Πολιτική
Δευτέρα, 07 Σεπτεμβρίου 2020 21:28

Η ομιλία του πρωθυπουργού στη Βουλή για τον Covid-19

Σχεδόν ημίωρης διάρκειας ήταν το απόγευμα της Δευτέρας η ομιλία του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στη Βουλή, στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση, σε επίπεδο αρχηγών, σχετικά με τα προβλήματα που δημιουργεί η έξαρση της πανδημίας στη δημόσια υγεία, την οικονομία, στους εργαζόμενους και για την έναρξη του νέου σχολικού έτους.

Σχεδόν ημίωρης διάρκειας ήταν το απόγευμα της Δευτέρας η ομιλία του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, στη Βουλή, στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση, σε επίπεδο αρχηγών, σχετικά με τα προβλήματα που δημιουργεί η έξαρση της πανδημίας στη δημόσια υγεία, την οικονομία, στους εργαζόμενους και για την έναρξη του νέου σχολικού έτους.

Αναλυτικά, ο πρωθυπουργός είπε:

«Ευχαριστώ, κύριε Πρόεδρε και ευχαριστώ κυρία Γεννηματά που μας δίνετε τη δυνατότητα να βρεθούμε σήμερα στο Κοινοβούλιο και σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων, να συζητήσουμε το κυρίαρχο θέμα το οποίο απασχολεί σήμερα την Ελληνική κοινωνία.

Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, ήταν Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου, όταν ταυτοποιήθηκε και επισήμως το πρώτο κρούσμα κορονοϊού στην Ελλάδα.

Από τότε μεσολάβησαν 195 μέρες. Έγιναν πολλά. Η κυβέρνηση ενεργοποίησε από την πρώτη στιγμή ένα τολμηρό σχέδιο, στηριγμένο πάντα στις κατευθύνσεις, στις υποδείξεις, στις οδηγίες των επιστημόνων.

Παρά τις πρώτες αντιδράσεις προχώρησε γρήγορα σε πολύ αυστηρούς περιορισμούς, οι οποίοι έφεραν αποτέλεσμα. Ενισχύσαμε σε προσωπικό και εξοπλισμό το Εθνικό Σύστημα Υγείας και εξακολουθούμε να το κάνουμε. Και ταυτόχρονα επεξεργαστήκαμε ένα ευρύ, αλλά και ευέλικτο πρόγραμμα για τη στήριξη των νοικοκυριών αλλά και των επιχειρήσεων που πλήττονταν από την πανδημία.

Πάνω απ’ όλα, όμως, η ελληνική πολιτεία απευθύνθηκε με ειλικρίνεια στους Έλληνες πολίτες, καλώντας τους να βαδίσουμε όλοι μαζί ενωμένοι το δρόμο της ευθύνης και της αλληλεγγύης.

Στη χώρα μας οικοδομήθηκε μία νέα σχέση εμπιστοσύνης ανάμεσα στο κράτος και στον πολίτη. Και ναι, οι απώλειες περιορίστηκαν και η Ελλάδα  έγινε διεθνές παράδειγμα για την άμυνά της απέναντι στο πρώτο κύμα της υγειονομικής κρίσης. Μια άμυνα η οποία εξακολουθεί να διατρέχει την πολιτική μας. Με νέους όρους αυτή τη φορά, διότι οι συνθήκες είναι άλλες, αλλά και με νέες δυνατότητες από πλευράς του κρατικού μηχανισμού. Η απειλή απλώνεται ξανά σε ολόκληρο τον κόσμο και η μάχη συνεχίζεται και στον τόπο μας.

Όλο το προηγούμενο διάστημα, θυμίζω, ήταν πολλές οι φορές που επέλεξα προσωπικά να επικοινωνήσω με τους συμπολίτες μας, περιγράφοντας την κατάσταση, εξηγώντας αναλυτικά τα μέτρα τα οποία λαμβάνουμε και ζητώντας τη δική τους κρίσιμη συμβολή. Είμαι ευγνώμων -το έχω πει πολλές φορές, το επαναλαμβάνω και σήμερα- για την ατομική και την κοινωνική ευθύνη που επέδειξαν. Την ίδια ευθύνη και πειθαρχία εξακολουθούμε να χρειαζόμαστε και σήμερα.

