Οι χαμηλοί ρυθμοί των εμβολιασμών κατά του κορωνοϊού σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις στις δόσεις των εγκεκριμένων εμβολίων και την αβεβαιότητα για τις παραδόσεις των εμβολίων που είναι υπό έγκριση, συνηγορούν ολοένα και περισσότερο πως η Ευρώπη δεν θα προλάβει να «χτίσει» ως το καλοκαίρι το «τείχος ανοσίας» που απαιτείται για να γίνει το βήμα προς την κανονικότητα. Αυτό πρακτικά σημαίνει παρατεταμένα lockdown και περιορισμοί διαρκείας.
Οι χαμηλοί ρυθμοί των εμβολιασμών κατά του κορωνοϊού σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις στις δόσεις των εγκεκριμένων εμβολίων και την αβεβαιότητα για τις παραδόσεις των εμβολίων που είναι υπό έγκριση, συνηγορούν ολοένα και περισσότερο πως η Ευρώπη δεν θα προλάβει να «χτίσει» ως το καλοκαίρι το «τείχος ανοσίας» που απαιτείται για να γίνει το βήμα προς την κανονικότητα. Αυτό πρακτικά σημαίνει παρατεταμένα lockdown και περιορισμοί διαρκείας.
Η ελπίδα για επίσπευση των εμβολιασμών, την ώρα που Ισραήλ, ΗΠΑ και Βρετανία έχουν βρει σταθερό ρυθμό, δημιουργεί επίσης ανησυχίες για την οικονομία της Ευρώπης, πολλές περιοχές της οποίας βασίζονται στον κλάδο των υπηρεσιών, με τον τουρισμό να κυριαρχεί στις νότιες χώρες της ηπείρου.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κλείσει συμφωνίες με έξι φαρμακοβιομηχανίες για την προμήθεια 2,3 δισ. δόσεων του εμβολίου κατά του Covid-19. Σύμφωνα με την Κομισιόν, το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των δόσεων αναμένεται να παραδοθεί μέσα στο 2021. Παράλληλα συστήνει στα κράτη- μέλη να ανεβάσουν ταχύτητα στους εμβολιασμούς θέτοντας ως στόχο μέχρι το καλοκαίρι να έχει εμβολιαστεί το 70% του ενήλικου πληθυσμού των χωρών της ΕΕ.
Οι καθυστερήσεις, ωστόσο, στις παραδόσεις και οι αλλαγές στον εφοδιασμό και τις διαθέσιμες δόσεις των εμβολίων απειλούν αυτό το σχέδιο, όπως και η αβεβαιότητα σχετικά με το πότε θα εγκριθούν και τα υπόλοιπα εμβόλια στα οποία βασίζεται η ΕΕ. Εν τω μεταξύ, πολλές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις αγωνίζονται για να μειώσουν τον αριθμό των κρουσμάτων και των θανάτων, παρά τους αυστηρούς περιορισμούς που ισχύουν για μεγάλο διάστημα.
Δυσαρέσκεια για τις καθυστερήσεις
Πριν από δέκα ημέρες, οι Pfizer και BioNTech, που έχουν πουλήσει 600 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου τους στην ΕΕ, καθιστώντας τους τον μεγαλύτερο προμηθευτή της ηπείρου, δήλωσαν ότι θα μειώσουν προσωρινά τις παραδόσεις στο μπλοκ λόγω εργασιών στο εργοστάσιό τους στο Βέλγιο, αν και υποσχέθηκαν να παραδώσουν όλες τις δόσεις που έχουν συμφωνηθεί στο πρώτο τρίμηνο.
Στη συνέχεια, την Παρασκευή, η AstraZeneca , το εμβόλιο της οποίας αναμένεται να εγκριθεί αυτή την εβδομάδα από τις ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές, δήλωσε στους αξιωματούχους της ΕΕ ότι θα μπορούσε να παραδώσει μόνο τις 30 εκατομμύρια δόσεις από τις 80 εκατομμύρια που συμφωνήθηκε να παραδοθούν για τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο.
