Η τοποθέτηση της Δρ. Μαρίας Τσιάκα, Προέδρου του Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών για τις συνέπειες που έχει η πανδημία του COVID-19 στις διατροφικές συμπεριφορές, τόσο του γενικού πληθυσμού, όσο και στους ανθρώπους που βρίσκονται σε διαδικασία ανάρρωσης από τις διατροφικές διαταραχές.
Ακολουθεί τοποθέτηση της Δρ. Μαρίας Τσιάκα, Προέδρου του Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών για τις συνέπειες που έχει η πανδημία του COVID-19 στις διατροφικές συμπεριφορές, τόσο του γενικού πληθυσμού, όσο και στους ανθρώπους που βρίσκονται σε διαδικασία ανάρρωσης από τις διατροφικές διαταραχές.
Τα νούμερα που καταγράφουν διεθνείς μελέτες είναι άκρως ανησυχητικά και ο εφησυχασμός κρίνεται επικίνδυνος για μια από τις λιγότερο «φωτισμένες» συνέπειες της πανδημίας.
«Είναι ευρέως γνωστό πως η πανδημία του COVID‐19 και τα μέτρα που ελήφθησαν, έχουν καταλυτική επίδραση σ’ όλη την ανθρωπότητα. Ωστόσο, θα ήθελα να σταθώ σε μια από τις λιγότερες προβεβλημένες συνέπειες, η οποία όμως κάθε άλλο παρά ήσσονος σημασίας είναι. Θα ήθελα, λοιπόν, να υπενθυμίσω την έντονη ενασχόληση του γενικού πληθυσμού με την τροφή και το σώμα, ως αντίδραση στο φόβο της πανδημίας και του lockdown. Το μέτρο της κοινωνικής απομόνωσης και απόστασης ενίσχυσε και συντέλεσε στην ραγδαία αύξηση της συμμετοχής των εφήβων σε πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Instagram και το Tik-Tok. Αυτό είχε ως συνέπεια να αυξηθεί η σωματική έκθεση, οι πρακτικές ακραίου περιορισμού τροφής, έντονης άσκησης και υπερφαγικών επεισοδίων. Επιπλέον, οι βιντεοκλήσεις αντικατέστησαν την προσωπική, δια ζώσης επαφή και έτσι ο συνεχής και ενδελεχής έλεγχος του προσώπου και του σώματος εντατικοποιήθηκε. Το άγχος, ο φόβος, η ανασφάλεια και η κοινωνική αποστασιοποίηση επηρέασαν άρδην τις διατροφικές συμπεριφορές εφήβων και ενήλικων, ενώ η δυσαρέσκεια γύρω από την εικόνα σώματος χτύπησε «κόκκινο».
Αύξηση κρουσμάτων στον γενικό πληθυσμό, υποτροπές σε νοσούντες
«Η επιστημονική κοινότητα έχει θορυβηθεί και «κρούει τον κώδωνα», καθώς τα δεδομένα υποδηλώνουν ότι η τρέχουσα πανδημία αυξάνει τον κίνδυνο να νοσήσει κάποιος από διατροφική διαταραχή ή και να επιδεινωθούν τα συμπτώματα σε ασθενείς που είναι σε ανάρρωση. Αναμένουμε λοιπόν, ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των κρουσμάτων και υποτροπές σε άτομα που νοσούν, παγκοσμίως».
Ποιοι είναι όμως εκείνοι οι παράγοντες που μπορούν εν δυνάμει να ενεργοποιήσουν και να πυροδοτήσουν την έξαρση της νόσου στο γενικό πληθυσμό;
1. Περιορισμός των καθημερινών δραστηριοτήτων και κινήσεων
Γενικός πληθυσμός
«Η ανατροπή της καθημερινότητας και η ελευθέρια κινήσεων επιδείνωσαν τον ανθρώπινο βιορυθμό, πρωτίστως σε ό,τι σχετίζεται με τα γεύματα και τις διατροφικές επιλογές. Η έλλειψη διαχωρισμού ανάμεσα σε μέρα - νύχτα, δουλειά - σχολείο - σπίτι προκάλεσε μια δομική ανατροπή, η οποία οδήγησε σε αύξηση του περιορισμού της τροφής, αλλά ταυτόχρονα και αύξηση των υπερφαγικών επεισοδίων. Τα παραπάνω προκύπτουν από τα ευρήματα πρόσφατης έρευνα που διεξήχθη στην Ελλάδα, η οποία διερεύνησε την διατροφική συμπεριφορά του γενικού πληθυσμού κατά τη διάρκεια της πανδημίας (Papandreou, Arija, Aretouli, Tsilidis, & Bulló, 2020). Ανάλογα αποτελέσματα έδειξε και μια επιδημιολογική μελέτη στην Αυστραλία, όπου το 28% του δείγματος κατέγραψε αυξημένα ποσοστά περιορισμού τροφής, ενώ το 35% δήλωσε αυξημένα ποσοστά υπερφαγικών επεισοδίων».