Μίλησα επίσης συχνά στο κοινοβούλιο για ό,τι συμβαίνει και ό,τι κάναμε. Τελευταία μάλιστα ενημέρωση έγινε από τους δύο συναρμόδιους Υπουργούς οι οποίοι παρίστανται σήμερα, τον Υπουργό Υγείας και την Υπουργό Παιδείας, πριν από δύο εβδομάδες στην αρμόδια επιτροπή, όπου δόθηκαν πολλές εξηγήσεις, πολλές απαντήσεις. Και πιστεύω ότι υπήρξαν ερωτήματα εύλογα από συναδέλφους τα οποία απαντήθηκαν επαρκώς από την κυβέρνηση ενώ θέλω να τονίσω ότι σε κυβερνητικό επίπεδο η συνεργασία μας με όλους τους ειδικούς επιστήμονες, λοιμωξιολόγους, παραμένει καθημερινή.

Ο ελληνικός λαός εξακολουθεί να ενημερώνεται τακτικά για το μέτωπο της υγείας, αλλά και για τις πρωτοβουλίες που παίρνει το Υφυπουργείο Πολιτικής Προστασίας. Πάντα με τρόπο επίσημο, πάντα με τρόπο διαφανή.

Και με το ίδιο ακριβώς πνεύμα προσέρχομαι και εδώ σήμερα. Με μία παράκληση προς την αντιπολίτευση: Να μην επιτρέψουμε στους εαυτούς μας αυτή τη συζήτηση για μία τόσο σοβαρή υπόθεση, να τη μετατρέψουμε σε μία άγονη κομματική διαμάχη. Να μην εγκλωβιστούμε σε διαξιφισμούς που μπορεί να θολώσουν τη συνολική εικόνα και να μας απομακρύνουν όλους μαζί από αυτό που θεωρώ ότι πρέπει να είναι ο κοινός μας στόχος: από τη μία η προστασία της υγείας, της ζωής των Ελλήνων πολιτών και από την άλλη η διαχείριση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας. Ο κορονοϊός δεν προσφέρεται για εύκολες ρητορικές κορώνες. Υπάρχουν πολλά πεδία στα οποία μπορούμε να ξεδιπλώσουμε τις πολιτικές μας διαφωνίες. Σήμερα, όμως, προέχει η αλήθεια και η κοινή δράση.

Σήμερα πρέπει όλοι σε αυτή την αίθουσα -παρά τις επιμέρους διαφωνίες, επιφυλάξεις, κριτικές οι οποίες νομίζω ότι είναι καλοδεχούμενες όσο στηρίζονται σε επιστημονικά και τεκμηριωμένα δεδομένα- πρέπει όλοι εμείς να ορθώσουμε πάνω από όλα ένα μέτωπο λογικής. Διότι ο κορονοϊός μπορεί να ακολουθεί τη δική του εξέλιξη, αποκτά νέους τρόπους διασποράς, αποκτά διαφορετικά χαρακτηριστικά. Μέχρι να βρεθεί το οριστικό φάρμακο, που δεν είναι άλλο από το εμβόλιο, οι πολιτικές δυνάμεις σε αυτή την αίθουσα έχουν τουλάχιστον υποχρέωση να συμφωνήσουν σε μία ελάχιστη κοινή βάση.

Ποια είναι αυτή;  Ότι οι αποφάσεις οι οποίες παίρνονται, παίρνονται πάντα με γνώμονα τα πορίσματα της επιστήμης. Αλλά και με μια παραδοχή: Ότι οι συνθήκες είναι δύσκολες, είναι δυναμικές και γι’ αυτό και απαιτούν και σύνθετα και δυναμικά μοντέλα τα οποία θα ανταποκρίνονται στην κάθε στιγμή.