Η Κομισιόν δεν είναι ικανοποιημένη από τις απαντήσεις που έδωσε η AstraZeneca σχετικά με τη μικρότερη ποσότητα εμβολίων με την οποία θα προμηθεύσει τα κράτη-μέλη της ΕΕ υπογράμμισε χθες η Επίτροπος Υγείας της ΕΕ σε μήνυμά της. «Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχρηματοδότησε την ανάπτυξη του εμβολίου και την παραγωγή» σημείωσε η Στέλλα Κυριακίδου προσθέτοντας ότι «η ΕΕ θέλει να μάθει ποιες δόσεις έχουν παραχθεί από την AstraZeneca, πού ακριβώς βρίσκεται μέχρι στιγμής και σε ποιον έχουν παραδοθεί».
Η αμερικανική εταιρεία βιοτεχνολογίας Moderna , το εμβόλιο της οποίας αποτελεί το δεύτερο που έχει λάβει έγκριση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΜΑ), έχει δεσμευτεί για προμήθεια 160 εκατ. δόσεων στην ΕΕ. Πρόκειται για τη μικρότερη παραγγελία μέχρι στιγμής.
Όλες οι άλλες φαρμακοβιομηχανίες, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας μεταξύ της Sanofi και της GlaxoSmithKline, της Johnson & Johnson και της CureVac , δεν έχουν ακόμη ζητήσει έγκριση για τα εμβόλια που αναπτύσσουν κατά του κορωνοϊού. Τα μη εγκεκριμένα εμβόλια αντιπροσωπεύουν επί του παρόντος τα δύο τρίτα των παραγγελιών της ΕΕ.
Χθες αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δήλωσαν ότι εμμένουν στους στόχους εμβολιασμού που έχουν θέσει. Ο εκπρόσωπος της Κομισιόν Ερίκ Μαμέρ δήλωσε ότι η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν διεμήνυσε στον στον διευθύνοντα σύμβουλο της AstraZeneca ότι αναμένει από την εταιρεία να μείνει πιστή στη συμφωνία της.
«Υπενθύμισε στον κ. Σοριοτ ότι η ΕΕ έχει επενδύσει σημαντικά ποσά στην εταιρεία ακριβώς για να εξασφαλίσει ότι η παραγωγή θα αυξηθεί, ακόμη και πριν από την έγκριση υπό όρους του εμβολίου από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων», είπε.
Στην πράξη, ωστόσο, τα σχέδια για την χορήγηση του εμβολίου στον γενικό πληθυσμό είναι πιθανό να αναβληθούν για λίγο αργότερα. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ δήλωσε στη βελγική τηλεόραση το Σαββατοκύριακο ότι οι στόχοι της Επιτροπής θα ήταν δύσκολο να επιτευχθούν.
Τι γίνεται στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Η ΕΕ έχει μείνει ήδη πίσω στους εμβολιασμούς, συγκριτικά με άλλες πλούσιες χώρες. Το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ, που ξεκίνησαν τους εμβολιασμούς σχεδόν έναν μήνα νωρίτερα, έχουν εμβολιάσει το 10% και το 6,2% αντίστχοια των πληθυσμών τους, σύμφωνα με στοιχεία του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Για την Ισπανία, την Ιταλία, τη Γερμανία και τη Γαλλία, τα ποσοστά κυμαίνονται από 1,5% έως 2,5%.
Στη Γερμανία, ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν είχε αρχικά υποσχεθεί ότι όποιος ήθελε να εμβολιαστεί θα μπορούσε να το κάνει μέχρι το καλοκαίρι. Την περασμένη εβδομάδα, η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ παρουσίασε ένα λιγότερο φιλόδοξο σχέδιο. «Αν όλα πάνε σύμφωνα με όσα μας έχουν υποσχεθεί οι εταιρείες… μπορούμε να προσφέρουμε το εμβόλιο σε κάθε πολίτη μέχρι το τέλος του καλοκαιριού… που είναι στις 21 Σεπτεμβρίου, σύμφωνα με το ημερολόγιο», είχε πει πριν από την ανακοίνωση της AstraZeneca. Ωστόσο, τα κέντρα εμβολιασμού στη Γερμανία έχουν αρχίσει ήδη να μειώνουν τον αριθμό των ραντεβού λόγω έλλειψης εμβολίων.
