Σύμφωνα με τους επικαιροποιημένους στόχους του υπουργείου Οικονομικών, ο κρατικός προϋπολογισμός στο 11μηνο είναι εντός πλαισίων. Όμως, αν ληφθούν υπόψη οι αρχικοί στόχοι, οι οποίοι τέθηκαν τον Νοέμβριο του 2019, προ πανδημίας, η εικόνα είναι δραματική, όπως και η σύγκριση των μεγεθών του 2020 με εκείνα του 2019. Στην περίοδο Ιανουαρίου - Νοεμβρίου 2020 παρουσιάζεται έλλειμμα στο ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού ύψους 18,3 δισ. ευρώ, όταν το 2019 καταγράφηκε πλεόνασμα ύψους 1,92 δισ. ευρώ.
Από την έντυπη έκδοση
Του Πάνου Φ. Κακούρη
[email protected]
Σύμφωνα με τους επικαιροποιημένους στόχους του υπουργείου Οικονομικών, ο κρατικός προϋπολογισμός στο 11μηνο είναι εντός πλαισίων. Όμως, αν ληφθούν υπόψη οι αρχικοί στόχοι, οι οποίοι τέθηκαν τον Νοέμβριο του 2019, προ πανδημίας, η εικόνα είναι δραματική, όπως και η σύγκριση των μεγεθών του 2020 με εκείνα του 2019. Στην περίοδο Ιανουαρίου - Νοεμβρίου 2020 παρουσιάζεται έλλειμμα στο ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού ύψους 18,3 δισ. ευρώ, όταν το 2019 καταγράφηκε πλεόνασμα ύψους 1,92 δισ. ευρώ.
Το πρωτογενές αποτέλεσμα του προϋπολογισμού, από πλεόνασμα 6,95 δισ. ευρώ πέρυσι μετατράπηκε φέτος σε πρωτογενές έλλειμμα ύψους 13,75 δισ. ευρώ. Οι διαφορές είναι τεράστιες και ο τρόπος κάλυψης των αυξημένων δημοσιονομικών ελλειμμάτων είναι ο δανεισμός από τις αγορές και η απομείωση του μαξιλαριού των διαθεσίμων. Κάποια στιγμή, όμως, τα δημοσιονομικά μεγέθη θα πρέπει να επανέλθουν σε κανονικά επίπεδα, δηλαδή ο προϋπολογισμός να παράγει πρωτογενή πλεονάσματα και ένα ελεγχόμενο έλλειμμα γενικής κυβέρνησης.
Βέβαια, για να συζητάμε για πλεονάσματα, πρωτογενή ή όχι, απαιτείται να προηγηθεί το τέλος της πανδημίας και η επαναφορά της οικονομίας και της κοινωνίας στην πολυπόθητη κανονικότητα. Κατόπιν αρχίζουν τα δύσκολα για το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, αλλά και για τους φορολογούμενους. Στη μετά Covid εποχή θα απαιτηθούν δύο πράγματα. Η αύξηση των εσόδων ώστε να επανέλθουν στα επίπεδα προ της πανδημίας και να ελεγχθούν οι δαπάνες, οι οποίες λόγω των μέτρων στήριξης, αλλά και μόνιμων διαρθρωτικών αγκυλώσεων είναι υψηλές. Αυτή την περίοδο στελέχη του οικονομικού επιτελείου δηλώνουν ότι τα πρόσθετα έσοδα θα προκύψουν από την ανάκαμψη της οικονομίας, μετά την περιπέτεια. Είναι μια βάσιμη προσδοκία, με αστερίσκο ωστόσο τις πληγές που θα αφήσει πίσω της η πρωτοφανής οικονομική κρίση και ειδικότερα πόσες επιχειρήσεις θα αντέξουν και θα βρεθούν στην αφετηρία της ανάκαμψης. Γιατί τα μηνύματα που στέλνουν οι μικρομεσαίοι δεν είναι ενθαρρυντικά ως προς τη βιωσιμότητά τους και η επάνοδος της οικονομίας στην κανονικότητα δεν θα είναι τόσο αυτόματη.
Επίσης, καθοριστικός παράγοντας στις αποφάσεις της κυβέρνησης είναι το χρονικό περιθώριο για την επαναφορά των δημοσιονομικών μεγεθών που θα δώσουν οι θεσμοί. Μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα που μπορεί ελεύθερα να διαμορφώνει την οικονομική της πολιτική. Τελεί υπό μεταμνημιακή εποπτεία, υπό τη στενή έννοια μέχρι και το 2022 (η οποία έχει ανασταλεί λόγω του Covid-19), αλλά και σε μακροπρόθεσμη επιτήρηση, για κάποιες δεκαετίες, μέχρι να αποπληρώσει το 75% των δανείων που έλαβε από τον μηχανισμό στήριξης. Και μόνο το τελευταίο αποτελεί εφιάλτη για τον υπουργό Οικονομικών.