Για όσους μπορούν να αποκρυπτογραφούν τις αποφάσεις Ευρωπαϊκών Συμβουλίων, ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, πολύ σωστά κατά τη γνώμη μας, με τελευταίες αποφάσεις και ανακοινώσεις της έχει ανοίξει τον δρόμο της απομάκρυνσης από την Τουρκία. Όχι βέβαια χωρίς να προσφέρει στον Τούρκο πρόεδρο ευκαιρίες να αναθεωρήσει κάποιες πρακτικές του, ώστε η κατάσταση να μην πάρει δυσάρεστη τροπή, γράφει ο Αθανανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος.
Από την έντυπη έκδοση
Tου Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Για όσους μπορούν να αποκρυπτογραφούν τις αποφάσεις Ευρωπαϊκών Συμβουλίων, ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, πολύ σωστά κατά τη γνώμη μας, με τελευταίες αποφάσεις και ανακοινώσεις της έχει ανοίξει τον δρόμο της απομάκρυνσης από την Τουρκία. Όχι βέβαια χωρίς να προσφέρει στον Τούρκο πρόεδρο ευκαιρίες να αναθεωρήσει κάποιες πρακτικές του, ώστε η κατάσταση να μην πάρει δυσάρεστη τροπή.
Ήδη, τον τελευταίο καιρό, η σχέση της Τουρκίας με τη Δύση, όπως λέει ο πρώην πρέσβης της Ε.Ε. στην Άγκυρα Μαρκ Πιερινί, είναι πραγματικός «λαβύρινθος» Επισημαίνει έτσι ότι οι επιλογές της Άγκυρας στη διακυβέρνηση, στην οικονομική πολιτική, στις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο εξωτερικό, στην πυραυλική άμυνα και πιο πρόσφατα στα θαλάσσια σύνορα έχουν προβληματίσει πολλούς από τους παραδοσιακούς εταίρους της χώρας. Ακόμα περισσότερο από την ουσία, είναι οι μέθοδοι και οι λέξεις που χρησιμοποιεί η τουρκική ηγεσία, εκείνες που προκαλούν σύγχυση στους περισσότερους δυτικούς ηγέτες. Αδυνατούν έτσι να καταλάβουν «πού τελικά το πάει» ο Τούρκος πρόεδρος, αλλά και το περιβάλλον του.
Για να δοθεί μια έγκυρη απάντηση στο ερώτημα αυτό, θα πρέπει να θυμηθεί κανείς κάποια γεγονότα.
Δύο μεγάλες αλλαγές επέτειναν την αυταρχικότητα του καθεστώτος. Τον Φεβρουάριο του 2018, η συμμαχία του κυβερνώντος ΑΚΡ με το Εθνικιστικό Κόμμα για να διατηρηθεί η πλειοψηφία στη Βουλή είχε ως αποτέλεσμα να σκληρύνει η στάση της Άγκυρας σε θέματα όπως η σχέση με τους Κούρδους ή τις δυτικές χώρες, τα θαλάσσια σύνορα και η διαχείριση του προσφυγικού. Τον Μάρτιο του 2019 η δεύτερη αλλαγή προήλθε από την απώλεια 9 μεγάλων δήμων για το κυβερνών κόμμα - ιδίως της Άγκυρας και της Κωνσταντινούπολης.
Αυτή είναι η πολιτική πραγματικότητα: το 2018 και το 2019 σήμανε το τέλος του μονοπωλίου του ΑΚΡ στην τουρκική πολιτική και ένα σοβαρό πλήγμα στο γόητρο του Ταγίπ Ερντογάν.
Ταυτόχρονα εμφανίστηκαν αξιόπιστοι πολιτικοί ως αντίπαλον δέος από την αντιπολίτευση, όπως ο Εκρέμ Ιμάμογλου και ο Μανσούρ Γιαβάς, καθώς και ο πρώην συνεργάτης του Ερντογάν, Αλί Μπαμπατζάν.
