Η παγκόσμια κατάρρευση της οικονομικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού αύξησε σημαντικά τον κίνδυνο το χρέος πολλών χωρών να καταστεί προβληματικό, ωθώντας τις φτωχότερες από αυτές στα όριά τους, γράφει η Πάολα Σούμπασι.
Από την έντυπη έκδοση
Tης Πάολα Σούμπασι*
Η παγκόσμια κατάρρευση της οικονομικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορονοϊού αύξησε σημαντικά τον κίνδυνο το χρέος πολλών χωρών να καταστεί προβληματικό, ωθώντας τις φτωχότερες από αυτές στα όριά τους. Ως απάντηση, διάφοροι διεθνείς οργανισμοί συνέστησαν μια σειρά από πρωτοβουλίες για την πρόληψη των καταστάσεων που απαιτούνται για την επαρκή ανταπόκριση στην κρίση της δημόσιας υγείας και την εξυπηρέτηση των υφιστάμενων χρεών.
Ειδικότερα, η G20 έχει δημιουργήσει την Πρωτοβουλία Αναστολής Εξυπηρέτησης του Χρέους (DSSI), η οποία επιτρέπει στις φτωχότερες χώρες του κόσμου να αναστείλουν τις επίσημες διμερείς πληρωμές για την εξυπηρέτηση του χρέους τους μέχρι το επόμενο έτος. Και τον προηγούμενο μήνα, οι ηγέτες της G20 υιοθέτησαν ένα νέο κοινό πλαίσιο, για την αντιμετώπιση των αναγκών της αναδιάρθρωσης των κρατικών χρεών κατά περίπτωση.
Αντιμέτωπες με το ξαφνικό κόστος της πανδημικής κρίσης, πολλές χώρες που ήδη δυσκολεύονται να εξυπηρετήσουν το υπάρχον χρέος χρειάζονται νέα χρηματοδότηση, εντούτοις διαπιστώνουν ότι είναι πολύ δύσκολο ή ακριβό να δανειστούν περισσότερα. Και ακόμη και αν καταφέρουν να το κάνουν, η πρόσθετη επιβάρυνση του χρέους θα τις επιβαρύνει για χρόνια, περιορίζοντας τις προοπτικές τους για ανάπτυξη και εξέλιξη.
Εκτός από τις άτυχες χώρες που έχουν φθάσει στα όριά τους, η σημερινή πίεση του κρατικού χρέους ενέχει δυνητικά έναν συστημικό κίνδυνο. Από το 2014, το συνολικό δημόσιο χρέος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ όχι μόνο αυξήθηκε σημαντικά· έχει επίσης κατακερματιστεί, λόγω της χρήσης περισσότερων διαφορετικών χρεωστικών μέσων μεταξύ ενός ευρύτερου φάσματος πιστωτών.
Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις συνθήκες, το παγκόσμιο δίχτυ χρηματοοικονομικής ασφάλειας πρέπει επειγόντως να διευρυνθεί, πέρα από την υποστήριξη που προσφέρουν σήμερα οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί όπως το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Προς τον σκοπό αυτό, η DSSI έκανε το πρώτο βήμα αναστέλλοντας τις πληρωμές κεφαλαίου και τόκων για το οφειλόμενο χρέος μεταξύ 1ης Μαΐου 2020 και 30ής Ιουνίου 2021 (έχει παραταθεί από τις 31 Δεκεμβρίου 2020), επεκτείνοντας έτσι το δίχτυ ασφαλείας για τουλάχιστον 77 αναπτυσσόμενες χώρες.
Όμως, ενώ η DSSI προσφέρει κάποια αναβολή, απλώς μεταθέτει την εξυπηρέτηση του χρέους, αφήνοντας τις αναβαλλόμενες πληρωμές να εξοφληθούν πλήρως μεταξύ του 2022 και του 2024. Οι χώρες οφειλέτες θα πρέπει επομένως να αντισταθμίσουν τη διαφορά με μεγαλύτερες αποπληρωμές και ίσως χρειαστεί να δανεισθούν περισσότερα για να εξυπηρετήσουν το χρέος τους, εκτός από οποιοδήποτε άλλο χρέος που θα έχει αναληφθεί κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορονοϊού. Οι 46 χώρες που έχουν υποβάλει αίτηση για αναστολή των πληρωμών του χρέους μέχρι στιγμής, τελικά θα πρέπει να καλύψουν 5,3 δισ. δολάρια αναβαλλόμενων πληρωμών, επιπλέον των 71,54 δισ. δολαρίων της προϋπάρχουσας ανάληψης υποχρεώσεων· και οποιοδήποτε άλλο χρέος από το ξέσπασμα του κορονοϊού που θα προσθέσει περισσότερο βάρος.
