Απόψεις
Τρίτη, 08 Σεπτεμβρίου 2020 23:27

Το Πανεπιστήμιο δεν είναι μονόδρομος απασχόλησης

Πριν από λίγες ημέρες ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα εισαγωγής των αποφοίτων Λυκείου στα Πανεπιστήμια. Για ακόμα μια χρονιά παρουσιάζονται φαινόμενα πολύ χαμηλών βάσεων εισαγωγής, ακόμα και με βαθμό κοντά στο 1 ή στο 3 σε ορισμένα Τμήματα. Εύλογα, λοιπόν, διερωτάται κάποιος: Αυτά τα παιδιά πραγματικά ενδιαφέρονται να σπουδάσουν στο συγκεκριμένο Τμήμα που εισάγονται, θα καταφέρουν να αποφοιτήσουν και πότε, θα γίνουν ικανοί επαγγελματίες και τελικά θα πετύχουν τους προσωπικούς τους στόχους, μέσα από αυτήν την κοστοβόρα, σε χρόνο και χρήμα, επένδυση; Το στερεότυπο ότι σπουδάζοντας σε κάποιο Πανεπιστήμιο λύνεις το πρόβλημά σου, κοινωνικά, εργασιακά, οικονομικά, εκπληρώνοντας τα όνειρα της οικογένειάς σου και προσδοκώντας, κατά κύριο λόγο, τον διορισμό στο Δημόσιο πρέπει να εξαλειφθεί.

Από την έντυπη έκδοση

Της Τέσσας Μίχου

*Η κ. Τέσσα Μίχου είναι Policy Expert Ανάπτυξης Ανθρώπινου Κεφαλαίου του ΣΕΒ ​

Πριν από λίγες ημέρες ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα εισαγωγής των αποφοίτων Λυκείου στα Πανεπιστήμια. Για ακόμα μια χρονιά παρουσιάζονται φαινόμενα πολύ χαμηλών βάσεων εισαγωγής, ακόμα και με βαθμό κοντά στο 1 ή στο 3 σε ορισμένα Τμήματα. Εύλογα, λοιπόν, διερωτάται κάποιος: Αυτά τα παιδιά πραγματικά ενδιαφέρονται να σπουδάσουν στο συγκεκριμένο Τμήμα που εισάγονται, θα καταφέρουν να αποφοιτήσουν και πότε, θα γίνουν ικανοί επαγγελματίες και τελικά θα πετύχουν τους προσωπικούς τους στόχους, μέσα από αυτήν την κοστοβόρα, σε χρόνο και χρήμα, επένδυση; Το στερεότυπο ότι σπουδάζοντας σε κάποιο Πανεπιστήμιο λύνεις το πρόβλημά σου, κοινωνικά, εργασιακά, οικονομικά, εκπληρώνοντας τα όνειρα της οικογένειάς σου και προσδοκώντας, κατά κύριο λόγο, τον διορισμό στο Δημόσιο πρέπει να εξαλειφθεί.

Για να γίνει όμως αυτό, κάθε νέος άνθρωπος πρέπει να έχει στη διάθεσή του ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών εκπαιδευτικών διαδρομών, ώστε να μπορεί να επιλέξει εκείνη που ανταποκρίνεται καλύτερα στα προσωπικά του χαρακτηριστικά, στα ταλέντα του και στις φιλοδοξίες του.  Προς αυτήν την κατεύθυνση, οι δυνατότητες που παρέχει η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ) οφείλουν να έχουν βαρύνοντα ρόλο στην εθνική εκπαιδευτική πολιτική, όπως εξάλλου προωθείται εδώ και χρόνια και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπου η ΕΕΚ έχει θέση-κλειδί στην αναπτυξιακή στρατηγική της. Ιδιαίτερα σήμερα, ο ρόλος της σε επίπεδο Ε.Ε. καθίσταται ακόμα περισσότερο κομβικός, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις δυσμενείς επιπτώσεις της πανδημίας του Covid-19 στην απασχόληση των νέων όσο και τις προκλήσεις του μέλλοντος, για την υποστήριξη του βιομηχανικού μετασχηματισμού και της μετάβασης στην ψηφιακή και πράσινη οικονομία.  

Δυστυχώς, στην Ελλάδα, η σημερινή εικόνα της ΕΕΚ δεν είναι καλή. Με βασικά χαρακτηριστικά την έλλειψη σύνδεσης της εκπαίδευσης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, την απουσία των επιχειρήσεων από τον σχεδιασμό και την οργάνωση, τις συνεχείς νομοθετικές αλλαγές, υπό το πρίσμα της αναβάθμισης, χωρίς ωστόσο αποτελέσματα. Επίσης, η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου πλαισίου διασφάλισης ποιότητας, η συνεχής μείωση της προστιθέμενης αξίας των σπουδών, η ανεπαρκής επαφή των σπουδαστών με τους χώρους εργασίας, λόγω της περιορισμένης εφαρμογής σχημάτων μαθητείας και πρακτικής άσκησης, η δυσπιστία της αγοράς εργασίας ως προς τις αποκτώμενες δεξιότητες και κατά συνέπεια στην από μέρους της επένδυση, είναι ορισμένοι από τους λόγους υστέρησης της ΕΕΚ που εντοπίζει ο ΣΕΒ.  

