Οι πρωτόγνωρες συνθήκες για τη χώρα και τους πολίτες λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας του κορονοϊού οδήγησαν για πρώτη φορά στη ματαίωση της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Η υγειονομική κρίση φαίνεται να ανατρέπει βίαια τη δυναμική μεγέθυνσης που είχε αποκτήσει η ελληνική οικονομία το προηγούμενο διάστημα.
Του Κωνσταντίνου Μίχαλου*
Οι πρωτόγνωρες συνθήκες για τη χώρα και τους πολίτες λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας του κορονοϊού οδήγησαν για πρώτη φορά στη ματαίωση της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Η υγειονομική κρίση φαίνεται να ανατρέπει βίαια τη δυναμική μεγέθυνσης που είχε αποκτήσει η ελληνική οικονομία το προηγούμενο διάστημα. Μετά από 3,5 χρόνια σταθερής ανόδου, το ΑΕΠ της χώρας αναμένεται φέτος να μειωθεί κατά 9%, σύμφωνα με τις πρόσφατες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Τα μέτρα που έχει λάβει μέχρι τώρα η πολιτεία για την προστασία των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών από τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, έχοντας ενσωματώσει πολλές από τις προτάσεις των φορέων της αγοράς. Ωστόσο, έχουμε μπροστά μας ένα δύσκολο διάστημα. Θα απαιτηθεί διαρκής παρακολούθηση της κατάστασης και λήψη πρόσθετων μέτρων για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των εργαζομένων που πλήττονται.
Εξίσου σημαντική με την προσπάθεια άμβλυνσης των επιπτώσεων της κρίσης βραχυπρόθεσμα, είναι η ανάγκη για να δημιουργηθούν οι συνθήκες για την επανεκκίνηση και τη διατηρήσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, στα επόμενα χρόνια. Για να μπορέσει να ανακάμψει και να ενισχύσει τις αντοχές της απέναντι σε μελλοντικές κρίσεις, η Ελλάδα χρειάζεται ένα νέο, υγιέστερο μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο θα στηρίζεται κυρίως στην παραγωγή περισσότερων διεθνώς εμπορεύσιμων, ανταγωνιστικών προϊόντων με υψηλή προστιθέμενη αξία.
Στην προσπάθεια αυτή θα πρέπει να αντιμετωπιστούν μια σειρά από δομικά προβλήματα και εμπόδια, όπως είναι η χαμηλή διαχρονικά παραγωγικότητα της οικονομίας, η κατακερματισμένη παραγωγική βάση, η υστέρηση σε θέματα καινοτομίας, η χαμηλή κινητοποίηση επενδυτικών πόρων, αλλά και η αδυναμία του τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτήσει την ανάκαμψη των επενδύσεων.
Οι πόροι που εξασφάλισε η Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Ένωση για τα επόμενα χρόνια, είναι η μεγάλη ευκαιρία της χώρας να αντιμετωπίσει τα εμπόδια αυτά και να προχωρήσει ταχύτερα τον παραγωγικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Γι’ αυτό και η διαχείρισή τους θα πρέπει να ακολουθήσει μια κεντρική φιλοσοφία και αρχιτεκτονική, η οποία θα υποστηρίζει σημαντικές θεσμικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις σε στρατηγικά επιλεγμένους κλάδους.
Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει στο επόμενο διάστημα να υπάρξουν κατάλληλες αποφάσεις και παρεμβάσεις, σε συγκεκριμένους τομείς προτεραιότητας.
Άμεσο ζητούμενο είναι η στήριξη των επιχειρήσεων και των εργαζομένων που πλήττονται από τις επιπτώσεις της πανδημίας, με έμφαση στην ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, στη διατήρηση της απασχόλησης με μέτρα επιδότησης της εργασίας, καθώς και στην ενίσχυση των εποχιακών εργαζομένων, μέσα από επιδοτούμενα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης και αναβάθμισης δεξιοτήτων.
Για την ανασυγκρότηση του παραγωγικού μηχανισμού της χώρας θα απαιτηθεί αξιοποίηση πόρων για την κινητοποίηση νέων παραγωγικών επενδύσεων, σε τομείς όπως η μεταποίηση, η πράσινη ενέργεια, οι μεταφορές και η εφοδιαστική αλυσίδα, ο αγροδιατροφικός τομέας, καθώς και ο τουρισμός, με την ανάδειξη εναλλακτικών μορφών. Παράλληλα θα πρέπει να υπάρξουν λειτουργικά κίνητρα για την ενθάρρυνση της επιχειρηματικής μεγέθυνσης, μέσα από συγχωνεύσεις και συνεργασίες μικρών επιχειρηματικών μονάδων. Στόχος είναι η δημιουργία επιχειρήσεων μεγαλύτερου μέσου μεγέθους, με καλύτερες προοπτικές βιωσιμότητας και ανάπτυξης, με πρόσβαση στην καινοτομία, με δυνατότητες προσέλκυσης εξειδικευμένου προσωπικού και ενίσχυσης της εξωστρέφειάς τους. Οι παρεμβάσεις αυτές θα πρέπει να συνδυαστούν με μια νέα πολιτική για τη μεταποίηση, με πρόσθετα φορολογικά κίνητρα για την ενθάρρυνση επενδύσεων, μείωση του κόστους της ενέργειας και διαμόρφωση κλαδικών πολιτικών, για την ενίσχυση εξωστρεφών κλάδων.
