«Ευάλωτες» στην πανδημία του νέου κορωνοϊού θεωρεί τις χώρες που επλήγησαν από την οικονομική κρίση με αποτέλεσμα να προχωρήσουν σε σημαντικές δαπάνες στην υγεία, δημοσίευμα της Wall Street Journal.
«Ευάλωτες» στην πανδημία του νέου κορωνοϊού θεωρεί τις χώρες που επλήγησαν από την οικονομική κρίση με αποτέλεσμα να προχωρήσουν σε σημαντικές δαπάνες στην υγεία, δημοσίευμα της Wall Street Journal.
Οι χώρες της νότιας Ευρώπης μείωναν σταθερά τις δαπάνες τους στον χώρο της υγείας κατά την προηγούμενη δεκαετία και ενώ τις «χτυπούσε» η οικονομική κρίση, υπογραμμίζει η WSJ. H δημοσιονομική πολιτική των κυβερνήσεων μπορεί να εξηγήσει ως ένα βαθμό γιατί κάποιες χώρες «νόσησαν» πιο βαριά από τον νέο κορωνοϊό καταγράφοντας υψηλά κρούσματα και θανάτους από Covid-19, όπως υποστηρίζουν αρκετοί γιατροί και υγειονομικοί που έχουν βρεθεί στην πρώτη γραμμή στη μάχη κατά της πανδημίας.
Οι κατά κεφαλήν ιδιωτικές και δημόσιες δαπάνες για υγειονομική περίθαλψη, κατόπιν προσαρμογής στον πληθωρισμό, μειώθηκαν κατά 2,6% στην Ιταλία μεταξύ του 2009 και του 2019, σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Στην Ελλάδα έπεσε σχεδόν το ένα τρίτο.
Το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης τείνει να αυξάνεται πιο γρήγορα από τον πληθωρισμό. Αυτό οφείλεται αφενός στις αυξανόμενες ανάγκες υγειονομικής περίθαλψης του ηλικιωμένου πληθυσμού, αφετέρου στις τεχνολογικές εξελίξεις, με αποτέλεσμα ακόμα και η διατήρηση σταθερών των δαπανών υγείας συχνά να απαιτεί μείωση του κόστους, όπως μείωση του προσωπικού ή των υπηρεσιών που προσφέρονται.
Η Γερμανία, η οποία είχε ήδη δαπανήσει 45% περισσότερα από την Ιταλία το 2009 για την υγειονομική περίθαλψη, αύξησε τις δαπάνες υγείας κατά ένα τέταρτο την τελευταία δεκαετία. Παρόλο που η Γερμανία έχει πληγεί σοβαρά από το δεύτερο κύμα της πανδημίας στην Ευρώπη, δεν έχει καταγράψει υψηλό αριθμό θανάτων από κορωνοϊό. Μετρά μάλιστα περίπου τους μισούς θανάτους από την Ιταλία.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν οι χώρες της νότιας Ευρώπης διατηρούσαν τις δαπάνες υγείας τα τελευταία χρόνια, τα συστήματα υγείας τους θα μπορούσαν να ανταποκριθούν καλύτερα στην πανδημία και οι θάνατοι θα ήταν λιγόετροι», δήλωσε ο Γκάβινο Μακιόκο, γιατρός και καθηγητής δημόσιας υγείας στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας.
«Όσο λιγότερα ξοδεύονται (για την υγεία), τόσο χειρότερα είναι τα πράγματα για τους ασθενείς», πρόσθεσε.
Ο σημαντικός ρόλος που παίζει το κράτος στα συστήματα υγείας των ευρωπαϊκών χωρών τα καθιστά «ευάλωτα» σε περικοπές που αποφασίζουν οι κυβερνήσεις προσπαθώντας να μειώσουν τις δημόσιες δαπάνες, σχολιάζει η WSJ.
Ένας νόμος που ψηφίστηκε μετά την οικονομική κρίση του 2009 ανάγκασε τις ιταλικές περιφέρειες να μειώσουν τις ετήσιες προσλήψεις των εργαζομένων στον τομέα της υγείας κατά 1,4% κάτω από το επίπεδο του 2004. Παρόλο που αυτό δεν τηρούνταν πάντα, σημειώθηκε μια απότομη μείωση του αριθμού γιατρών και υγειονομικών που εργάζονται στο εθνικό σύστημα υγείας καθώς αρκετοί από όσους αποσύρθηκαν συχνά δεν αντικαταστάθηκαν.
