Τις δύο προτεραιότητας της κυβέρνησης ανέλυσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου κατά την διαδικτυακή επικοινωνία τους.
Τις δύο προτεραιότητας της κυβέρνησης ανέλυσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου κατά την διαδικτυακή επικοινωνία τους.
Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, ο οποίος αναγνώρισε αφενός την αυξημένη πίεση που δέχεται το εθνικό σύστημα υγείας αφετέρου την κόπωση και τον εκνευρισμό των πολιτών, η πρώτη προτεραιότητα αφορά την υγειονομική αντιμετώπιση της πανδημίας.
«Θα μπορέσουμε να επανέλθουμε σε φυσιολογικούς ρυθμούς μόνο όταν θα είμαστε απολύτως σίγουροι ότι έχει μειωθεί σημαντικά η πίεση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Θα εξετάσουμε τα επιδημιολογικά δεδομένα την επόμενη εβδομάδα και θα πάρουμε τις αποφάσεις μας, πάντα με βάση τις υποδείξεις των ειδικών. Έχω πει πολλές φορές ότι το να κάνουμε Χριστούγεννα με τους δικούς μας -σε ένα πλαίσιο το οποίο σίγουρα θα είναι διαφορετικό από τα συνηθισμένα Χριστούγεννα- αλλά δεν θα είναι και ένα πλαίσιο καθολικής απαγόρευσης, εξαρτάται πρώτα απ’ όλα από εμάς τους ίδιους. Εφόσον εμείς τηρούμε και εξακολουθούμε να τηρούμε τα βασικά μέτρα προστασίας είναι απολύτως βέβαιο ότι και τα κρούσματα θα μειωθούν και η πίεση στο Εθνικό Σύστημα Υγείας δεν θα είναι τέτοια που να μας αναγκάζει να λειτουργούμε μονίμως «στο κόκκινο», όπως ουσιαστικά συμβαίνει τώρα», σημείωσε.
Όσον αφορά την δεύτερη προτεραιότητα της κυβέρνησης, ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε πως στόχος αποτελεί η προστασία όσων πλήττονται από την πανδημία.
«Η δεύτερη προτεραιότητά μας είναι να στεκόμαστε πάντα κοντά στους πιο αδύναμους και να κάνουμε πράξη την προτεραιότητα αυτής της Κυβέρνησης για κοινωνική αλληλεγγύη τη στιγμή της κρίσης. Αυτό θα εξακολουθούμε να κάνουμε. Θα στηρίξουμε την ελληνική κοινωνία, την οικονομία, τους εργαζόμενους, τις επιχειρήσεις για όσο καιρό διαρκεί αυτή η κρίση μέχρι να φτάσουμε στο σημείο να έχουμε ένα μαζικό εμβολιασμό που θα μας επιτρέψει να αφήσουμε πίσω μας αυτή τη μεγάλη περιπέτεια. Ήδη σήμερα τα συναρμόδια υπουργεία εξήγγειλαν ότι για τους συμπολίτες μας οι οποίοι λαμβάνουν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα -είναι οι πιο αδύναμοι συμπολίτες μας- θα υπάρξει διπλασιασμός του ποσού για τα Χριστούγεννα. Είναι μία κίνηση στήριξης αυτών των συμπολιτών μας οι οποίοι σήμερα δοκιμάζονται περισσότερο και αναζητούν έμπρακτη στήριξη της πολιτείας», ανέφερε.
Σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, «το πιο σημαντικό αισιόδοξο μήνυμα το οποίο πρέπει να μας οδηγήσει σε μεγαλύτερη εγρήγορση και όχι σε χαλάρωση, είναι τα νέα που έχουμε από το μέτωπο του εμβολίου τα οποία είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικά».
Εκφράζοντας την εκτίμηση ότι θα έχουμε παραπάνω από ένα εμβόλιο, επανέλαβε ότι «η χώρα έχει ήδη προμηθευτεί, μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις ποσότητες που της αναλογούν και ο υπουργός Υγείας παρουσίασε, ως όφειλε, τον προγραμματισμό της ελληνικής πολιτείας για τον μαζικό εμβολιασμό του ελληνικού πληθυσμού που εκτιμώ ότι θα μπορεί να ξεκινήσει από τον Ιανουάριο».
