«Αν με βεβαιότητα προέκυψε ένα συμπέρασμα μετά το τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αυτό είναι ότι οι σχέσεις ΕΕ -Τουρκίας δεν είναι και δε θα είναι πια οι ίδιες», τονίζει ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης.
«Αν με βεβαιότητα προέκυψε ένα συμπέρασμα μετά το τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αυτό είναι ότι οι σχέσεις ΕΕ -Τουρκίας δεν είναι και δε θα είναι πια οι ίδιες», τονίζει ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης.
Ο κ. Βαρβιτσιώτης, σε σημερινό άρθρο του στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, σημειώνει ότι «Η Ένωση έχει αντιληφθεί ότι η τουρκική παραβατικότητα δεν αποτελεί ένα ακόμη πρόβλημα της Ελλάδας με τον δύσκολο γείτονά της, αλλά ένα ευρω-τουρκικό ζήτημα, που αγγίζει τον πυρήνα της ταυτότητάς της και τη συνολική στρατηγική ασφάλειας στη ΝΑ Μεσόγειο»
Εξίσου σαφές έγινε προσθέτει ο κ. Βαρβιτσιώτης, ότι η σχέση της Ένωσης με την Τουρκία δεν μπορεί να συνεχίσει ως έχει. Η Άγκυρα δείχνει να πορεύεται εμπνεόμενη από νέο-οθωμανικές φιλοδοξίες, που δεν ανταποκρίνονται και δεν συμβαδίζουν με το σύστημα αρχών και αξιών της ΕΕ. Κι αυτή είναι από μόνη της μια απειλή τόσο για το σύστημα Δικαίου της Ένωσης όσο και για τη σταθερότητα της περιοχής.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να χαράξει νέα στρατηγική απέναντι στην Τουρκία χωρίς άλλες καθυστερήσεις. Αλλιώς, κινδυνεύει να χάσει την αξιοπιστία της και να δει την πολιτική της δύναμη να μειώνεται, συμπληρώνει.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, υπογραμμίζει ότι οι αποφάσεις του τελευταίου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αποτελούν πράγματι ένα διστακτικό βήμα, που οδηγεί, όμως, προς τη σωστή κατεύθυνση. «Η Ένωση αποφάσισε να εκτιμήσει συνολικά τη σχέση της με την Τουρκία και έκανε σαφές ότι η εκτίμηση αυτή δεν μπορεί να γίνει με όρους οπαδικούς. Δεν υπάρχει θέμα ‘νικητή’ και ‘ηττημένου’.
Όρισε επίσης σαφές χρονοδιάγραμμα για την αξιολόγηση αυτή και δήλωσε ανοιχτή σε μέτρα ευρύτατου φάσματος, δίνοντας ρητά εξουσιοδότηση στον Ύπατο Εκπρόσωπο να διευρύνει τη λίστα των κυρώσεων. Οι κυρώσεις, υπενθυμίζει έτσι η Ένωση, είναι ένα από τα πολλά μέτρα, που μπορούν και πρέπει να ληφθούν, για να ασκηθεί πίεση στην Τουρκία», τόνισε.
Από την πλευρά της, η Ελλάδα δεν φοβάται τον διάλογο, επισημάνει ο κ. Βαρβιτσιώτης. Έχει ενημερώσει, προσθέτει, για την παράνομη τουρκική δραστηριότητα σε όλα τα επίπεδα και έχει θέσει ξεκάθαρα το πλαίσιο: «Μοναδική προς επίλυση διαφορά είναι η οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών στη βάση του Διεθνούς Δικαίου. Ανέδειξε δε ως αδιαπραγμάτευτη προϋπόθεση να αποδείξει η Τουρκία ότι αφήνει πίσω της άμεσα και με συνέπεια την οδό της παραβατικότητας. Ότι δεσμεύεται για συγκεκριμένες θετικές ενέργειες, που επιβεβαιώνουν στην πράξη κι όχι στα λόγια ότι την ενδιαφέρει ένα μέλλον ασφάλειας και συνεργασίας με την Ευρώπη», επισημαίνει.
Ωστόσο, ο κ. Βαρβιτσιώτης υπογραμμίζει ότι η Ελλάδα δεν επιδιώκει κοντόφθαλμα την αποκοπή της Τουρκίας από τη Δύση. Γνωρίζει ότι μια αποσταθεροποιημένη Τουρκία θα καταστεί ένας ακόμη πιο προβληματικός γείτονας, που θα αναζητήσει ένα ακόμη πιο επικίνδυνο πεδίο συνεννόησης, εκτός του θεσμικού πλαισίου της ΕΕ.
«Όσο κι αν η ΕΕ δυσκολεύεται να προχωρήσει λόγω των ανελαστικών διαδικασιών της, στο τέλος, καταφέρνει να κάνει το βήμα. Έστω κι αν είναι "ένα βήμα τη φορά", όπως είπε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Έστω κι αν κερδίζει μία μικρή μάχη κάθε φορά, μέχρι την επόμενη μεγάλη. Το απέδειξε, άλλωστε, με το Ταμείο Ανάκαμψης. Πολλώ δε μάλλον όταν πρόκειται για σύνθετα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής», υποστηρίζει.
«Ο ρόλος της Ευρώπης είναι να δώσει και εδώ λύση. Και η λύση θα είναι διπλωματική. Σε αυτό το διπλωματικό τραπέζι, η Ελλάδα έχει ήδη κερδίσει τη θέση της. Κι όσο κρατάει ανοιχτό το θέμα στην ατζέντα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όσο η Τουρκία εξακολουθεί να εμφανίζεται ως πρόβλημα για όλο το σύστημα ασφάλειας της περιοχής, είναι εκείνη που θα εκτίθεται και θα πιέζεται διπλωματικά, για να προσέλθει με τη σειρά της στο ίδιο αυτό τραπέζι», καταλήγει στο άρθρο του ο Μ. Βαρβιτσιώτης.