Περιβάλλον
Παρασκευή, 04 Δεκεμβρίου 2020 16:14

Συνεργασία ΔΕΔΑ-ΚΑΠΕ για τις πρώτες «πράσινες» υποδομές διανομής φυσικού αερίου στην Ελλάδα

Σε στρατηγική συνεργασία με το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης Ενέργειας (ΚΑΠΕ), τον εθνικό φορέα για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, προχώρησε η Δημόσια Επιχείρηση Δικτύων Διανομής Αερίου (ΔΕΔΑ), αποκτώντας, όπως αναφέρει, έναν πολύτιμο σύμμαχο στις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει για την οικοδόμηση των πρώτων «πράσινων» δικτύων διανομής φυσικού αερίου.

Σε στρατηγική συνεργασία με το Κέντρο Ανανεώσιμων Πηγών και Εξοικονόμησης Ενέργειας (ΚΑΠΕ), τον εθνικό φορέα για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, προχώρησε η Δημόσια Επιχείρηση Δικτύων Διανομής Αερίου (ΔΕΔΑ), αποκτώντας, όπως αναφέρει, έναν πολύτιμο σύμμαχο στις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει για την οικοδόμηση των πρώτων «πράσινων» δικτύων διανομής φυσικού αερίου.

Οι διοικήσεις της ΔΕΔΑ και του ΚΑΠΕ αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους, υπογράφοντας Μνημόνιο Συνεργασίας (MoU), με στόχο να προωθήσουν καινοτόμες λύσεις και εφαρμογές στο πλαίσιο των πολιτικών που υλοποιούνται για την ενεργειακή μετάβαση της χώρας προς την οικονομία μηδενικών εκπομπών.

Η αύξηση της προστιθέμενης αξίας στις υποδομές διανομής αερίου που διαχειρίζεται η ΔΕΔΑ αποτελεί, σύμφωνα με την εταιρεία, διαρκή επιδίωξή της. Η δε συμβολή της στην κάλυψη των στόχων που θέτει η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ 2019), είναι, επίσης, «αδιαπραγμάτευτη επιλογή» της.

Οι δύο αυτοί στόχοι επιτυγχάνονται σε μεγάλο βαθμό, μέσω της σταδιακής αναβάθμισης των δικτύων της σε δίκτυα BHR (Biomethane & Hydrogen Ready), έτοιμων να δεχθούν βιομεθάνιο και «πράσινο» υδρογόνο, που θα διανέμονται ως «μείγμα οικολογικού αερίου» μαζί με το φυσικό αέριο.

Σε αυτή την προσπάθεια, σύμβουλος της ΔΕΔΑ θα είναι το ΚΑΠΕ, το οποίο είναι ο φορέας με σημαντική τεχνογνωσία και εμπειρία στον τομέα παραγωγής και χρήσης βιομεθανίου και βιοϋδρογόνου και στον σχεδιασμό των αντίστοιχων αλυσίδων αξίας με τις επιμέρους εφοδιαστικές αλυσίδες με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Το ΚΑΠΕ θα υποστηρίξει επιστημονικά και τεχνικά τις σχετικές ενέργειες της ΔΕΔΑ.

Τα δίκτυα διανομής φυσικού αερίου της ΔΕΔΑ έχουν μεγάλη γεωγραφική διασπορά, καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής περιφέρειας και ως εκ τούτου βρίσκονται εντός ή πλησίον περιοχών κατάλληλων για την εγκατάσταση μονάδων παραγωγής βιομεθανίου και βιοϋδρογόνου, προσφέροντας πλεονέκτημα στους παραγωγούς για οικονομικότερη και βιώσιμη έγχυση των δύο αερίων καυσίμων στα δίκτυά της.

Επιπλόεν, το εκτεταμένο μήκος τους, που το 2023 θα ξεπεράσει τα 2.300 χιλιόμετρα, είναι ικανό να απορροφήσει το σύνολο σχεδόν των ποσοτήτων που θα παράγονται.

Το ΚΑΠΕ, από την πλευρά του, έχοντας αναλυτικά δεδομένα αναφορικά με το δυναμικό παραγωγής βιομεθανίου σε κάθε περιοχή, θα συμβάλλει καθοριστικά στον προσδιορισμό των θέσεων και της δυναμικότητας των κατάλληλων σημείων έγχυσης στο δίκτυο της ΔΕΔΑ.

Ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΔΑ, Δρ. Μάριος Τσάκας, σημείωσε σχετικά πως «καθώς τα αέρια καύσιμα από ανανεώσιμες πηγές τείνουν να πάρουν κεντρική θέση στο νέο ενεργειακό μείγμα, στη ΔΕΔΑ προετοιμαζόμαστε κατάλληλα για την οικοδόμηση των πρώτων «πράσινων» δικτύων μέσω της έγχυσης βιομεθανίου και υδρογόνου. Είναι μεγάλη μας τιμή και χαρά που, σε αυτήν μας την προσπάθεια, θα έχουμε στο πλευρό μας το ΚΑΠΕ το οποίο διαθέτει την απαραίτητη τεχνογνωσία και εμπειρία και αποτελεί τον επίσημο σύμβουλο της Πολιτείας σε ζητήματα που αφορούν τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Είμαι βέβαιος ότι η συνεργασία αυτή μόνο θετικά οφέλη θα αποφέρει για όλους και κυρίως για τις τοπικές κοινωνίες και το περιβάλλον».

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΚΑΠΕ, Δρ. Σπύρος Οικονόμου, ευχαρίστησε τον Δρα Μ. Τσάκα για την πρόσκληση και δήλωσε ότι το ΚΑΠΕ δεσμεύεται στην ουσιαστική συμβολή στο στρατηγικό σχέδιο της ΔΕΔΑ για την ανάπτυξη των πράσινων δικτύων διανομής φυσικού αερίου. Η ενίσχυση της εφοδιαστικής αλυσίδας βιομεθανίου και βιοϋδρογόνου ανά την Ελληνική Επικράτεια, θα συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, στον περιορισμό εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου από ανθρωπογενείς δραστηριότητες και στον περιορισμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.