Με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις στο θεσμικό πλαίσιο του οπτικοακουστικού τομέα, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου (ΕΑΚ), τόνισε την κατεπείγουσα ανάγκη για ενδοκυβερνητικό συντονισμό και για συνεργασία με τους επαγγελματίες του ελληνικού κινηματογράφου.
Με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις στο θεσμικό πλαίσιο του οπτικοακουστικού τομέα, στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου (ΕΑΚ), τόνισε την κατεπείγουσα ανάγκη για ενδοκυβερνητικό συντονισμό και για συνεργασία με τους επαγγελματίες του ελληνικού κινηματογράφου.
Με παριστάμενους δημοσιογράφους, αλλά και εκπροσώπους ενώσεων και φορέων, και πλήθος επαγγελματιών του ελληνικού κινηματογράφου, η ΕΑΚ έδωσε συνέντευξη Τύπου με ένα σημαντικό στόχο: να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου σε τρεις καίριους άξονες.
Τη συζήτηση ξεκίνησε ο Πρόεδρος της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, σκηνοθέτης Γιώργος Τσεμπερόπουλος, λέγοντας, «Ζούμε κοσμογονικές αλλαγές στην παγκόσμια κινηματογραφική πρακτική με δραματικές διαστάσεις. Στην Ευρώπη όπου ανήκουμε οι ταινίες θεωρούνται πολιτιστικά προϊόντα και απολαμβάνουν το πλεονέκτημα της πολιτιστικής εξαίρεσης».
Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος εντόπισε τα προβλήματα στον Νόμο 3905 για τον κινηματογράφο που, από την εποχή της κρίσης και μετά αλλοιώθηκε μέχρι που έπαψε να είναι λειτουργικός, και στη συναρμοδιότητα τριών Υπουργείων για τα κινηματογραφικά θέματα: κατά κύριο λόγο του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, αλλά και της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας της Προεδρίας της Κυβέρνησης. Κατά προτροπή της ΕΑΚ και ολόκληρης της κοινότητας, οι τρεις φορείς πρέπει να συντονιστούν και να χαράξουν μία, ενιαία στρατηγική ανάπτυξης του Ελληνικού Κινηματογράφου, επικαιροποιώντας και τη νομοθεσία.
Στη συνέχεια, μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου ανέπτυξαν τις νομοθετικές (ψηφισμένες και προς ψήφιση), αλλά και τις θεσμικές αποφάσεις, που πάρθηκαν πρόσφατα ερήμην των επαγγελματιών του κινηματογράφου:
1. Η αλλαγή στον τρόπο εφαρμογής του 1,5% (Ποσοστό του ετήσιου κύκλου εργασιών που τα τηλεοπτικά κανάλια και οι πάροχοι καλούνται να επανεπενδύουν στην ελληνική κινηματογραφική παραγωγή).
Η Ελίνα Ψύκου, σκηνοθέτης και Αντιπρόεδρος της ΕΑΚ, μίλησε για το πρόσφατο σχέδιο νόμου της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας που, με την αφορμή ενσωμάτωσης ευρωπαϊκής οδηγίας, βρίσκει ευκαιρία ν’ αλλάξει τη λειτουργία του 1,5% - και, μάλιστα, με μια εξαιρετικά σύντομη περίοδο δημόσιας διαβούλευσης και χωρίς τη συνεργασία του καθ᾽ ύλην αρμόδιου Υπουργείου Πολιτισμού.
Κατ’ αρχάς, ενώ το έργο που δικαιούνταν το 1,5% ήταν το «κινηματογραφικό», τώρα ορίζεται ως το «οπτικοακουστικό» έργο, άρα το ποσό προορίζεται και για τηλεοπτικές σειρές και ψηφιακά παιχνίδια. Έτσι, ανοίγει ο δρόμος ώστε τα κανάλια να μπορούν, μέσω του 1,5%, να μην χρηματοδοτούν κινηματογραφικές ταινίες αλλά το δικό τους πρόγραμμα.
Κατά δεύτερον, το σχέδιο νόμου δίνει τη δυνατότητα το 1,5% να μην πηγαίνει για χρηματοδότηση έργων, αλλά να ισούται με προαγορά δικαιωμάτων προβολής και εκμετάλλευσης.
Κατά τρίτον, δίνεται η δυνατότητα τα χρήματα να πηγαίνουν απ’ ευθείας στο ΕΚΟΜΕ. Ορίζεται δηλαδή αυτό ως εθνικό ταμείο, αγνοώντας το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και καταστρατηγώντας τη λειτουργία του αυθαίρετα, τη στιγμή που το ΕΚΟΜΕ είναι ένα ταμείο αυτόματης χρηματοδότησης και δεν διαχειρίζεται επιλεκτικά προγράμματα χρηματοδότησης βάσει ποιοτικών κριτηρίων όπως το ΕΚΚ. Επιπλέον, μεταφέρει και την έκδοση του πιστοποιητικού ελληνικής ιθαγένειας μιας ταινίας, από το ΕΚΚ στο ΕΚΟΜΕ.
