Στις αρχές Δεκεμβρίου, στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων του Σικάγο ξεκίνησε η διαπραγμάτευση Συμβολαίων Μελλοντικής Εκπλήρωσης (εφεξής ΣΜΕ), δηλαδή παραγώγου προϊόντος (future), με αντικείμενο τις μεταβολές στην τιμή του νερού, γράφει ο Δημήτρης Τζάνας.
Από την έντυπη έκδοση
Του Δημήτρη Τζάνα, Οικονομολόγου
Στις αρχές Δεκεμβρίου, στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων του Σικάγο ξεκίνησε η διαπραγμάτευση Συμβολαίων Μελλοντικής Εκπλήρωσης (εφεξής ΣΜΕ), δηλαδή παραγώγου προϊόντος (future), με αντικείμενο τις μεταβολές στην τιμή του νερού. Μια διαδικασία για την οποία είναι σκόπιμο να υπάρξει ένας σχολιασμός, αφού θα απαιτηθεί εύλογος χρόνος διενέργειας συναλλαγών για να αξιολογηθεί πληρέστερα σύμφωνα με τα πραγματικά δεδομένα που θα διαμορφωθούν.
Ανατρέχοντας στην ιστορία, μαθαίνουμε ότι τα παράγωγα στα αγροτικά προϊόντα τα αναφέρει για πρώτη φορά ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του, όταν μνημονεύει ότι ο Θαλής ο Μιλήσιος αποφάσισε την αγορά του δικαιώματος χρήσης των ελαιοτριβείων προβλέποντας την αυξημένη σοδειά του επόμενου έτους. Έβλεπε δηλαδή τη διαγραφόμενη μελλοντικά θετική προοπτική για το λάδι και ήθελε να επωφεληθεί. Σήμερα θα έπαιρνε ένα call-option (δικαίωμα προαίρεσης για αγορές στη σημερινή τιμή) για να πουλήσει μελλοντικά σε ψηλότερη τιμή. Στον αντίποδα, η πρόβλεψη ότι οι κακές καιρικές συνθήκες θα καταστρέψουν ενδεχομένως την παραγωγή οδηγεί τον ενδιαφερόμενο αγρότη να αγοράσει ένα put-option (δικαίωμα προαίρεσης για πωλήσεις στη σημερινή τιμή) για να προστατεύσει το εισόδημά του (διαδικασία αντιστάθμισης κινδύνου-hedging). Η πρώτη οργανωμένη αγορά παραγώγων προϊόντων έγινε στο Άμστερνταμ το 1688 και συνδέθηκε με την τουλιπομανία της εποχής, την πρώτη «φούσκα» που καταγράφηκε ιστορικά.
Όμως, ενώ η λειτουργία των παραγώγων για λόγους κυρίως κάλυψης από κινδύνους έχουν την ιστορία τους ήδη από την αρχαιότητα, έπρεπε να φτάσουμε στο 1973 και στην τελευταία 20ετία για να συμβεί η συναλλακτική εκτόξευση των μεγεθών τους, ενώ στην Ελλάδα το χρηματιστήριο παραγώγων ιδρύθηκε μόλις το 1999. Έτσι, ήταν αφενός ο υπολογισμός της τιμής του δικαιώματος από τους Black-Scholes το 1973 (βραβεύθηκαν με Nobel το 1997 από κοινού με τον Merton) σε συνδυασμό με την τεχνολογία της πληροφορικής που επέτρεψαν να γίνει ένα πλήθος χρηματοοικονομικών προϊόντων από τους επενδυτικούς οίκους. Η θεσμική απελευθέρωση της δεκαετίας του 1990 (κατάργηση του διαχωρισμού επενδυτικής και εμπορικής τραπεζικής) και η παράλληλη διεύρυνση της παγκοσμιοποίησης οδήγησαν στην ανάπτυξη της αγοράς των παραγώγων σε όλο τον πλανήτη με την εισαγωγή των ΣΜΕ - futures (υποχρεωτική η εξάσκησή τους) και των δικαιωμάτων προαίρεσης - options (προαιρετική η εξάσκησή τους) σε όλες τις επενδυτικές κατηγορίες: στις μετοχές, στα ομόλογα, στα νομίσματα και στα εμπορεύματα (στο πετρέλαιο, στα μέταλλα, στα είδη διατροφής όπως ο καφές, η ζάχαρη κ.ά., τώρα και στο νερό!).
