Για να ονειρευτείς το καλύτερο πρέπει να τολμήσεις να κοιτάξεις το χειρότερο γράφει ο ποιητής T. Hardy και φέτος, αυτό το χρόνο που έφυγε, το κοιτάξαμε κατάματα το δύσκολο και το σκοτεινό. Κάτω από τις βαριές του φτερούγες βιώσαμε την ανεπάρκεια μας, πόσο τρωτοί είμαστε, πόσο ευάλωτοι. Αισθανθήκαμε την αβεβαιότητα του αύριο και τη σημασία του σήμερα, αποχαιρετώντας κάθε μέρα κάτι δικό μας, που μέχρι χτες ήταν αυτονόητο. Την επαφή, την αγκαλιά, τον αυθορμητισμό, την ελευθερία μας. Φιμωμένα χείλη κάτω από υγρές μάσκες, εκφράσεις ολόκληρου προσώπου στρυμωγμένα σε δυο μάτια. Συνηθίσαμε το θάνατο να μεταμορφώνεται σε στατιστική κάθε απόγευμα. Κουρασμένοι, μουδιασμένοι περιμένουμε να φύγει αυτός ο χρόνος παίρνοντας μαζί του όλες αυτές τις μνήμες.
Της Δρ. Άννας Κανδαράκη
Για να ονειρευτείς το καλύτερο πρέπει να τολμήσεις να κοιτάξεις το χειρότερο γράφει ο ποιητής T. Hardy και φέτος, αυτό το χρόνο που έφυγε, το κοιτάξαμε κατάματα το δύσκολο και το σκοτεινό. Κάτω από τις βαριές του φτερούγες βιώσαμε την ανεπάρκεια μας, πόσο τρωτοί είμαστε, πόσο ευάλωτοι. Αισθανθήκαμε την αβεβαιότητα του αύριο και τη σημασία του σήμερα, αποχαιρετώντας κάθε μέρα κάτι δικό μας, που μέχρι χτες ήταν αυτονόητο. Την επαφή, την αγκαλιά, τον αυθορμητισμό, την ελευθερία μας. Φιμωμένα χείλη κάτω από υγρές μάσκες, εκφράσεις ολόκληρου προσώπου στρυμωγμένα σε δυο μάτια. Συνηθίσαμε το θάνατο να μεταμορφώνεται σε στατιστική κάθε απόγευμα. Κουρασμένοι, μουδιασμένοι περιμένουμε να φύγει αυτός ο χρόνος παίρνοντας μαζί του όλες αυτές τις μνήμες.
«Να φύγει και να μη ξαναγυρίσει αυτός ο χρόνος» εύχεσαι.. χωρίς να συνειδητοποιείς ότι αυτή τη χρονιά ακούμπησες, άπλωσες το χέρι δειλά στην πιο ξεχασμένη σου πλευρά, την ανθρώπινη. Γιατί εκτός από τον φόβο που κλείνει και διχάζει, υπάρχει και ο φόβος που ενώνει, που φέρνει δίπλα δίπλα το εγώ με το εμείς, που γίνεται ομπρέλα και προστατεύει , κρατώντας στεγνά , τα κεφάλια κάτω από την κοινή μοίρα. Η ευαλωτότητα, μας έβγαλε από την ψευδαίσθηση της παιδικής παντοδυναμίας, ότι είμαστε άτρωτοι και γενναίοι. Υπενθυμίζοντας μας οτι γενναίος, δεν είναι ο άφοβος, αλλά ακριβώς αυτός που παρ’ όλο το φόβο του τολμά να ξεβολευτεί, να πάρει την ευθύνη του και ν αλλάξει.
Δίνουμε ευχές «να ξεχάσουμε όλα αυτά που ζήσαμε.. να διαγράψουμε αυτή τη χρονιά», χωρίς να καταλαβαίνουμε ότι το στοίχημα δεν είναι να ξεχάσουμε αλλά ακριβώς το αντίθετο. Το στοίχημα είναι να μη ξεχάσουμε να θυμόμαστε. Να μη ξεχάσουμε. Γιατί η μνήμη είναι η ιστορία μας και η ιστορία μας είμαστε εμείς.
Το στοίχημα είναι να θυμόμαστε.
Γιατί οι ρυτίδες τιμούν τις στιγμές που ζήσαμε, γιατί η ποιότητα του καθενός φαίνεται στον πόνο και στα σημάδια που άφησε πίσω. Στην αξιοπρέπεια της απώλειας και στην πίστη του προχωρήματος, του νέου ξεκινήματος. Να θυμόμαστε, κρατώντας ζεστό φυλαχτό, αυτή την ανυπομονησία για τη γνώριμη, αλλά τελικά όχι τόσο αυτονόητη, μητρική αγκαλιά. Να θυμόμαστε, μην αφήνοντας να ξεθωριάσει αυτή η λαχτάρα για μοίρασμα. Για ανθρώπινη επαφή. Για παρουσία. Να μοιραστούμε ένα φαγητό με φίλους καλούς και διαλεγμένους, να μη θαμπώσει η βαθιά πίστη για προσωπική ευθύνη, ανθρώπινη επαφή και νοιάξιμο στο διπλανό. Γιατί τελικά αν μάθαμε κάτι είναι ότι γιορτές και Χριστούγεννα δεν σημαίνει πολύχρωμα λαμπάκια, ούτε παραφορτωμένα δέντρα, ούτε – φευ- πλούσια τραπέζια και ακριβά δώρα.. γιορτές σημαίνει μαζί.
Άλλωστε μήπως αυτό δε σημαίνει και η ζωή;
Καλή, ελεύθερη χρονιά, σε όλους.