Οι παραπάνω ενέργειες, σε συνδυασμό με μια ξαφνική απόφαση της ΕΡΤ όσο αφορά τις συμβάσεις συμπαραγωγής, αλλά και με την πρόσφατη τροπολογία που αλλάζει τον τρόπο ενίσχυσης του cash rebate, ενισχύοντας και αλλοδαπά τιμολόγια, μοιάζει να στοχεύουν σε μια οργανωμένη μέριμνα υπέρ των καναλιών και των πλατφορμών, με άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στο σινεμά. Η ΕΑΚ υπερασπίζεται την ενίσχυση και ενδυνάμωση τους, αλλά απαιτεί οι ενέργειες αυτές να μη γίνονται εις βάρος του Ελληνικού Σινεμά, αλλά να υπάρξει αντίστοιχα σχέδιο και στρατηγική και για αυτό.
2. Αλλαγή στις απαιτήσεις της ΕΡΤ ως συμπαραγωγού
Ο Σύλλας Τζουμέρκας, σκηνοθέτης και Γενικός Γραμματέας της ΕΑΚ, εξήγησε ότι, αιφνιδιαστικά, το καλοκαίρι, η ΕΡΤ, με μικρό αναλογικά ποσοστό συμπαραγωγής στις κινηματογραφικές ταινίες, άρχισε ν’ απαιτεί αποκλειστικότητα προβολής σε όλα τα μέσα εκτός κινηματογραφικής αίθουσας για την ελληνική επικράτεια, δεσμεύοντας για τα δύο πρώτα χρόνια την ταινία και με δικαίωμα προβολής δωρεάν στο ERTFLIX. Με τον τρόπο αυτό, ο παραγωγός ή ο διανομέας δεν μπορεί να διαθέσει την ταινία του ούτε καν σε ελληνικές πλατφόρμες streaming. Αυτό θα μπορεί να το κάνει δύο χρόνια αργότερα, όταν η ταινία θα έχει ήδη προβληθεί δωρεάν τρεις φορές στην ΕΡΤ και για μήνες στο ERTFLIX, καθιστώντας έτσι όποια πώληση αδύνατη.
Οι παραπάνω κινήσεις όχι μόνο βρίσκονται σε ανακολουθία με την ευρωπαϊκή πρακτική και την κοινοτική οδηγία, αλλά επιπλέον λειτουργούν επιθετικά προς τις αίθουσες και τις ελληνικές πλατφόρμες, μη λαμβάνοντας υπόψιν ούτε τους επαγγελματίες του σινεμά, ούτε και τους εποπτεύοντες φορείς.
Το σινεμά είναι και θα είναι εδώ, οι διοικήσεις και οι νόμοι έρχονται και παρέρχονται, βλάπτουν πολύ ή λίγο, ωφελούν λιγότερο ή περισσότερο, μετά αντικαθίστανται, τροποποιούνται, αλλάζουν. Όμως οι ταινίες, το έργο δηλαδή και ο μόχθος των ανθρώπων του σινεμά, είναι που θα μείνουν για πάντα και θα είναι η κληρονομιά μας. Τίποτε άλλο από αυτά που συζητάμε δεν αντέχει στο χρόνο. Μόνο οι ταινίες που έγιναν ερήμην ή κόντρα σε αδράνειες ή εσφαλμένες αποφάσεις ή, ελπίζουμε, με τη βοήθεια σωστών αποφάσεων.
3. Έλλειψη διαβούλευσης και συμμετοχής
Ο παραγωγός και Αντιπρόεδρος της ΕΑΚ, Γιώργος Τσούργιαννης, αναφέρθηκε και στο νομοσχέδιο που περιλαμβάνει την αλλαγή περί του 1,5%, που δεν έχει ψηφιστεί ακόμα, αλλά και στο νομοσχέδιο που περιλάμβανε την τροπολογία σχετικά με το cash rebate που ήδη ψηφίστηκε.
«Μας αφήνει άναυδους ότι τόσο σημαντικές ρυθμίσεις, που αλλάζουν ριζικά τις συνθήκες λειτουργίας του ελληνικού κινηματογράφου, μπορεί να ψηφίζονται χωρίς ουσιαστική διαβούλευση, συζήτηση, συμμετοχή των χρηστών τους», είπε ο Τσούργιαννης. «Προφανώς συντασσόμαστε με την ανάγκη περαιτέρω προσέλκυσης μεγάλων παραγωγών στην Ελλάδα κι είμαστε εδώ για να στηρίξουμε». Όμως, όπως τόνισε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι την ώρα αυτή στην Ευρώπη δίνεται κυριολεκτικά μια μάχη στο πεδίο της ενσωμάτωσης της ευρωπαϊκής οδηγίας, μεταξύ των παραγωγικών δυνάμεων, των νομοθετών της Ευρώπης και των μεγάλων πλατφορμών streaming, ώστε και να προφυλαχθεί το ευρωπαϊκό οικονομικό και πολιτιστικό οικοσύστημα και να διαμορφωθούν οι συνθήκες και προϋποθέσεις ένταξης και αφομοίωσης τους στα εργαλεία χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών έργων. Επιπλέον, οι δυνατότητες που η νέα ρύθμιση του cash rebate παρέχει σε αυτές τις πλατφόρμες, σε συνδυασμό με το εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό ενίσχυσης τους προς την εθνική παραγωγή, όπως αυτό το προτείνει το σχέδιο νόμου της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας (1,5% επί του ετήσιου κύκλου εργασιών τους), θα έπρεπε να αποτελούν αντικείμενο σημαντικής διαβούλευσης με όλους τους αρμόδιους φορείς και κομμάτι του συνολικού εθνικού και μακροπρόθεσμου σχεδιασμού.