Χθες ο Γερμανός υπουργός Υγείας, σύμφωνα με άτομα που γνωρίζουν τη συζήτηση, είπε στους ηγέτες του συντηρητικού του κόμματος ότι η ΕΕ θα πρέπει να ξεκινήσει να ελέγχει τις εξαγωγές εμβολίων σε κάποιες περιπτώσεις. Τα εργοστάσια στην ΕΕ παρέχουν εμβόλια σε ορισμένες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και το Ισραήλ, που δεν έχουν υποστεί καθυστερήσεις στις παραδόσεις.
Ο Γάλλος υπουργός Υγείας Ολιβιέ Βεράν δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι η Γαλλία είχε ως στόχο τον εμβολιασμό τουλάχιστον 43 εκατ. ανθρώπων μέχρι τα τέλη Ιουνίου και ολόκληρου του πληθυσμού έως τα τέλη Αυγούστου, «εάν τα συνολικά εμβόλια που παραγγέλθηκαν έχουν εγκριθεί από τις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες αρχές υγείας».
Κάτι τέτοιο, ωστόσο, προϋποθέτει από την μία ότι θα παραδοθούν εμβόλια που δεν έχουν ακόμη εγκριθεί, και από την άλλη ότι η Pfizer και η AstraZeneca θα καλύψουν πλήρως τις αρχικές ελλείψεις τους. Για παράδειγμα, η Γαλλία αναμένει ακόμη παράδοση 45 εκατομμυρίων δόσεων από τη Sanofi, η οποία δεν αναμένεται να ζητήσει έγκριση έως το τέταρτο τρίμηνο.
«Η επιστροφή μέχρι το καλοκαίρι στην κανονικότητα φαίνεται εξαιρετικά απίθανη», δήλωσε η Γαλλίδα επιδημιολόγος Κάθριν Χιλ, προσθέτοντας ότι τα εμβόλια φθάνουν στη Γαλλία πολύ αργά.
Η Ιταλία είχε σχεδίαζε να εμβολιάσει μόνο το 45% του πληθυσμού της κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους: ιατροί, τρόφιμοι και εργαζόμενοι μονάδων φροντίδας ηλικιωμένων, άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών και άτομα με υποκείμενα νοσήματα. Τώρα με τις καθυστερήσεις που έχουν ανακοινωθεί, αντιμετωπίζει καθυστέρηση τεσσάρων έως οκτώ εβδομάδων ανάλογα με την ομάδα, σύμφωνα με τον υφυπουργό Υγείας Πιερπαολο Σιλέρι.
Η Ισπανία εμμένει στον στόχο της να εμβολιάσει το 70% του πληθυσμού μέχρι το καλοκαίρι, αλλά ορισμένοι εμπειρογνώμονες αμφισβητούν τον στόχο. «Είναι πολύ δύσκολο να θέτει κανείς στόχους όταν υπάρχουν μεταβλητές που δεν μπορούν να ελεγχθούν», δήλωσε ο Ισπανός επιδημιολόγος και πρόεδρος της Ισπανικής Ένωσης Εμβολιασμών Αμος Γκαρσία.