Παρότι η τελευταία πρωτοβουλία για το χρέος της G20 χάνει πολλά από αυτά τα ζητήματα, έχει τουλάχιστον θέσει ένα κοινό πλαίσιο για τη μείωση του χρέους στη διεθνή ατζέντα. Η νέα πρωτοβουλία έχει δύο ξεχωριστά πλεονεκτήματα. Πρώτον, επιτρέποντας την προσέγγιση κατά περίπτωση, αντιμετωπίζει μια συγκεκριμένη ανησυχία που εγείρουν οι πιστωτές του ιδιωτικού τομέα, ένα βασικό συστατικό που δεν συμπεριλήφθηκε στην DSSI.
Δεύτερον, το νέο πλαίσιο φέρνει την Κίνα στο κάδρο, έχοντας ξεπεράσει κάποια αρχική αντίσταση που απορρέει από τον δισταγμό όπως εκφράσθηκε από μια κρατική τράπεζα (ανησυχίες ότι η China Development Bank και η China Export-Import Bank θα εκτίθενται οι ίδιες στην αναδιάρθρωση του χρέους). Επειδή η Κίνα κατέχει περί του 63% του συνολικού χρέους που οφείλεται στα κράτη-μέλη της G20, η συμμετοχή της είναι κρίσιμη για την επιτυχία της πρωτοβουλίας.
Το κοινό πλαίσιο είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Αλλά η G20 δεν πρέπει να σταματήσει εκεί· η πρωτοβουλία πρέπει να επεκταθεί σε ένα κοινό σύστημα αναδιάρθρωσης των κρατικών χρεών. Το κρατικό χρέος είναι η μόνη κατηγορία χρέους χωρίς μηχανισμό πτώχευσης. Ενώ άτομα και εταιρείες μπορούν να κηρύξουν πτώχευση, μια χώρα δεν μπορεί.
Μέχρι στιγμής, η διεθνής κοινότητα βασίστηκε στη συμβατική προσέγγιση για την πρόληψη και επίλυση των προβλημάτων του δημοσιονομικού χρέους. Αλλά αυτή η μέθοδος συχνά περιλαμβάνει βαθιές ασυμμετρίες μεταξύ των οφειλετών και των πιστωτών, με αποτέλεσμα την άνιση κατανομή των ζημιών στους διαφορετικούς τύπους πιστωτών. Χρειαζόμαστε έναν πολυμερή οργανισμό που να είναι ειδικά επιφορτισμένος με τον συντονισμό των πιστωτών, την ανταλλαγή πληροφοριών και τη μείωση του πεδίου για τη μόχλευση των πληροφοριών.
Επιπρόσθετα, το νέο πλαίσιο θα πρέπει να βοηθήσει τις χώρες οφειλέτες σε όλη τη διαδικασία αναδιάρθρωσης. Για παράδειγμα, όπως έχει ήδη προτείνει το ΔΝΤ, η G20 θα πρέπει να αναθέσει στα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα την παροχή περιορισμένης χρηματοδότησης, προκειμένου να δώσει στους οφειλέτες χώρο για διαπραγματεύσεις, ούτως ώστε να εξασφαλίσουν μια βιώσιμη συμφωνία για αναδιάρθρωση του χρέους. Για να συνδέσει τα πάντα, η G20 θα πρέπει να βασιστεί στις Επιχειρησιακές Οδηγίες για τη Βιώσιμη Χρηματοδότηση για να προωθήσει την υπεύθυνη πίστωση και τον υπεύθυνο δανεισμό παράλληλα με την ομαλή, πολυμερή αναδιάρθρωση του χρέους. Θα πρέπει επίσης να υποστηρίζει τη διαφάνεια του χρέους και να παρέχει την απαραίτητη τεχνική βοήθεια, έτσι ώστε οι χώρες να μπορούν να ενισχύσουν την ικανότητα διαχείρισης του χρέους τους πριν βρεθούν σε κίνδυνο.
*Η Πάολα Σούμπασι είναι καθηγήτρια Διεθνών Οικονομικών στο Παγκόσμιο Ινστιτούτο Πολιτικής Queen Mary του πανεπιστημίου του Λονδίνου.
Copyright: Project Syndicate, 2020 www.project-syndicate.org