Αυτό, με τη σειρά του, αύξησε τη μέση ηλικία γιατρών και υγειονομικού προσωπικού στην Ιταλία, συμβάλλοντας στον υψηλό αριθμό θανάτων στον κλάδο κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Σύμφωνα με την ένωση των γιατρών στην Ιταλία, περισσότερα από 260 μέλη τους πέθαναν από το Covid-19, σε σύγκριση με περίπου 50 που έχασαν τη ζωή τους στη Γαλλία και λιγότερο από τους μισούς στη Γερμανία.
Άλλοι παράγοντες που συνέβαλαν στον υψηλό αριθμό θανάτων που καταγράφηκαν σε κάποιες χώρες, σύμφωνα με ειδικούς της υγείας, αφορούν τη μέση ηλικία του πληθυσμού, το πόσο νωρίς χτυπήθηκε η χώρα από την πανδημία, την διάρκεια και το πόσο αυστηρό ήταν το lockdown που επιβλήθηκε (αν επιβλήθηκε), την τήρηση μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης και την χρήση της μάσκας από τον πληθυσμό.
Η Ιταλία, η Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, χώρες οι οποίες μείωσαν σημαντικά τις δαπάνες στην υγεία κατά την τελευταία δεκαετία, συγκαταλέγονται μεταξύ των περιοχών με τις υψηλότερες ανθρώπινες απώλειες από τον ιό.
Η Ελλάδα από την άλλη, παρά τις περικοπές που επίσης πραγματοποίησε τα τελευταία χρόνια, σημειώνει σχετικά χαμηλότερο αριθμό θανάτων, σημειώνει το δημοσίευμα ερμηνεύοντας τις μικρότερες απώλειες της χώρας μας στο γεγονός ότι επιβλήθηκε έγκαιρα εθνικό lockdown και ενώ στην χώρα μας καταγράφονταν ακόμα ελάχιστα επιβεβαιωμένα κρούσματα.
Έπειτα από την επιτυχημένα διαχείριση της πανδημίας την άνοιξη, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες βρίσκονται αντιμέτωπες με το δεύτερο κύμα της πανδημίας που έχει οδηγήσει πολλές από αυτές σε νέα lockdown. Σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας, τα ποσοστά μόλυνσης και θανάτων έχουν πλέον μειωθεί ακολουθώντας πτωτική πορεία έπειτα από την κορύφωση της πανδημίας, παραμένουν, ωστόσο, σε υψηλά επίπεδα.
Παρόλα αυτά, οι μεγαλύτερες δαπάνες στην υγεία τα τελευταία χρόνια δεν αποτελούν εγγύηση για καλύτερους επιδημιολογικούς δείκτες, σημειώνει η WSJ φέρνοντας το παράδειγμα των ΗΠΑ έχουν ένα από τα υψηλότερα ποσοστά θανάτων από τον ιό. Ωστόσο, οι δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη της χώρας ανήλθαν στο 17% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος το 2019, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, σε σύγκριση με το 8,7% της Ιταλίας και το 11,7% της Γερμανίας.
Ο υψηλός αριθμός θανάτων από κορωνοϊό στις ΗΠΑ συνδέεται εν μέρει με την χαμηλή αφοσίωση των Αμερικανών στην εφαρμογή μέτρων περιορισμού συγκριτικά με άλλες χώρες, αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Ενώ όμως η πανδημία έχει στρεσάρει τα συστήματα υγείας σε όλο τον κόσμο με μια άνευ προηγουμένου αύξηση των εισαγωγών των ασθενών, οι ειδικοί πιστεύουν ότι χώρες που ήταν καλύτερα προετοιμασμένες έχοντας κάνει σημαντικές δαπάνες στον τομέα της υγείας, έχουν κάνει καλύτερη δουλειά μετριάζοντας τα ποσοστά θανάτων.
naftemporiki.gr