Διαπιστώνω -και το διαπιστώνετε και εσείς- παρά το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών συντάσσεται με τις επιταγές των ειδικών, ότι υπάρχουν μικρές μειοψηφίες ανορθολογισμού, που συχνά αγγίζει τα όρια της παράνοιας. Έχουμε μία υποχρέωση: απέναντι σε αυτές τις εστίες ανορθολογισμού να σταθούμε όλοι με υπευθυνότητα. Και αν μη τι άλλο, παρά τις επιμέρους διαφωνίες μας, να αγκαλιάσουμε, να στηρίξουμε, να υποστηρίξουμε ο καθένας στο δικό του ακροατήριο βασικές πολιτικές επιλογές που μας επιτάσσουν οι ειδικοί. Όπως παραδείγματος χάρη η υποχρεωτική χρήση της μάσκας, που στο παρόν στάδιο της πανδημίας -όπως θα εξηγήσω στη συνέχεια- είναι το πιο σίγουρο, είναι το πιο αποδεδειγμένο μέσο για να μπορέσουμε να προστατεύσουμε τους εαυτούς μας, τους αγαπημένους μας, χωρίς να υποστούμε τις αρνητικές συνέπειες από έναν περαιτέρω περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας, κάτι το οποίο πιστεύω ότι δεν θέλει κανείς σε αυτή την αίθουσα.

Με αυτή λοιπόν την αντίληψη επέλεξα να απαντήσω στα ερωτήματα, στα θέματα τα οποία θέτει η κυρία Γεννηματά, με άξονα 10 ερωτήματα. Δέκα θέματα που ξέρω ότι βρίσκονται στο επίκεντρο των συζητήσεων των πολιτών, απηχώντας εύλογες, το επαναλαμβάνω, εύλογες αγωνίες σε ένα περιβάλλον το οποίο παραμένει ταραγμένο.

Ερώτημα πρώτο: Πόσο επιτυχημένη υπήρξε τελικά η διαχείριση της πανδημίας στη χώρα;

Η απάντηση εδώ αποτιμάται από ένα μέτρο. Ένα και μόνο μέτρο: Την πραγματική προστασία της υγείας των πολιτών. Τα κρούσματα, δηλαδή, τα οποία εκδηλώθηκαν στον τόπο μας, τον αριθμό των ζωών που δυστυχώς χάθηκαν, κάθε ανθρώπινη απώλεια είναι από μόνη της μια τραγωδία, αλλά βέβαια και από τη διασπορά του ιού στην επικράτεια.

Η Ελλάδα, λοιπόν, έξι μήνες μετά την εκδήλωση της νόσου μετρά 286 θανάτους με μέση ηλικία τα 78 χρόνια. Όσους δηλαδή θρηνούσαν καθημερινά σε ένα 6ωρο χώρες που χτυπήθηκαν πολύ σκληρότερα στην πρώτη φάση της πανδημίας. Έχουμε αυτή τη στιγμή που μιλάμε συνολικά καταγεγραμμένα 11.542 κρούσματα.  Είμαστε στην 111η θέση παγκοσμίως σε θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους, τέσσερις φορές κάτω από το μέσο όρο απωλειών στον κόσμο. Με άλλα λόγια, έχουμε καταφέρει με τη βοήθεια όλων να αποφύγουμε τις εκατόμβες που στοιχειώνουν άλλα κράτη, και βάλαμε ισχυρά φρένα στα φαινόμενα ανεξέλεγκτης διάδοσης του ιού.

Αυτό εδώ το γράφημα, το οποίο και θα καταθέσω στα πρακτικά, αποτυπώνει τα πραγματικά δεδομένα, τα απόλυτα κρούσματα -υπάρχει και αντίστοιχο διάγραμμα το οποίο ανάγει τα κρούσματα στο μέγεθος της χώρας- και δείχνει ότι η Ελλάδα είναι σε πολύ καλύτερη θέση από την Πορτογαλία, την Ολλανδία, τη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο. Αυτή είναι η πραγματικότητα των αριθμών, η οποία δεν επιδέχεται αμφισβήτησης.

Επιτρέψτε μου να πω ότι είναι και λάθος να ακούγονται απόψεις ότι τα πήγαμε καλά στο πρώτο κύμα της πανδημίας, ενώ στην επανεμφάνιση της φανήκαμε ανέτοιμοι. Είναι μία κριτική που την ακούω συχνά, φαντάζομαι θα την ακούσω και σήμερα. Θα επιχειρήσω να απαντήσω τεκμηριωμένα γιατί, κατά την άποψή μου, αυτό δεν ισχύει.