Για λόγους αντιστάθμισης των κινδύνων από τις διακυμάνσεις των τιμών τους αλλά και ως επενδυτική επιλογή με στόχο την αποκόμιση κέρδους, επιλογή που έχει οδηγήσει σε δραστικό μετασχηματισμό της επενδυτικής φυσιογνωμίας των αγορών μετά το 2000 με την έκρηξη του όγκου των συναλλαγών σε αυτά με ύψος που πριν από την κρίση του 2008 έφτανε τα 600 τρισ. δολάρια (όσο 10 παγκόσμια ΑΕΠ περίπου!). Σήμερα, όσοι κατέχουν «αποθέματα» σε μία από τις προαναφερθείσες επενδυτικές κατηγορίες (τράπεζες, επενδυτικοί φορείς, εταιρείες που αγοράζουν και αποθηκεύουν κάθε μορφής εμπορεύματα κοκ) κατανοούν την ανάγκη σύνδεσής τους με προϊόντα παραγώγων (ΣΜΕ ή δικαιώματα) για λόγους αντιστάθμισης των κινδύνων από ανεπιθύμητες διακυμάνσεις.
Η εισαγωγή λοιπόν ΣΜΕ και στο νερό μάλλον άργησε να συμβεί και είναι ενδεχομένως αποτέλεσμα της πεποίθησης ότι η αφθονία του δεν καθιστά αναγκαία μια τέτοια διαδικασία. Όμως, ήδη τόσο τα Ηνωμένα Έθνη όσο και η Ε.Ε. προειδοποιούν ότι η αυξανόμενη χρήση του νερού (μόνο το 2,5% είναι «γλυκό») για την αγροτική παραγωγή όπου διοχετεύεται το 70% των υδάτινων πόρων αλλά και οι διευρυνόμενες αστικές χρήσεις (πόσιμο νερό, υγιεινή, βιομηχανική χρήση, αποχέτευση κοκ) θα οδηγήσουν σύντομα σε οξύτατα προβλήματα λόγω ανισορροπίας της προσφοράς σε σχέση με τη ζήτηση. Λαμβάνοντας δε υπόψη τη δημογραφική έκρηξη και τις αρνητικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ομαλή διαδικασία του «κύκλου του νερού», της φυσικής δηλαδή ανακύκλωσής του, η πρόβλεψη ότι το 2025 ο μισός πληθυσμός θα είναι αντιμέτωπος με προβλήματα είναι πιθανό να εκπληρωθεί, εξέλιξη που μπορεί να επιφέρει κάθε είδους αναταράξεις!
Είναι επομένως επιτακτική ανάγκη η διαμόρφωση κατάλληλων πολιτικών για την ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων από όλες τις κυβερνήσεις, με τον IWA (International Water Association) να αποτελεί τον σημαντικότερο φορέα για τη διαμόρφωση του αναγκαίου οδικού χάρτη. Με αυτά τα δεδομένα, η διαπραγμάτευση των ΣΜΕ νερού θα συμβάλει στη διαμόρφωση ορθολογικής τιμολόγησης των υδάτινων πόρων και θα βοηθήσει όσους καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες (αγρότες, δήμοι κοκ) να προστατευθούν από ενδεχόμενες μεγάλες ανατιμήσεις στο μέλλον, εν όψει εξελίξεων που αναμένεται να αναδείξουν το νερό και στο επίπεδο των αγορών σε φυσικό πόρο-κλειδί για την ανθρωπότητα.
Δεν είναι ωστόσο λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι η εισαγωγή των ΣΜΕ στο νερό μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε έντονο κερδοσκοπικό πυρετό, επηρεάζοντας έμμεσα τη διαμόρφωση υψηλών τιμολογίων. Εξέλιξη που θα έλθει σε σύγκρουση με τον χαρακτηρισμό του νερού ως δημόσιου αγαθού με δυσμενείς επιπτώσεις για τις εισοδηματικά ασθενέστερες κατηγορίες του πληθυσμού. Με πιθανό αποτέλεσμα να υπονομευθεί η αποτελεσματική διαδικασία διαχείρισης υδάτινων πόρων. Η διαπραγμάτευση των ΣΜΕ θα δείξει σε βάθος χρόνου αν οι φόβοι είναι δικαιολογημένοι, καθώς η διαπίστωση ότι στη λειτουργία των παραγώγων ως μηχανισμού αντιστάθμισης κινδύνων έχει προστεθεί και εκείνη της υπέρμετρης κερδοσκοπίας, συνιστά την ήδη διαμορφωμένη πραγματικότητα στις αγορές με κυρίαρχη πλέον την τελευταία λειτουργία!