Ασθενείς με διατροφική διαταραχή
«Ένα σημαντικό ποσοστό ασθενών με ΔΔ κατέγραψαν αύξηση συμπτωμάτων (περιορισμός, υπερφαγικά επεισόδια), πρακτικών εκκαθάρισης (πρόκληση εμέτων, χρήση καθαρτικών κτλ), υπεργυμναστικη. Συγκεκριμένα, ο περιορισμός αυξήθηκε στο 65%, ενώ οι υπερφαγικές κρίσεις κατά 36% και η υπεργυμναστική κατά 48%. Αυτή η αύξηση των συμπτωμάτων είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το ενισχυμένο άγχος, καθώς και με τον έντονο φόβο της αύξησης βάρους, λόγω παρατεταμένης παραμονής στο σπίτι. Η παρουσία, δε, στοκ μεγάλων ποσοτήτων τροφής στο σπίτι πυροδότησε μια σειρά από αλυσιδωτές αντιδράσεις που χαρακτηρίζονταν, είτε από έντονο περιορισμό, είτε από απώλεια ελέγχου στην κατανάλωση τροφής».
2. Ο ρόλος των Social Media
«Βάσει των πρόσφατων ερευνών, η πανδημία του COVID-19 συσχετίζεται άμεσα με τον αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης συμπεριφορών διατροφικής διαταραχής λόγω των social media, εξαιτίας του αυξημένου βαθμού έκθεσης και προώθησης μη ωφέλιμων πρακτικών διαχείρισης της τροφής και της εικόνας σώματος. Ειδικότερα, η προώθηση της κουλτούρας της δίαιτας και της απόκτησης του τέλειου ιδανικού λεπτού σώματος, σε συνδυασμό με την πανδημία, καθώς και η συνεχής, καθημερινή έκθεση του κοινού (ιδιαιτέρως εφήβων) σε όλες αυτές τις εικόνες και τα βίντεο είχαν και έχουν ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της αρνητικής εικόνας σώματος, η οποία αποδεδειγμένα θεωρείται παράγοντας κίνδυνου εμφάνισης συμπτωμάτων διατροφικής διαταραχής».
3. Η αγωνία και ο φόβος μετάδοσης του COVID‐19
«Η πανδημία, παράλληλα, ενεργοποίησε υψηλοτέρα επίπεδα άγχους και ανησυχίας σε ό,τι αφορά στην ποιότητα της τροφής που πρέπει να καταναλωθεί, με στόχο την ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος για την αποφυγή της νόσου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του υποσιτισμού, μέσω του περιορισμού συγκεκριμενών διατροφικών ομάδων (πχ πρωτεΐνης και γαλακτοκομικών), λόγω του φόβου μόλυνσης. Όταν η τροφή αντιμετωπίζεται ως βασικό μέσο ή όπλο αναχαίτισης μιας πιθανής μόλυνσης από τον ιο , αναπόφευκτα εμφανίζονται συμπτώματα και συμπεριφορές που συσχετίζονται με την ορθορεξία (μια από τις αναγνωρισμένες διατροφικές διαταραχές)».
*H Δρ. Μαρία Τσιάκα είναι Πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών και διδάκτωρ στο Τμήμα Ψυχολογικής Ιατρικής και Ψυχιατρικής του Institute of Psychiatry, King’s College London. Οικογενειακή θεραπεύτρια, εξειδικευμένη στις διατροφικές διαταραχές.
naftemporiki.gr