Η αλήθεια είναι, το είχαμε πει επανειλημμένως, ότι περιμέναμε μία λελογισμένη αύξηση κρουσμάτων από τη στιγμή που η οικονομία μας θα ξανάνοιγε. Όχι μόνο στον τουρισμό, αλλά σε οποιαδήποτε οικονομική δραστηριότητα. Το είχα πει πολλές φορές, είναι κάτι το οποίο  προεξοφλούσαν όλοι ότι θα συνέβαινε σε όλες τις χώρες του κόσμου. Προφανώς δεν μπορούσαμε να παραμείνουμε σε αιώνιο lockdown, και προφανώς το σταδιακό άνοιγμα της οικονομικής δραστηριότητας θα επέτρεπε τη μεγαλύτερη διάδοση του ιού. Η πρόκληση, όμως ήταν και παραμένει αυτά τα κρούσματα να εντοπιστούν και να ελεγχθούν..Και αυτό γίνεται. Και αυτό το αποδεικνύουν όλα τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεση μας. Η Ελλάδα και τα κατάφερε στο πρώτο κύμα και εξακολουθεί, θέλω να το τονίσω αυτό, εξακολουθεί να τα καταφέρνει και τώρα.

Ασφαλώς, ένα δίδαγμα του καλοκαιριού ήταν ότι ναι, υπήρξε χαλάρωση. Πιεσμένοι από τους περιορισμούς, μειώσαμε όλοι μας την επιφυλακή. Ίσως θεωρήσαμε ότι ως κοινωνία, με αυτό τον τρόπο, με το να χαλαρώσουμε συνολικά, θα αποτρέπαμε -ίσως και λόγω του καλοκαιριού- τον ιό από το να επανεμφανιστεί. Συνέβη σε όλες τις χώρες.

Θέλω να σας θυμίσω ότι όταν συζητούσα με άλλους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων σε αυτό το οποίο ονομάζουμε Smart Covid Group το άγχος μας ήταν πώς δε θα γίνουμε θύματα της επιτυχίας μας. Πώς θα εξηγήσουμε δηλαδή στην ελληνική κοινωνία ότι, ωραία, τα πήγαμε πολύ καλά στο πρώτο στάδιο, αλλά ο ιός δεν έχει εξαφανιστεί.

Και με εξαίρεση τη Ν. Ζηλανδία δεν έχει υπάρξει και άλλη χώρα που να γνωρίζω, που ακολούθησε μια τακτική της πλήρους εξαφάνισης του ιού. Γνωρίζαμε ότι ο ιός κυκλοφορούσε και γνωρίζαμε ότι έπρεπε να προσέχουμε όταν ξανανοίγουμε την οικονομική δραστηριότητα. Γνωρίζουμε επίσης ότι πολλές από τις δραστηριότητες τις καλοκαιρινές, τελικά όπως φάνηκε ευνοούσαν τη διάδοση του ιού. Όταν εντοπίσαμε -και το κάναμε με μεγάλη ταχύτητα- αύξηση των κρουσμάτων η οποία μας προβλημάτισε όλους, έγιναν κατάλληλες ενέργειες. Έγιναν μια σειρά, όχι από πλήρη τοπικά lock down, αλλά τροποποιήθηκαν ωράρια, μπήκαν έλεγχοι στους χώρους διασκέδασης, έγινε υποχρεωτική η χρήση μάσκας σε εσωτερικούς χώρους. Έγιναν παρεμβάσεις.

Και μπορώ να σας πω με βεβαιότητα -επειδή έχουμε πολύ καλή πρόσβαση πια σε στοιχεία και σε πραγματικά δεδομένα- ότι όπου γίνονται τέτοιες τοπικές παρεμβάσεις -για τις οποίες μας ασκήθηκε πολύ μεγάλη κριτική θέλω να θυμίσω, και από τοπικούς φορείς, αλλά και από κόμματα- όπου έγιναν τέτοιες παρεμβάσεις, είδαμε ότι τα κρούσματα μειώθηκαν πολύ σημαντικά. Και μας δίνει αυτό τη δυνατότητα, όταν περιορίζουμε την τοπική εξάπλωση της επιδημίας κάπου επειδή ακολουθούμε ακριβώς αυτό το «μπουκέτο», το μενού μέτρων το οποίο το γνωρίζει πια πολύ καλά ο ΕΟΔΥ και η Πολιτική Προστασία, μας δίνεται η δυνατότητα να μπορέσουμε τα μέτρα αυτά να τα χαλαρώνουμε.