Στο ίδιο τραπέζι
Ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος τέλος, εκπροσωπώντας ως πρόεδρος της ΕΑΚ όλο τον κινηματογραφικό χώρο, τόνισε ότι πρέπει να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, ως το καθ᾽ ύλην αρμόδιο για τον κινηματογράφο, το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης και η Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης και Επικοινωνίας, να αποφασίσουν από κοινού και να σχεδιάσουν μια σημερινή στρατηγική ανάπτυξης της εθνικής μας κινηματογραφίας, αλλά και την αναθεώρηση του νόμου 3905/2010, με πρωτεύοντα στόχο την ενδυνάμωση της ελληνικής ταινίας και την υποστήριξη των Ελλήνων παραγωγών και δημιουργών. «Στην πρώτη του επίσκεψη στο Υπουργείο Πολιτισμού», είπε ο Τσεμπερόπουλος, «ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε δηλώσει ότι εκλαμβάνει το Υπουργείο όχι μόνο ως θεματοφύλακα της κληρονομιάς αλλά και ως αναπτυξιακό υπουργείο. Τον παρακαλούμε να επιμείνει».
Ερωταποκρίσεις
Στη συζήτηση που ακολούθησε, με δημοσιογράφους, μέλη κινηματογραφικών φορέων και επαγγελματίες του χώρου, προέκυψαν τα παρακάτω:
Εάν η έκκληση της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου δεν εισακουστεί, το επόμενο βήμα είναι ν’ απευθυνθεί στους Ευρωπαίους ομολόγους για υποστήριξη.
Όσα Υπουργεία και φορείς κι αν εμπλέκονται στα κινηματογραφικά ζητήματα, το καθ’ ύλην αρμόδιο είναι το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού – γι’ αυτό, η Ακαδημία του ζητά ν’ αναλάβει την πρωτοβουλία, ν’ αντιληφθεί το ρόλο του.
Συντάσσεται με την ΕΑΚ η ελληνική κινηματογραφική διανομή – όπως είπε η Ειρήνη Σουγανίδου, Διευθύνουσα Σύμβουλος της Feelgood Entertainment, «οι σημερινές τοποθετήσεις αποτελούν μια μικρή βόμβα στο ήδη προβληματικό τοπίο της διανομής της ελληνικής ταινίας».
Συντάσσεται με την ΕΑΚ η Ένωση Ελληνικού Ντοκιμαντέρ (ΕΕΝ) – όπως είπε ο αντιπρόεδρος και σκηνοθέτης Άγγελος Κοβότσος, «εάν μία φορά πλήττονται οι υπόλοιποι κλάδοι του κινηματογράφου από αυτές τις αλλαγές που επίκεινται, το ντοκιμαντέρ, ειδικά με το θέμα του 1,5%, πλήττεται καίρια».
Συντάσσεται με την ΕΑΚ ο Σύνδεσμος Ανεξάρτητων Παραγωγών Οπτικοακουστικών Έργων (Σ.Α.Π.Ο.Ε.). Όπως είπαν οι παραγωγοί Παναγιώτης Παπαχατζής (Πρόεδρος ΔΣ Σ.Α.Π.Ο.Ε.) και Αμάντα Λιβανού (μέλος ΔΣ Σ.Α.Π.Ο.Ε.), «πρώτη φορά Κυβέρνηση δεν λαμβάνει υπόψιν τις απόψεις ολόκληρου του χώρου, όχι απλά τις απόψεις μόνο ενός σωματείου. Πρώτη φορά δεν συνομιλεί μαζί μας. Αντί η Κυβέρνηση να χαράξει εθνική στρατηγική, υπάρχουν 2-3 Υπουργεία που το καθένα ενεργεί μόνο του χωρίς συντονισμό».
Κλείνοντας, η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου τόνισε ότι θέλει, κατ’ αρχάς, να δει την ανταπόκριση των φορέων και τον Υπουργείων σ’ αυτή την πρώτη κίνηση. «Δεν θέλουμε να είμαστε απαισιόδοξοι. Ανάλογα με την ανταπόκριση θα κινηθούμε. Δώσαμε σήμερα αυτή τη συνέντευξη Τύπου γιατί θέλουμε να ευαισθητοποιήσουμε και ενεργοποιήσουμε τους υπευθύνους υπουργούς και να συντονίσουν το έργο τους».