Όσον αφορά την οικονομία, η Τουρκία πληρώνει βαρύ τίμημα για το αυταρχικό σύστημα διακυβέρνησης: η απουσία εσωτερικού διαλόγου, η επιβολή αποφάσεων εκ των άνω, η εκδίωξη ή οι παραιτήσεις αξιόπιστων κρατικών στελεχών, η έλλειψη οποιασδήποτε συζήτησης με το ΔΝΤ ή την Παγκόσμια Τράπεζα - όλα οδηγούν σε μια ζοφερή κατάσταση για επιχειρηματίες και απλούς πολίτες.
Παράλληλα δε, ο κλονισμός του τουρκικού νομίσματος εντείνει το κλίμα αβεβαιότητας στο εσωτερικό, τροφοδοτώντας την αποθησαύριση.
Την ώρα όμως που η τουρκική οικονομία υποφέρει, το καθεστώς Ερντογάν επεκτείνεται στρατιωτικά και επενδύει σε ισλαμική προπαγάνδα στη Βόρεια Αφρική.
Στο επίπεδο αυτό, η πρόταση του Έλληνα πρωθυπουργού στην Ε.Ε. για εμπάργκο στις προμήθειες όπλων στην Τουρκία είναι ιδιαίτερα εύστοχη και σίγουρα θα μπορούσε να συγκινήσει κάποιους Βορειοευρωπαίους εταίρους μας, ευαίσθητους στις πωλήσεις όπλων και σε παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Έτσι, αν χώρες όπως η Φινλανδία, η Δανία και η Σουηδία αλλάξουν στάση έναντι του τουρκικού ζητήματος, ο Ερντογάν θα βρεθεί μπροστά σε δυσάρεστες εκπλήξεις.
Εν αναμονή εξελίξεων λοιπόν, στην παρούσα φάση των δυτικοτουρκικών σχέσεων, η Δύση γενικά είναι προφανές ότι σήμερα ενδιαφέρεται να διαπιστώσει τι είναι αποφασισμένη να κάνει η Τουρκία με τη συμμετοχή της στο παιχνίδι των υδρογονανθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι αποφασισμένη το παιχνίδι αυτό να το παίζει δυναμικά ή επιδιώκει μέσω της επίδειξης επιθετικότητας να συμμετάσχει σε αυτό υπό τους καλύτερους δυνατούς όρους;
θα δοθεί μέσα στις προσεχείς εβδομάδες, με την Τουρκία να υπολογίζει πλέον ποιο θα ήταν το κόστος γι’ αυτήν σε περίπτωση σύγκρουσης με την Ελλάδα.
Από την άποψη αυτή κάποιος θα πρέπει να διαβεβαιώσει τον Τούρκο πρόεδρο ότι το κόστος αυτό θα είναι πολύ υψηλό για τη χώρα του και τον ίδιο και εξαιρετικά αναπάντεχο. Ο κ. Ερντογάν θα πρέπει να πεισθεί επίσης από τους συμβούλους του ότι οι ύβρεις και οι απειλές που εξαπολύει προς πρόσωπα και ιστορικά γεγονότα κάθε άλλο παρά δωρεάν είναι.
Εκ του ασφαλούς και για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, ο Τούρκος πρόεδρος υβρίζει και απειλεί ηγέτες της Δύσης, γνωρίζοντας εκ των προτέρων ότι για λόγους διπλωματικούς δεν θα πάρει απάντηση. Αυτή τη στάση όμως στο εσωτερικό την «πουλάει» ως δυτική αδυναμία μπροστά στην τουρκική ισχύ και στο δικό του κύρος.
Τώρα όμως ο κ. Ερντογάν υβρίζει και Άραβες ηγέτες, οι οποίοι δεν ακολουθούν πάντα τους δυτικούς διπλωματικούς κανόνες. Είναι πολύ πιθανόν, λοιπόν, ο Τούρκος πρόεδρος οσονούπω να έχει αρκετά προβλήματα και με ένα ισχυρό κομμάτι του αραβικού κόσμου. Τι θα κάνει μπροστά σε μια νέα κρίση;