«Είναι πάρα πολύ σημαντικό, επειδή αυτή είναι μία περίπλοκη άσκηση για το Ελληνικό κράτος, να είναι απολύτως προετοιμασμένο έτσι ώστε από τη στιγμή που θα έχουμε στη διάθεσή μας τα εμβόλια, ο εμβολιασμός να γίνει το συντομότερο δυνατόν», σχολίασε για να προσθέσει πως «επειδή για τα πιο πολλά εμβόλια θα χρειαστούν δύο δόσεις, καταλαβαίνετε ότι αυτή είναι σχετικά περίπλοκη άσκηση, αλλά δεν έχω καμία απολύτως αμφιβολία ότι θα καταφέρουμε να τη φέρουμε εις πέρας. Και νομίζω, ότι είναι πολύ σημαντικό -και για λόγους σημειολογίας- η πολιτική και η πολιτειακή ηγεσία να είμαστε οι πρώτοι οι οποίοι θα σπεύσουμε να εμβολιαστούμε, εμείς, οι οικογένειές μας δημόσια, για να καταδείξουμε και στην Ελληνική κοινωνία το προφανές: ότι το εμβόλιο είναι εδώ για να μας προστατεύσει από το να αρρωστήσουμε, είναι εδώ για να προστατεύσει τους αγαπημένους μας από το να αρρωστήσουν και είναι το μόνο εργαλείο το οποίο αποδεδειγμένα πια μπορεί να μας επιτρέψει να ξαναγυρίσουμε σε κανονικούς ρυθμούς οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας».
Επικαλούμενος στη συνέχεια τη λογική η οποία πρέπει να επικρατήσει, ο κ. Μημτσοτάκης κατέληξε πως έχει «μία συγκρατημένη αισιοδοξία ότι βλέπουμε πια την κορυφή του βουνού, έχουμε ακόμα δρόμο να διανύσουμε και καραδοκούν αρκετές χαράδρες μέχρι να φτάσουμε στην κορυφή του βουνού, αλλά τουλάχιστον έχουμε οπτική επαφή με το τέλος αυτής της περιπέτειας. Και στο χέρι μας είναι να φτάσουμε μέχρι την κορυφή του βουνού με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες, ανθρώπινες απώλειες, αλλά και οικονομικές απώλειες».
Από την πλευρά της η Πρόεδρος της Δημοκρατίας χαρακτήρισε βαρύ το δεύτερο κύμα της πανδημίας. «Κι αυτό φάνηκε πανευρωπαϊκά, καθώς όλοι έχουν ένα σοβαρό πρόβλημα να αντιμετωπίσουν. Η σκέψη όλων μας τούτη τη στιγμή είναι στη Θεσσαλονίκη και στη Βόρειο Ελλάδα που βρίσκονται σε οριακό σημείο. Δυστυχώς ο κορωνοϊός απέδειξε ότι είναι πολύ επικίνδυνος, δεν συγχωρεί οποιαδήποτε αμέλεια, οποιαδήποτε χαλάρωση ή εφησυχασμό. Έχουμε μπροστά μας δύσκολες μέρες ακόμη, μακάρι να μην είναι πάρα πολλές. Η αγωνία, η κούραση των συμπολιτών μας, όλων ημών, είναι σημαντική ήδη από την πρώτη περίοδο, πόσο μάλλον τώρα. Τα μέτρα μας δυσκολεύουν όλους και βαραίνουν τον πληθυσμό, πρέπει όμως να αντέξουμε, να είμαστε όσο γίνεται προσεκτικοί, να είμαστε αλληλέγγυοι για να μπορέσουμε να ξανανταμώσουμε σε καλύτερες συνθήκες», ανέφερε.
«Όλοι οι συμπολίτες μας σηκώνουν βάρη, ο καθένας από τη σκοπιά του προσπαθεί να κάνει το καλύτερο που μπορεί στα καθήκοντα που του αναλογούν και να αντέξει σε αυτήν τη δύσκολη περίοδο. Το βάρος, όμως, που σηκώνει το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό σε όλη την Ελλάδα και προφανώς στις μονάδες και τις περιοχές που έχουν αυτήν τη στιγμή την μεγαλύτερη επιβάρυνση, είναι πάρα πολύ σημαντικό. Θα πρέπει, πέρα από την αναγνώριση που τους οφείλουμε και νομίζω όλη η ελληνική κοινωνία τους την παρέχει, να υπάρξει εκ μέρους της Πολιτείας, στο μέτρο του δυνατού, και έμπρακτη αναγνώριση. Φυσικά παρακολουθώ κι εγώ την ενίσχυση των υποδομών, αλλά και η υλική αναγνώριση στους ανθρώπους αυτούς πρέπει να υπάρξει μόλις καταστεί αυτό εφικτό», συνέχισε για να τονίσει έπειτα την ουσία του εθελοντισμού και της αλληλεγγύης.
