Η τρέχουσα συγκυρία είναι πλέον ακατάλληλη για καθυστερήσεις στην παραγωγή προϊόντων τεχνολογίας, καθώς η ζήτηση έχει κορυφωθεί λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις που καθιστούν απαραίτητο τον εξοπλισμό για κατ' οίκον εργασία, εκπαίδευση και ψυχαγωγία. Κι όμως κατασκευαστές βιομηχανικών προϊόντων από αυτοκίνητα μέχρι τηλεοράσεις και έξυπνα τηλέφωνα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για μεγάλες ελλείψεις στην παγκόσμια προσφορά τσιπ.
Από την έντυπη έκδοση
Της Ζωρζέτ Ζολώτα
[email protected]
Η τρέχουσα συγκυρία είναι πλέον ακατάλληλη για καθυστερήσεις στην παραγωγή προϊόντων τεχνολογίας, καθώς η ζήτηση έχει κορυφωθεί λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις που καθιστούν απαραίτητο τον εξοπλισμό για κατ' οίκον εργασία, εκπαίδευση και ψυχαγωγία. Κι όμως κατασκευαστές βιομηχανικών προϊόντων από αυτοκίνητα μέχρι τηλεοράσεις και έξυπνα τηλέφωνα κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για μεγάλες ελλείψεις στην παγκόσμια προσφορά τσιπ. Κανένα σχόλιο δεν έκανε σε σχετικό δημοσίευμα του Reuters, η TSMC της Ταϊβάν με γραφεία στη Βόρεια Αμερική, την Ευρώπη, την Κίνα και τη Νότια Κορέα, της οποίας το πελατολόγιο περιλαμβάνει τις Apple και Qualcomm. «Φαίνεται πως έχει φθάσει στα όριά της», σχολιάζει ωστόσο ανώνυμη πηγή. Εκπρόσωπος της ανταγωνίστριας GlobalFoundries δήλωσε πως η ζήτηση είναι υψηλή από όλους τους κλάδους και ενισχύθηκε περαιτέρω από την πανδημική κρίση.
Η Huawei
Ελλείψεις στην παγκόσμια προσφορά των τσιπ προκλήθηκαν από έναν συνδυασμό παραγόντων, ένας εκ των οποίων βρίσκει ρίζες στον τεχνολογικό πόλεμο που κήρυξε η απερχόμενη κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ σε κινεζικές εταιρείες και ειδικότερα στη Huawei Technologies, κατηγορώντας τους πως διατηρούν στενούς δεσμούς με το Κομμουνιστικό Κόμμα της χώρας και αποτελούν απειλή για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Eπί σειρά μηνών, η Huawei συγκέντρωνε αποθέματα σε μικροεπεξεργαστές προκειμένου να είναι σε θέση να προμηθεύει τις κινεζικές εταιρείες τηλεπικοινωνιών που έχουν θέσει ως στόχο την ενεργοποίηση των δικτύων 5G μέσα στο 2021. Σκοπός της Huawei, η οποία δραστηριοποιείται στην κατασκευή τηλεπικοινωνιακών δικτύων και έξυπνων τηλεφώνων, ήταν να προλάβει να έχει επαρκή τσιπ μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου που θα εφαρμόζονταν κυρώσεις των ΗΠΑ που ουσιαστικά απαγόρευαν σε εταιρείες με παρουσία στις ΗΠΑ κάθε συνεργασία με τον κινεζικό κολοσσό. Παράλληλα η ανταγωνίστρια Xiaomi επιτάχυνε τις δικές της παραγγελίες προκειμένου να κερδίσει το μερίδιο που έχανε η Huawei, σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters.
Καταστροφή εργοστασίου
Η ολική καταστροφή εργοστασίου παραγωγής τσιπ στην Ιαπωνία, επίσης, άφησε ένα ακόμη μεγάλο κενό στην παγκόσμια προσφορά αυτών των πολύτιμων εξαρτημάτων για την παραγωγή προϊόντων τεχνολογίας. Τον Οκτώβριο ξέσπασε πυρκαγιά σε μονάδα της Asahi Kasei Microdevices στη νότια Ιαπωνία που διήρκεσε τρεις ημέρες. Επανεκκίνηση της παραγωγής στη συγκεκριμένη μονάδα δεν αναμένεται νωρίτερα από έξι μήνες, με τις Panasonic και Yamaha να μιλούν ήδη για καθυστερήσεις στην παραγωγή τους από την έλλειψη τσιπ. Η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω από τις απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων σε εργοστάσιο της STMicroelectronics στη Γαλλία που οδήγησε σε πτώση της παραγωγής κατά 8%, αν και η ίδια η εταιρεία ισχυρίζεται πως δεν υπήρξε καμία αρνητική επίδραση.
Πάνω απ' όλα, όμως, οι επενδύσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα για την κατασκευή εργοστασίων παραγωγής τσιπ φαίνεται να είναι ανεπαρκείς σε μια εποχή που η ζήτηση για τηλέφωνα 5G, φορητούς υπολογιστές και αυτοκίνητα έχουν αυξηθεί, καθώς η κοινωνική αποστασιοποίηση είναι απαραίτητη για την ανάσχεση των κρουσμάτων του Covid-19. «Από τη στιγμή που όλα αυτά τα προϊόντα απαιτούν το ίδιο εξάρτημα για την ολοκλήρωση της παραγωγής τους, οι ελλείψεις γίνονται αισθητές σε ένα ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων», σχολίασε χθες ο Κέβιν Άντερσον, αναλυτής της Omdia, στο πρακτορείο Reuters. Ήδη οι εταιρείες προειδοποιούν για μια αύξηση των τιμών τους, προκαλώντας ενδεχομένως αλυσιδωτές αντιδράσεις σε όλη την αλυσίδα παραγωγής. Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, η NXP Semiconductors ενημέρωσε τους πελάτες της πως θα προχωρήσει σε ανατιμήσεις για όλα τα προϊόντα της λόγω της «σημαντικής» αύξησης του κόστους των πρώτων υλών της και της «σοβαρής έλλειψης» σε τσιπ.