Το αποτέλεσμα είναι γνωστό σε όλους. Οι εναλλακτικές εκπαιδευτικές διαδρομές που παρέχονται στους νέους μέσα από τα διάφορα συστήματα της ΕΕΚ (Επαγγελματικά Λύκεια -ΕΠΑΛ, Επαγγελματικές Σχολές -ΕΠΑΣ, Μεταλυκειακό έτος-Τάξη Μαθητείας, ΙΕΚ) αποτελούν κατά κύριο λόγο δεύτερη, αν όχι τελευταία, επιλογή. Για τους πιο αδύναμους μαθητές, για όσους δεν τα καταφέρνουν στις πανελλήνιες και, τώρα τελευταία (με την αύξηση του ποσοστού των εισακτέων από τα ΕΠΑΛ στα ΑΕΙ), για κάποιους που θεωρούν το ΕΠΑΛ ως πιο εύκολη δίοδο προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση.

Σύμφωνα με έρευνα του ΣΕΒ, το 2018, σε δείγμα 831 μεταποιητικών επιχειρήσεων (> 30 εργαζόμενοι, με 6 στους 10 κατά μέσο να μην είναι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης), στις κατηγορίες «Τεχνικοί»”, «Ειδικευμένοι τεχνίτες» και «Χειριστές βιομηχανικών εγκαταστάσεων» οι σημαντικότερες ελλείψεις που εντοπίζονται αφορούν τεχνικές/επαγγελματικές δεξιότητες. Από την άλλη, από ποιοτικές έρευνες, κλαδικές μελέτες, αλλά και από την καθημερινή επαφή με τις επιχειρήσεις αναδεικνύεται μια διαρκής ανάγκη για κατάλληλα εκπαιδευμένους και προετοιμασμένους συντηρητές βιομηχανικών εγκαταστάσεων, αλουμινοκατασκευαστές, εργοδηγούς, συγκολλητές, στελέχη πωλήσεων και άλλα επαγγέλματα και ειδικότητες ΕΕΚ, με κλαδικό ή μη προσανατολισμό.

Μπορεί όμως στην Ελλάδα η Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση να αποκτήσει τη θέση που της αρμόζει στη συνείδηση και τις επιλογές της νεολαίας, της επιχειρηματικής κοινότητας και της κοινωνίας, γενικότερα;  

Ναι, η δυνατότητα υπάρχει, αλλά για να επιτευχθεί αυτή η μεγάλη αλλαγή απαιτείται μια συνολική και εκ βάθρων μεταρρύθμιση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, προκειμένου να γίνει για τους νέους αποτελεσματική και ελκυστική εκπαιδευτική διαδρομή προς την αγορά εργασίας και να εξελιχθεί σε ένα σύγχρονο, ευέλικτο και εξωστρεφές σύστημα, στο οποίο να αξίζει να επενδύσουν τόσο οι νέοι όσο και οι επιχειρήσεις. 

Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΣΕΒ καταθέτει τις αναλυτικές προτάσεις του στο Special Report «Μεταρρύθμιση της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης: Κλειδί για ένα νέο παραγωγικό πρότυπο με καλύτερες και περισσότερες δουλειές για τους νέους» (9 Ιουλίου 2020), οι οποίες διαρθρώνονται σε τέσσερις κεντρικούς άξονες:

1. Βελτίωση του συστήματος διακυβέρνησης της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και υιοθέτηση ενός νέου υποδείγματος διοίκησης, για την ενίσχυση της ευελιξίας και της εξωστρέφειας της παρεχόμενης εκπαίδευσης.

2. Ενίσχυση της μάθησης με βάση την εργασία (μαθητεία και πρακτική άσκηση) εντός του συστήματος τεχνικής - επαγγελματικής εκπαίδευσης.

3. Ανάπτυξη και εφαρμογή ενός ολοκληρωμένου Πλαισίου Ποιότητας για την ΕΕΚ και αξιολόγηση της παρεχόμενης εκπαίδευσης, με στόχο τη συστηματική ανατροφοδότηση του συστήματος και τη συνεχή αναβάθμισή του.

4. Σχεδιασμός ειδικών προγραμμάτων σπουδών κλαδικού/τομεακού χαρακτήρα, με στόχο τη βελτίωση της σύνδεσης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας και των επιχειρήσεων.
Είναι στο χέρι μας να δώσουμε στην Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση τη θέση που της αρμόζει, αξιοποιώντας ευρωπαϊκά πρότυπα και διεθνείς πρακτικές, και να αναδείξουμε επιλογές και δρόμους στους νέους μας που θα τους προσφέρουν απασχόληση, επαγγελματική και προσωπική ικανοποίηση στο παρόν και στο μέλλον.