«Από την πολύ απλή μορφή, που μπορεί ο καθένας στο σπίτι του, στην πολυκατοικία που μένει, στη γειτονιά του, μέσα στο πλαίσιο των περιορισμών να προσφέρει λίγη υλική ή ψυχολογική υποστήριξη στους συνανθρώπους του, σε αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Από τις κοινωνικές κουζίνες που υπάρχουν και πηγαίνουν εθελοντές συμπολίτες μας για να παρέχεται δωρεάν φαγητό στους ευάλωτους συνανθρώπους μας. Και βέβαια το πιο κρίσιμο είναι οι εθελοντές ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού. Πληροφορούμαι ότι και γιατροί έχουν ήδη μετακινηθεί από νοσοκομεία της Αθήνας στη Θεσσαλονίκη και τη Βόρειας Ελλάδα, καθώς και οι νοσηλεύτριες που με πολλή συγκίνηση είδαμε χθες, όχι μόνο από την Κρήτη αλλά και από τα Γιάννενα και αλλού. Τους οφείλουμε μεγάλη αναγνώριση και ευγνωμοσύνη γιατί ακριβώς είναι το παράδειγμα της Κοινωνίας των Πολιτών που είναι πάντα παρούσα, αλλά και των κρατικών λειτουργών που υπερβαίνουν εαυτούς -έστω και με κίνδυνο της ζωής τους, γιατί κακά τα ψέμματα, είδαμε και θανάτους γιατρών και νοσηλευτών.
Είναι πολύ σημαντική στις μέρες μας αυτή η διάθεση προσφοράς. Έχουμε βεβαίως και τα πολύ θετικά αποτελέσματα του εμβολίου στο οποίο αναφερθήκατε, που μας δίνουν και δύναμη να αντέξουμε αυτήν την περίοδο. Να ακολουθούμε, όμως, πολύ πειθαρχημένα, όπως το έχει ξανακάνει στη μεγάλη του πλειοψηφία ο ελληνικός λαός, τις υποδείξεις των ειδικών. Εδώ νομίζω ότι και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν ρόλο σημαντικό να παίξουν, πρέπει να υπάρχει υπεύθυνη ενημέρωση από όλους, να εστιάζουν στα κρίσιμα και στην κοινή προσπάθεια όλων. Θα ήθελα να συμμεριστώ κι εγώ την αισιοδοξία σας ότι εάν προσπαθήσουμε όλοι μαζί –και το πρώτο βάρος φυσικά πέφτει στην υπεύθυνη Πολιτεία, στην κυβέρνηση και σε όλους όσους μπορούμε κάτι να κάνουμε- δεν θα αργήσουν οι πιο φωτεινές ημέρες»,κατέληξε η κ. Σακελλαροπούλου.
«Το μήνυμα των Χριστουγέννων, φέτος, αποκτά ιδιαίτερη αξία», της απάντησε ο πρωθυπουργός επαναλαμβάνοντας πως «χρέος μας είναι όταν με το καλό οι ειδικοί μας υποδείξουν ότι μπορούμε σταδιακά να ανοίγουμε την οικονομική και κοινωνική ζωή, να το κάνουμε με απόλυτη υπευθυνότητα. Διότι, είναι δεδομένο ότι γνωρίζουμε πια ότι κάθε εφησυχασμός τιμωρείται και αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό μάθημα, είναι παγκόσμιο μάθημα. Ο ιός αυτός είναι εξαιρετικά ύπουλος και ειδικά τον χειμώνα που περνάμε περισσότερο χρόνο μέσα, είναι από τη φύση του και πιο μεταδοτικός».
«Άρα, να γνωρίζουμε ότι θα πάρουμε ως Πολιτεία τις αποφάσεις μας με βάση τα δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας και τονίζω, ότι ο πιο βασικός δείκτης τον οποίο θέλουμε να κοιτάμε είναι η μείωση της πίεσης στο Εθνικό Σύστημα Υγείας. Και από κει και πέρα, στο χέρι μας είναι να μπορέσουμε και τα Χριστούγεννα να βρεθούμε πάντα με πολύ πιο αυστηρούς περιορισμούς αυτή τη φορά τουλάχιστον με τους ανθρώπους που αγαπάμε, για να γιορτάσουμε τη σημαντική αυτή γιορτή με το αίσθημα αλληλεγγύης στο οποίο και εσείς αναφερθήκατε.
Κι εγώ θέλω να σταθώ στη σημαντικότατη προσφορά πολλών συμπολιτών μας, οι οποίοι υπερβάλλουν τους εαυτούς τους σε αυτήν τη συγκυρία, αγνοούν τον κίνδυνο και κάνουν το κάτι παραπάνω. Αυτό το κοινωνικό κεφάλαιο αλληλεγγύης, το οποίο πάντα δοκιμάζεται σε στιγμές κρίσης και πάντα υπονομεύεται από αυτούς οι οποίοι θέλουν να τα βλέπουν όλα μαύρα στη χώρα μας, είναι πολύ σημαντικό να το διαφυλάξουμε. Είναι ένα κεκτημένο το οποίο έχουμε κερδίσει και είναι μία κατάκτηση -όχι μόνο- της χώρας και του Κράτους, είναι κατάκτηση της κοινωνίας των πολιτών πρωτίστως και αυτό είναι πολύ σημαντικό και χαίρομαι που το αναδείξατε», ολοκλήρωσε.