Η πανδημία Covid 19 προκάλεσε μια πολύ βαθιά πληγή στην ελληνική οικονομία λόγω και της κατάρρευσης του τουρισμού, ο οποίος το 2019, την καλύτερη χρονιά ιστορικά του ελληνικού τουρισμού, συνεισέφερε άμεσα το 12,5% του ΑΕΠ και έμμεσα από 27,5% έως33,1% του ΑΕΠ.
Του Λάμπρου Καραγεώργου
[email protected]
Η πανδημία Covid 19 προκάλεσε μια πολύ βαθιά πληγή στην ελληνική οικονομία λόγω και της κατάρρευσης του τουρισμού, ο οποίος το 2019, την καλύτερη χρονιά ιστορικά του ελληνικού τουρισμού, συνεισέφερε άμεσα το 12,5% του ΑΕΠ και έμμεσα από 27,5% έως33,1% του ΑΕΠ.
Ωστόσο το 2020 η κατάρρευση των εισπράξεων θα συμπαρασύρει και το ΑΕΠ κατά ορισμένες μονάδες. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΤτΕ, την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2020 οι ταξιδιωτικές εισπράξεις εμφάνισαν μείωση κατά 86,2% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 και διαμορφώθηκαν στα 1.255 εκατ. ευρώ. Η μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων οφείλεται στην πτώση της μέσης δαπάνης ανά ταξίδι κατά 29,2%, καθώς και της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης κατά 80,1%.
Η πτώση των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών της Ε.Ε.-27 ήταν της τάξης του 84,6% και διαμορφώθηκαν στα 737 εκατ. ευρώ, ενώ οι εισπράξεις από κατοίκους των χωρών εκτός της Ε.Ε.-27 μειώθηκαν 87,4%, και διαμορφώθηκαν στα 515 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα, οι εισπράξεις από τη Γερμανία μειώθηκαν 85,4% και διαμορφώθηκαν στα 212 εκατ., ενώ οι εισπράξεις από τη Γαλλία μειώθηκαν 89,1% και διαμορφώθηκαν στα 61 εκατ. ευρώ. Από τις χώρες εκτός της Ε.Ε.27, πτώση 92,1% παρουσίασαν οι εισπράξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 103 εκατ., ενώ οι εισπράξεις από τις ΗΠΑ μειώθηκαν 89,7% και διαμορφώθηκαν στα 63 εκατ. ευρώ. Οι εισπράξεις από τη Ρωσία μειώθηκαν 94,7% και διαμορφώθηκαν στα 11 εκατ. ευρώ.
Αναφορικά με τις αφίξεις την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2020, η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση μειώθηκε 80,1% και διαμορφώθηκε στις 3.006 χιλ. ταξιδιώτες, έναντι 15.080 χιλ. ταξιδιωτών την αντίστοιχη περίοδο του 2019. Ειδικότερα, η ταξιδιωτική κίνηση μέσω αεροδρομίων μειώθηκε 84,1%, ενώ αυτή μέσω οδικών σταθμών 70,6%. Κατά την επισκοπούμενη περίοδο, η ταξιδιωτική κίνηση από τις χώρες της Ε.Ε.-27 διαμορφώθηκε στις 1.793 χιλ. ταξιδιώτες, παρουσιάζοντας πτώση 79,3% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019, ενώ η ταξιδιωτική κίνηση από τις χώρες εκτός της Ε.Ε.-27 μειώθηκε 81,1% και διαμορφώθηκε στις 1.213 χιλ. ταξιδιώτες.
Η ταξιδιωτική κίνηση από τις χώρες της ζώνης του ευρώ μειώθηκε 83,1%, ενώ η ταξιδιωτική κίνηση από τις χώρες της Ε.Ε.-27 εκτός της ζώνης του ευρώ μειώθηκε 72,8%. Ειδικότερα, η ταξιδιωτική κίνηση από τη Γερμανία παρουσίασε πτώση 83,9% και διαμορφώθηκε στις 313 χιλ. ταξιδιώτες, ενώ αυτή από τη Γαλλία μειώθηκε 89,2% και διαμορφώθηκε στις 88 χιλ. ταξιδιώτες. Αναφορικά με τις χώρες εκτός της Ε.Ε.-27, η ταξιδιωτική κίνηση από το Ηνωμένο Βασίλειο μειώθηκε 89,8% και διαμορφώθηκε στις 179 χιλ. ταξιδιώτες, ενώ αυτή από τις ΗΠΑ μειώθηκε 85,2% και διαμορφώθηκε στις 88 χιλ. ταξιδιώτες. Τέλος, η ταξιδιωτική κίνηση από τη Ρωσία μειώθηκε 91,5% και διαμορφώθηκε στις 22 χιλ. ταξιδιώτες.
