαγόρευση, χιλιάδες χρήστες ήταν ενεργοί στο Twitter και το Instagram χρησιμοποιώντας hashtag για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στην ανάληψη της εξουσίας από τον στρατό. Έως τις 22:00 τοπική ώρα (15:30 GMT) την Παρασκευή η πρόσβαση σε αυτές τις πλατφόρμες είχε επίσης απαγορευτεί.

Δεν υπήρχε επίσημος σχολιασμός από τους ηγέτες του πραξικοπήματος, αλλά το AFP ανέφερε ότι είχε δει ένα μη επαληθευμένο έγγραφο του υπουργείου που ανέφερε ότι οι δύο ιστότοποι κοινωνικών μέσων προκαλούν παρεξηγήσεις στο κοινό.

Εκπρόσωπος του Twitter σχολίασε ότι η απαγόρευση υπονόμευσε «τη δημόσια συνομιλία και τα δικαιώματα των ανθρώπων να κάνουν τις φωνές τους να ακουστούν». Το Facebook, το οποίο κατέχει το Instagram, κάλεσε τις αρχές να «αποκαταστήσουν τη συνδεσιμότητα».

Παρά τη διαταγή να κοπεί η πρόσβαση στο διαδίκτυο που έδωσαν οι στρατηγοί, η χθεσινή συγκέντρωση αναμεταδόθηκε απευθείας μέσω Facebook, όπου αφθονούσαν τα μηνύματα υποστήριξης. «Είστε οι ήρωές μας», «σεβασμός στους διαδηλωτές», διάβαζε κανείς.

Η λογοκρισία συνεχίζεται, ενώ σε μεγάλο μέρος της χώρας δεν υπήρχε πρόσβαση στο διαδίκτυο σήμερα. 

naftemporiki.gr