Στη σημερινή επέτειο του Πολυτεχνείου, μετά την δήλωση του Αλέξη Τσίπρα ότι «το Πολυτεχνείο δεν είναι εθνική γιορτή. Ήταν μία επέτειος που ενοχλούσε πάντα την Δεξιά, γιατί θεωρούσε ότι αποτελεί σημείο στην ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς», θέλω απλά να παραθέσω την οικογενειακή μου ιστορία, γιατί η μάχη για τη Δημοκρατία δεν ήταν και δεν αποτελεί προνόμιο της Αριστεράς, δηλώνει ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών και βουλευτής Β2 Δυτικού Τομέα Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης.
Στη σημερινή επέτειο του Πολυτεχνείου, μετά την δήλωση του Αλέξη Τσίπρα ότι «το Πολυτεχνείο δεν είναι εθνική γιορτή. Ήταν μία επέτειος που ενοχλούσε πάντα την Δεξιά, γιατί θεωρούσε ότι αποτελεί σημείο στην ιδεολογική κυριαρχία της Αριστεράς», θέλω απλά να παραθέσω την οικογενειακή μου ιστορία, γιατί η μάχη για τη Δημοκρατία δεν ήταν και δεν αποτελεί προνόμιο της Αριστεράς, δηλώνει ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών και βουλευτής Β2 Δυτικού Τομέα Αθηνών της Νέας Δημοκρατίας, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης.
Ο κ. Βαρβιτσιώτης, με ανάρτησή σου στο facebook με τίτλο «Το Πολυτεχνείο του πατέρα μου», τονίζει ότι « Ο Γιάννης Βαρβιτσιώτης όχι μόνο φυλακίστηκε από την Χούντα, αλλά βρέθηκε σε πλήρη απομόνωση για παραπάνω από έξι μήνες από το φθινόπωρο του 1969 έως την άνοιξη του 1970. Πέρασε από τα ΕΑΤ-ΕΣΑ και την Δροσιά και ελάχιστες φορές είχε τη δυνατότητα να δει για λίγο την μητέρα μου. Εμένα, που διένυα τον πρώτο χρόνο της ζωής μου, με είδε αρκετά μεγαλωμένο, όταν τελικά αποφυλακίστηκε.
Την βραδιά του Πολυτεχνείου, κρύφτηκε, γιατί την επομένη η Χούντα του Ιωαννίδη τον αναζητούσε πάλι».
Ο κ. Βαρβιτσιώτης συνεχίζει σημειώνοντας ένα απόσπασμα από «Το Βήμα 30.12.2011».
«Το 1969 συνελήφθην από την ΕΣΑ, διότι είχα αναμειχθεί με τους “Ελεύθερους Έλληνες”, μια σημαντική οργάνωση αποστράτων αξιωματικών, οι οποίοι είχαν ταχθεί με το αντικίνημα του βασιλιά. Με κράτησαν έξι μήνες σε πλήρη απομόνωση. Έξι μήνες που δεν είδα άνθρωπο, έξι μήνες που δεν βγήκα από τον χώρο κράτησης. Όμως, δύο πράγματα μου κράτησαν συντροφιά: ένα αντίτυπο της Αγίας Γραφής, που βρήκα στο συρτάρι, και μια… αράχνη. Την παρακολουθούσα, ήταν μια παρηγοριά, το μόνο στοιχείο ζωής γύρω μου. Και όταν μια ημέρα δεν υπήρχε πια, λυπήθηκα πολύ».