Με βάση την παραπάνω εικόνα τελικά ο πήχης για το σύνολο των τουριστικών εσόδων το 2020 τοποθετήθηκε στο χαμηλότερο σημείο όλων των εκτιμήσεων, του τελευταίου διαστήματος από τον πρόεδρο του ΣΕΤΕ Γιάννη Ρέτσο. Μιλώντας στην εκδήλωση του ekyklos.gr του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου, ο κ. Ρέτσος προέβη σε μία ασφαλή όπως την χαρακτήρισε πρόβλεψη, ότι οι ταξιδιωτικές εισπράξεις για το 2020 θα φτάσουν στα 3 δισ. ευρώ.
Επισημαίνεται ότι το 2019 οι ταξιδιωτικές εισπράξεις κυμάνθηκαν στα 18,2 δισ. ευρώ και σύμφωνα με μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ με τίτλο «Η συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2019», ο τουρισμός συνέβαλε άμεσα στην οικονομία με 23,4 δισ. (+10,9%ή +2,3 δισ. σε σύγκριση με το 2018), ενώ συνολικά (άμεσα και έμμεσα) συνέβαλε από 51,6 δισ. έως 62,1 δισ. ευρώ. Η άμεση δραστηριότητα του τουρισμού αντιστοιχεί στο 12,5% του ΑΕΠ και η συνολική από 27,5% έως 33,1%.
«Ρευστότης» μηδέν!
Η κατάρρευση των αφίξεων και εισπράξεων το 2020 λόγω της πανδημίας αφήνει τα ξενοδοχεία όλης της χώρας αλλά και τα τουριστικά γραφεία και τις υπόλοιπες τουριστικές επιχειρήσεις με σημαντικά προβλήματα ρευστότητας.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Εκτιμήσεων και προβλέψεων (ΙΤΕΠ) και του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ), μόνο το 60% του συνόλου των ξενοδοχείων της χώρας κατάφερε την τρέχουσα τουριστική σεζόν να λειτουργήσει και αυτό για βραχύ χρονικό διάστημα, ενώ ο συνολικός τζίρος των μονάδων που λειτούργησαν θα είναι χαμηλότερος των 2,8 δισ. ευρώ που είχε υπολογίσει η προηγούμενη έρευνα του Ιουλίου, η οποία ωστόσο ανέφερε ότι θα λειτουργούσε το 84% του συνόλου των ξενοδοχείων της χώρας. Η πορεία της πανδημίας ήταν χειρότερη του αναμενομένου, με αποτέλεσμα να λειτουργήσουν λιγότερες μονάδες.
Σύμφωνα με την έρευνα, 2.328 ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας (το 59% του συνόλου) επαναλειτούργησαν μετά το lockdown, ενώ 3.699 ξενοδοχεία εποχικής λειτουργίας (το 61% του συνόλου) άνοιξαν μετά το πέρας του lockdown. Ενδεικτικό της δυσκολίας των μηνών που έρχονται είναι ότι 717 ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας που άνοιξαν, θα ξανακλείσουν μέσα στο 2020, όπως προαναφέρθηκε.
Οι πληρότητες
Η έρευνα έδειξε ακόμη ότι η μέση τιμή για την περίοδο Ιουλίου, Αυγούστου και Σεπτεμβρίου άγγιξε τα 86 ευρώ, ενώ η μέση πληρότητα ανήλθε σε ποσοστό 23,1%, υπολογιζόμενη όμως στο σύνολο των ξενοδοχείων της χώρας και όχι μόνο σε αυτά που λειτούργησαν, καθώς πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα ξενοδοχεία που υποχρεώθηκαν λόγω της έλλειψης ζήτησης να παραμείνουν κλειστά.