Η Ελλάδα έχει ως στόχο τον εμβολιασμό του 60% με 70% του πληθυσμού της χώρας έως τον Ιούνιο. Μέχρι χθες το απόγευμα είχαν πραγματοποιηθεί 19.989 εμβολιασμοί. Συνολικά έχουν γίνει 197.366, από τους οποίους 169.456 αφορούν την 1η δόση και οι υπόλοιποι τη 2η δόση. Όσον αφορά τις δόσεις που αναμένει η χώρα, είπε ότι χθες παραλάβαμε από την Pfizer 100 χιλιάδες και ευελπιστούν πως θα τηρηθεί το χρονοδιάγραμμα. Άλλες 815.000 δόσεις θα παραληφθούν στα τέλη Φεβρουαρίου και τέλη Μαρτίου θα έχουμε 1.415.000. Από την AstraΖeneca αναμένονται τέλη Φεβρουαρίου 410.000 δόσεις και άλλες 330.000 τέλη Μαρτίου. Ενώ, από τη Moderna περιμένουμε 20.000 δόσεις στο τέλος του τρέχοντος μήνα, 115.000 μέχρι τέλη Φεβρουαρίου κι άλλες 105.000 έως τέλος Μαρτίου.
«Η διαδικασία του εμβολιασμού, όμως, γίνεται με βάση τις παραδόσεις. Σ’ αυτό βασιζόμαστε και με βάση αυτό κάνουμε το πλάνο μας. Εξυπακούεται πως όσο μεγαλύτερες είναι οι ροές των εμβολίων, τόσο πιο γρήγορος θα είναι ο ρυθμός του εμβολιασμού στη χώρα μας», σημείωσε χθες ο κυβερνητικος εκπρόσωπος Χρήστος Ταραντίλης σε ερώτηση κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών αν υπάρχει κάποια ανατροπή στον σχεδιασμό της κυβέρνησης για τους εμβολιασμούς, μετά τις μειωμένες παραδόσεις εμβολίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ποιοι άλλοι παράγοντες επηρεάζουν
Τα προβλήματα στην παραγωγή των δόσεων δεν είναι, ωστόσο, το μόνο πρόβλημα. Η ΕΕ είναι πιο αργή από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο στην έγκριση εμβολίων. Δεδομένου όμως ότι οι δόσεις μπορούν να παραδοθούν μόνο μετά την έγκριση, αυτό βάζει το μπλοκ στο πίσω μέρος της ουράς για τις παραδόσεις.
Ένα άλλο πρόβλημα που προκύπτει από τους αργούς εμβολιασμούς είναι ότι ο ιός μεταλλάσσεται με την πάροδο του χρόνου, καθιστώντας πιθανό ότι τα εμβόλια θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να διασφαλιστεί η συνεχής αποτελεσματικότητά τους.
Ο πρόεδρος του ινστιτούτου υγείας του Ρόμπερτ Κοχ Λόθαρ Βίλερ δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι εάν χρειαστούν νέα εμβόλια των Pfizer / BioNTech ή της Moderna για την καταπολέμηση των νέων παραλλαγών του ιού, αυτά θα εγκριθούν γρήγορα. Η BioNTech έχει υποστηρίξει από την πλευρά της ότι θα χρειαστούν έξι εβδομάδες για να επιτευχθεί μια τέτοια τροποποίηση.
Τέλος, ένα άλλο ζήτημα που προκύπτει από μία εκστρατεία εμβολιασμού που επικεντρώνεται στους ηλικιωμένους και τους ευάλωτους για μεγάλο χρονικό διάστημα, είναι ότι μπορεί μεν να καταφέρει να μειώσει τους θανάτους που σχετίζονται με τον Covid-19, ωστόσο, δεν επιτυχγάνει πολλά στην επιβράδυνση της εξάπλωσης του ιού την οποία «οδηγούν» πιο κινητικά μέρη του πληθυσμού. Ενδεικτική είναι η δήλωση του διάσημου Γερμανού λοιμωξιολόγου Κρίστιαν Ντόρστεν ο οποίος προειδοποίησε την προηγούμενη εβδομάδα ότι εξαιτίας αυτού, οι καθημερινές νέες μολύνσεις στη Γερμανία θα μπορούσαν να αυξηθούν από περίπου 20.000 σήμερα σε 100.000, ακόμη και αν συνεχίσουν να εμβολιάζονται όλο και περισσότεροι ευάλωτοι πολίτες.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από Wall Street Journal