Με σκοπό τη βελτίωση του χρηματοδοτικού περιβάλλοντος, θα πρέπει να εξεταστεί η αναμόρφωση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας και η μετατροπή της σε βασικό όχημα για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, που θα διοχετευθούν στον ιδιωτικό τομέα. Με τον τρόπο αυτό μπορεί να μεγιστοποιηθεί η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, αλλά και να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός στην τραπεζική αγορά, προς όφελος των επιχειρήσεων και της ανάπτυξης. Επίσης, θα πρέπει να προχωρήσει η ίδρυση «κακής» τράπεζας για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, προκειμένου να επιταχυνθεί η βελτίωση του ενεργητικού και κατ’ επέκταση της χρηματοδοτικής ικανότητας του τραπεζικού τομέα.
Σημαντική προτεραιότητα αποτελεί και η επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους και της οικονομίας, με εμβάθυνση της διαδικασίας ψηφιοποίησης της δημόσιας διοίκησης, ανάπτυξη χρηματοδοτικών εργαλείων και κινήτρων για επενδύσεις ψηφιακής αναβάθμισης από τις επιχειρήσεις, καθώς και επένδυση στην ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού. Ταυτόχρονα, απαιτείται η ενίσχυση του συστήματος καινοτομίας, με αναβάθμιση των δικτύων ανάμεσα στη βασική έρευνα, την εφαρμοσμένη έρευνα και τις επιχειρήσεις, δημιουργία κόμβων καινοτομίας και περιφερειακών συνεργατικών σχηματισμών, ενίσχυση των δαπανών για Έρευνα και Ανάπτυξη και κίνητρα για την προσέλκυση σχετικών επενδύσεων από ξένες εταιρίες, καθώς και αποτελεσματικότερη στήριξη της νεοφυούς επιχειρηματικότητας.
Αναπόσπαστο μέρος της αναπτυξιακής στρατηγικής της χώρας πρέπει να είναι μια σύγχρονη πολιτική για το περιβάλλον, η οποία θα περιλαμβάνει τη σταδιακή απεξάρτηση από το λιγνίτη και με παρεμβάσεις που διασφαλίζουν τη δίκαιη μετάβαση, την αναβάθμισητου μοντέλου διαχείρισης απορριμμάτων και την ανάπτυξη συστημάτων κυκλικής οικονομίας, την ενθάρρυνση της ηλεκτροκίνησης, την παροχή κινήτρων για την ενεργειακή αναβάθμιση κτιρίων, την ολοκλήρωση του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού. Επίσης, είναι σημαντικό, μέσα από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και τις ΣΔΙΤ, να επιδιωχθεί η ολοκλήρωση και η αναβάθμιση των υποδομών της χώρας σε τομείς όπως οι μεταφορές, τα ενεργειακά και ψηφιακά δίκτυα, η διαχείριση αποβλήτων, αλλά και ο τουρισμός.
Παράλληλα θα πρέπει να ενισχυθεί το δίκτυο κοινωνικής προστασίας, με νέες δράσεις και προγράμματα για την καταπολέμηση της φτώχειας, με έμφαση σε μέτρα όπως η επιδότηση της επαγγελματικής κατάρτισης και η θέσπιση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.
Τέλος, είναι αυτονόητη ανάγκη να επιταχυνθούν και να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες θεσμικές μεταρρυθμίσεις για την περαιτέρω βελτίωση του φορολογικού περιβάλλοντος, για την αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος, για τη βελτίωση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης, για την αναβάθμιση της εκπαίδευσης και του εθνικού συστήματος υγείας. Τους περασμένους μήνες καταφέραμε να ανατρέψουμε πολλά αρνητικά στερεότυπα του παρελθόντος. Το ίδιο οφείλουμε να κάνουμε και στο εξής, μπροστά στο νέο μεγάλο εθνικό στοίχημα, που είναι η επανεκκίνηση και ο παραγωγικός μετασχηματισμός της ελληνικής οικονομίας. Με όραμα, με σχέδιο, συνεννόηση και συνεργασία, η χώρα μας μπορεί να απελευθερώσει στα επόμενα χρόνια τις παραγωγικές της δυνάμεις και να εξασφαλίσει όρους ανάπτυξης και ευημερίας για τις σημερινές αλλά και για τις επόμενες γενιές.