Σε κάθε περίπτωση η μέση πληρότητα μεταξύ αυτών που λειτούργησαν υπολογίζεται στο 37%38%. Πάντως, την καλύτερη πληρότητα στο σύνολο των μονάδων (32,9%) τα ξενοδοχεία την είχαν την εβδομάδα 10-16 Αυγούστου.
Η παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας του ΙΤΕΠ για την επαναλειτουργία των ξενοδοχείων μετά το lockdown αποτελεί το προϊόν:
Παρακαταθήκη η επαγγελματική αντιμετώπιση
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδος Αλέξανδρος Βασιλικός σημείωσε: «Από την πρώτη στιγμή το ΞΕΕ, μέσα από τις έρευνες πεδίου που ανέθεσε στο ΙΤΕΠ, υπογραμμίζει τις εξαιρετικά δυσοίωνες προοπτικές της φετινής χρονιάς. Ήταν και παραμένει ξεκάθαρο πως δεν υπήρχε θετικό σενάριο για φέτος με οποιονδήποτε παραδοσιακό δείκτη. Η μόνη φετινή επιτυχία είναι αυτή που καταφέραμε όλοι μαζί. Η επαγγελματική αντιμετώπιση της κρίσης από τα ελληνικά ξενοδοχεία αφήνει μια δυναμική παρακαταθήκη για την επόμενη σεζόν. Χρέος της πολιτείας είναι να παράσχει σειρά συμπληρωματικών μέτρων που θα εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα των ελληνικών ξενοδοχείων μέχρι το επόμενο καλοκαίρι». Οι ξενοδόχοι βρίσκονται όπως υποστηρίζουν σε αδιέξοδο και επιζητούν επανασχεδιασμό και επικαιροποίηση όλων των μέτρων για τον τουριστικό τομέα και κυρίως για τις 12μηνης λειτουργίας μονάδες. Επισημαίνεται ότι από άλλη έρευνα του ΞΕΕ είχε προκύψει ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες των ξενοδοχείων διαμορφώνονται στο 1,66 δισ. ευρώ.
Το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΞΕΕ) και ο πρόεδρός του Αλέξανδρος Βασιλικός, ετοιμάζει ολοκληρωμένες προτάσεις για τη στήριξη του ξενοδοχειακού τομέα τις οποίες θα καταθέσει τις επόμενες ημέρες. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται και παλαιότερεςπροτάσεις του ΞΕΕ, όπως να υπάρξει πρόβλεψη δυνατότητας μακροχρόνιας αποπληρωμής των δανείων, μέχρι και 15 χρόνια. Επίσης δεν θα πρέπει ο ξενοδόχος να παίρνει δάνειο και μάλιστα με επιτόκιο 7%-8% για να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις του προς το Δημόσιο, τονίζεται χαρακτηριστικά.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γιάννης Ρέτσος σχολίασε ότι η πανδημία καθορίζει τις εξελίξεις στον τουρισμό και πρόσθεσε ότι «θα χρειαστούν νέα μέτρα, όπως 100% επιδότηση εργοδοτικών εισφορών για επιχειρήσεις 12μηνης λειτουργίας και υποχρεωτική εφαρμογή του -40% στα ενοίκια όπου εκμισθωτής είναι το Δημόσιο».
Επίσης, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ) Γρηγόρης Τάσιος ζητεί να «λάβουμε γενναία βιώσιμα μέτρα» για να μην «οδηγηθούμε, μοιραία μέχρι και στην κατάρρευση του “αιμοδότη” της ελληνικής οικονομίας, με συνέπεια να έχουμε σοβαρούς κλυδωνισμούς στην απασχόληση, την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή».
Τα μέτρα που προτείνει ο ΣΕΤΕ
Με επιστολή του προς τους συναρμόδιους υπουργούς ο ΣΕΤΕ προτείνει τέσσερα σημαντικά μέτρα ενίσχυσης των τουριστικών επιχειρήσεων.
