Η αποτρόπαιη εικόνα των «τιμωρών» που κρέμασαν πινακίδα στον αυχένα του πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Δημήτρη Μπουραντώνη οδηγεί συνειρμικά τον νου σε περιόδους της ελληνικής Ιστορίας που έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Ως γνωστόν, το περιβόητο νομοθετικό διάταγμα 4000/1959 περί τεντιμποϊσμού χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από το μετεμφυλιακό κράτος και τη δικτατορία όταν αστυνομικοί κρεμούσαν επιγραφές στο λαιμό νεαρών «παραβατών». Στόχος αυτών των πρακτικών δεν ήταν φυσικά ο σωφρονισμός των δραστών, αλλά η διαπόμπευση και η κάμψη του φρονήματός τους.
Από την έντυπη έκδοση
Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]
Η αποτρόπαιη εικόνα των «τιμωρών» που κρέμασαν πινακίδα στον αυχένα του πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών Δημήτρη Μπουραντώνη οδηγεί συνειρμικά τον νου σε περιόδους της ελληνικής Ιστορίας που έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Ως γνωστόν, το περιβόητο νομοθετικό διάταγμα 4000/1959 περί τεντιμποϊσμού χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από το μετεμφυλιακό κράτος και τη δικτατορία όταν αστυνομικοί κρεμούσαν επιγραφές στο λαιμό νεαρών «παραβατών». Στόχος αυτών των πρακτικών δεν ήταν φυσικά ο σωφρονισμός των δραστών, αλλά η διαπόμπευση και η κάμψη του φρονήματός τους.
Τη μέθοδο αυτή, ακριβώς, επέλεξαν να ανασύρουν από τα σκοτάδια του παρελθόντος οι κουκουλοφόροι της αυτοαποκαλούμενης Πρωτοβουλίας Μαχητικής Αλληλεγγύης για να επιτύχουν -υποτίθεται- «αλληλεγγύη στις καταλήψεις». Είναι προφανές, βέβαια, ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση η λέξη αλληλεγγύη αποτελεί έναν παραπλανητικό, αν όχι γελοίο, ευφημισμό. Η αλληλεγγύη συνίσταται σε κοινωνικούς δεσμούς που σφυρηλατούνται μέσω της αμοιβαιότητας. Και δεν σχετίζεται στο παραμικρό με τις πράξεις καταναγκασμού και ολοκληρωτισμού στις οποίες κατέφυγαν οι μέχρι στιγμής ασύλληπτοι δράστες. Σκοπός τους, άλλωστε, δεν είναι να επιτύχουν κάποια συμφωνία με τις πράξεις τους αλλά να κάμψουν το φρόνημα όσων διαφωνούν με αυτές. Ακριβώς, δηλαδή, όπως έκαναν τα αστυνομικά όργανα επί δικτατορίας.
Αυτό που δεν έχουν κατανοήσει, όμως, οι δράστες αυτής της αθλιότητας είναι ότι οι εποχές έχουν αλλάξει. Η ελληνική κοινωνία όχι μόνο δεν χειροκροτεί, αλλά ούτε καν ανέχεται τέτοιες μεθόδους. Αντίθετα αγανακτεί, κινητοποιείται και απαιτεί να συλληφθούν οι υπεύθυνοι και να οδηγηθούν ενώπιον της ελληνικής Δικαιοσύνης. Το ίδιο ζητά και ο πολιτικός κόσμος, όπως κατέστη φανερό από τις αντιδράσεις των εκπροσώπων όλων των πτερύγων του ιδεολογικού φάσματος που καταδίκασαν απερίφραστα τη φυσική και συμβολική βία κατά του πρύτανη.
Το αίτημα είναι τόσο επιτακτικό και σαφές που δεν σηκώνει παρερμηνείες, επικοινωνιακά πυροτεχνήματα και κυνήγι μαγισσών. Δεν αφορά ούτε τις διαδηλώσεις πολιτών που διεκδικούν τα δικαιώματά τους, ούτε τους μαθητές που κινητοποιούνται ζητώντας επαρκή μέτρα προστασίας από την πανδημία. Αφορά αποκλειστικά τους αυτουργούς ενός ανοσιουργήματος.