Η Ε.Ε., αφού κατέληξε σε εμπορική συμφωνία με τη Βρετανία, στράφηκε εσπευσμένα στην Κίνα για ολοκλήρωση των συζητήσεων που άρχισε πριν από επτά χρόνια με το Πεκίνο με σκοπό μία επενδυτική συμφωνία. Αυτό για την Ε.Ε. σημαίνει περαιτέρω πρόσβαση στην κινεζική αγορά, από αυτοκίνητα έως βιοτεχνολογία, ίσως και διευθέτηση πολιτικών του Πεκίνου που έχουν καταδικαστεί ως καταστροφικές για τον ανταγωνισμό, όπως επιδοτήσεις στη βιομηχανία, κρατικός έλεγχος επιχειρήσεων και υποχρεωτικές τεχνολογικές μεταβιβάσεις.
Από την έντυπη έκδοση
Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Η Ε.Ε., αφού κατέληξε σε εμπορική συμφωνία με τη Βρετανία, στράφηκε εσπευσμένα στην Κίνα για ολοκλήρωση των συζητήσεων που άρχισε πριν από επτά χρόνια με το Πεκίνο με σκοπό μία επενδυτική συμφωνία. Αυτό για την Ε.Ε. σημαίνει περαιτέρω πρόσβαση στην κινεζική αγορά, από αυτοκίνητα έως βιοτεχνολογία, ίσως και διευθέτηση πολιτικών του Πεκίνου που έχουν καταδικαστεί ως καταστροφικές για τον ανταγωνισμό, όπως επιδοτήσεις στη βιομηχανία, κρατικός έλεγχος επιχειρήσεων και υποχρεωτικές τεχνολογικές μεταβιβάσεις.
Για την Κίνα, η συμφωνία υπόσχεται έναν ενισχυμένο γεωπολιτικό ρόλο και ίσως περιορισμό των κινδύνων που απορρέουν από την πιο αυστηρή στάση της Ε.Ε. απέναντι στις κινεζικές επενδύσεις. Ενδυναμώνει ακόμη το μακροχρόνιο αίτημα του Πεκίνου για έναρξη διαπραγματεύσεων για μία συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ε.Ε., η οποία είχε θέσει ως όρο γι’ αυτό την επενδυτική συμφωνία. Οι οικονομικές ευκαιρίες που προσφέρει η Ασία είναι τεράστιες και η Ε.Ε. θέλει να παίξει στο πεδίο αυτό, ακόμη και εάν εξομαλυνθούν οι διατλαντικές σχέσεις υπό τον Τζο Μπάιντεν. Τώρα, η επίσπευση των εργασιών για το επενδυτικό σύμφωνο Ε.Ε. - Κίνας εντάθηκε από τη γερμανική Προεδρία που λήγει στα τέλη Δεκεμβρίου και η οποία έχει μεγάλα συμφέροντα στην Κίνα.
Όταν όμως τον Μάρτιο του 2019 ο Κινέζος πρόεδρος μετέβη στο Παρίσι για να συναντήσει τον Γάλλο ομόλογό του Εμανουέλ Μακρόν, τη Γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ και τον τότε πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, το κλίμα δεν ήταν καλό. Έγγραφο της Ε.Ε. χαρακτήριζε την Κίνα «συστημικό ανταγωνιστή». Άραγε, οι Ευρωπαίοι το εννοούσαν πραγματικά; Πριν από λίγους μήνες η Γαλλία παρότρυνε τους παρόχους τηλεπικοινωνιών της να αποφεύγουν τη χρήση εξοπλισμού της κινεζικής Huawei, χωρίς ωστόσο να φθάσουν σε πλήρη απαγόρευση, όπως έκανε η Βρετανία, υπό την πίεση των ΗΠΑ. Το Βερολίνο δεν έχει πάρει σαφή θέση, παρότι παραμένει επιφυλακτικό και πληθαίνουν οι συζητήσεις για κινεζική εξάρτηση της Ευρώπης.
Ήδη οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες έχουν λάβει μέτρα για να μπλοκάρουν τις εξαγορές στρατηγικών για την εθνική τους ασφάλεια επιχειρήσεων από ξένους επενδυτές, «φωτογραφίζοντας» την Κίνα. Μετά, δε, την παραβίαση ελευθεριών στο Χονγκ Κονγκ με την κινεζική νομοθεσία για την ασφάλεια, οι χώρες της Ε.Ε. τάχθηκαν ομόφωνα υπέρ της επιβολής κυρώσεων, ενώ αρκετές κυβερνήσεις επέκριναν το Πεκίνο για τον τρόπο που διαχειρίστηκε την πανδημία του κορονοϊού. Το πεδίο μοιάζει με σκακιέρα, με τους παίκτες να ετοιμάζουν την κίνηση ματ, εν αναμονή ανακατατάξεων σε επίπεδο οικονομίας, μετά την κρίση της πανδημίας. Οι ΗΠΑ ετοιμάζονται για νέα προσέγγιση με την Κίνα. Εάν η Ε.Ε. ενώσει πραγματικά τις δυνάμεις της, έχει μία καλή ευκαιρία.