Ζήτημα πρώτης προτεραιότητας είναι να ενισχυθεί η ρευστότητα των τουριστικών επιχειρήσεων, που, για λόγους πέραν του ελέγχου τους, στερούνται των απαραίτητων εσόδων για να μπορέσουν ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Σχετικά, προτείνουμε: α. για τις επιχειρήσεις που δεν έχουν απολέσει μέχρι σήμερα τις ρυθμίσεις των 100 δόσεων να προβλεφθεί η δυνατότητα παράτασης της προθεσμίας πληρωμής των δόσεων, αρχής γενομένης από τη δόση του μηνός Σεπτεμβρίου, κατά έξι (6) μήνες, με ισόχρονη παράταση της διάρκειας της ρυθμίσεως και β. να προβλεφθούν νέες ρυθμίσεις των οφειλών προς το Δημόσιο, τα Ασφαλιστικά Ταμεία και τους ΟΤΑ, διάρκειας έως 100 δόσεων (καθώς οι υφιστάμενες ρυθμίσεις των 12-24 δόσεων δεν επαρκούν για να καλυφθούν οι μεγάλες υποχρεώσεις που έχουν συσσωρευθεί), ενδεχομένως με ένα χαμηλό επιτόκιο για οφειλές από ένα ποσό και πάνω, στις οποίες θα μπορούν οι επιχειρήσεις να εντάξουν όλες τις οφειλές τους έως την 31η-12-2020 (συσσωρευμένες δόσεις προς τον ΕΦΚΑ, δόσεις ΕΝΦΙΑ, κ.λπ.), ακόμα και τις οφειλές εκείνες τις οποίες είχαν υπαγάγει σε προηγούμενες ρυθμίσεις.
Καθώς η δανειοδότηση μέσω του ΤΕΠΙΧ γίνεται με τραπεζικά κριτήρια, οι περισσότερες μικρές επιχειρήσεις δεν είναι σε θέση να αξιοποιήσουν και να λάβουν την απαραίτητη για την επιβίωσή τους χρηματοδότηση. Αν, λόγω ευρωπαϊκής νομοθεσίας, δεν υπάρχειπεριθώριο χαλάρωσης των κριτηρίων ένταξης στο νέο ΤΕΠΙΧ ΙΙ, θα πρέπει στη νέα επιστρεπτέα προκαταβολή που αναμένεται το προσεχές χρονικό διάστημα να υπάρξει ειδική μέριμνα και επιπλέον ενίσχυση για τις μικρές τουριστικές επιχειρήσεις.
Με πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση δόθηκε, ανάλογα με τη μείωση του κύκλου εργασιών της κάθε επιχείρησης κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους 2020 σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2019, παράταση στην προθεσμία λήξης, εμφάνισης και πληρωμής των αξιογράφων, έως και τις 30 Σεπτεμβρίου ή τις 30 Οκτωβρίου 2020.
Η μεγάλη πλειοψηφία των επιχειρήσεων, όχι από πρόθεση να αποφύγουν τις υποχρεώσεις τους, αλλά επειδή, για λόγους μη οφειλόμενους σε υπαιτιότητά τους, δεν είχαν ούτε αναμένεται να έχουν τα απαραίτητα έσοδα, δεν θα είναι σε θέση ούτε τους προσεχείςμήνες να καλύψουν τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις τους. Προτείνουμε, λοιπόν, να επεκταθεί η ανωτέρω ρύθμιση σε πρώτη φάση μέχρι 31/12/2020.
Οι συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης είχαν αρχικώς υπαχθεί και αυτές στις ρυθμίσεις για τη μείωση ενοικίου. Με το άρθρο 4 του νόμου 4690/2020 «απεντάχθηκαν» από την ανωτέρω ρύθμιση. Παράλληλα όμως, δεν εντάσσονται ούτε στις ρυθμίσεις για την επιδότηση των τόκων. Είτε οι συγκεκριμένες συμβάσεις θα αντιμετωπίζονται ως συμβάσεις μίσθωσης και θα τύχουν της έκπτωσης του -40%, είτε ως συμβάσεις δανείου, θα μπορούν να ενταχθούν στη ρύθμιση για την επιδότηση των τόκων. Πάντως σε καμία περίπτωση δεν είναι ούτε νομικά ορθό και προπάντων δίκαιο, να εξαιρούνται και από τις δύο ρυθμίσεις.