Θα σας δώσω ένα παράδειγμα το οποίο ακόμα δεν το έχουμε ανακοινώσει. Έγινε μεγάλη φασαρία για το ζήτημα της Πάρου. Ίσως γιατί ο κύριος Ραγκούσης ήταν Δήμαρχος και αισθανόταν ότι έχει μία άποψη ιδιαίτερη για το τι γίνεται στο νησί. Πολύ καλά κάναμε και πήραμε τα μέτρα που πήραμε στην Πάρο. Τις τελευταίες 10 μέρες βλέπουμε ότι η Πάρος δεν δίνει πια θετικά κρούσματα ή δίνει ελάχιστα, ένα ή δύο. Αν συνεχίσουμε σε αυτήν την τάση, θα είμαστε έτοιμοι την Παρασκευή να χαλαρώσουμε τα μέτρα και να επανέλθει η Πάρος σε ένα καθεστώς πλήρους κανονικότητας. Το αντίστοιχο θα εξακολουθούμε να κάνουμε παντού.

Και πρέπει να σας πω ότι, ναι, τις τελευταίες επτά μέρες έχουμε δει πάλι τα στοιχεία να δείχνουν μία ισορροπία, ενδεχομένως και μία μικρή μείωση. Θέλω να το πω και να το ξαναπώ. Δεν είναι  αιτία εφησυχασμού. Εάν αισθανθούμε ότι και πάλι επειδή τα στοιχεία τις επόμενες εβδομάδας μπορεί να δείξουν μία περαιτέρω μείωση, και αν ξαναχαλαρώσουμε και δεν ακολουθούμε τα βασικά μέτρα τα οποία μας υποδεικνύουν οι ειδικοί, τότε είναι  πολύ πιθανόν να ξαναβρεθούμε μπροστά σε ένα νέο κύμα και να αναγκαστούμε να πάρουμε πιο δραστικά μέτρα.

Άρα, η επιτυχία μας δεν μπορεί να είναι δικαιολογία για εφησυχασμό.

Ερώτημα δεύτερο: Ποιες είναι  τελικά οι ενδεδειγμένες λύσεις σε μία πανδημία; Είναι το κλείσιμο της οικονομίας για μεγάλο διάστημα ή μήπως τελικά -ένα ερώτημα το οποίο μου γίνεται συχνά- υπάρχει κάποια λογική στην αδράνεια, σε αυτό το οποίο οδηγεί στην ανοσία της αγέλης;

Η απάντηση είναι κατηγορηματικά «όχι» στο δεύτερο. Και πρέπει νομίζω όλοι, με υπευθυνότητα, να σταθούμε σε αυτό το βήμα και να πούμε μία μεγάλη αλήθεια: Η Covid-19, ο κορονοϊός, είναι μία επικίνδυνη αρρώστια. Μεταδίδεται πιο γρήγορα από τη γρίπη. Μπορεί να έχει επιπλοκές όχι μόνο σε ανθρώπους ηλικιωμένους, αλλά και σε νεότερους. Είναι πολύ πιο θανατηφόρος από την γρίπη. Δεν είναι μία αρρώστια την οποία παίρνει κάποιος αψήφιστα.

Το λέω αυτό διότι πολλές φορές κυριαρχεί και αυτή η λογική «δεν βαριέσαι, να το κολλήσω, να το περάσω, να τελειώσω, να αποκτήσω αντισώματα». Είναι λάθος αυτή η προσέγγιση. Είναι λάθος γιατί, όπως θα πω και στην συνέχεια, πλησιάζουμε πια με γρήγορα βήματα στο να βρούμε ένα εμβόλιο. Και δεν θέλουμε κανείς, μα κανείς να εκτεθεί αχρείαστα σε μία αρρώστια που δεν την καταλαβαίνουμε ακόμα τόσο καλά και δεν γνωρίζουμε ποιες τελικά μπορεί να είναι οι ουσιαστικές επιπλοκές της.

Εμείς, λοιπόν, από την πρώτη στιγμή ευθυγραμμιστήκαμε, όπως σας είπα, με αυτό το οποίο μας είπε η επιστήμη. Ο λόγος για τον οποίο έγινε το lockdown ήταν για να προετοιμάσουμε το σύστημα υγείας, να ενημερώσουμε την κοινωνία και να μπορούμε στη συνέχεια να πάμε σε μία κατάσταση με καλές ιχνηλατήσεις και με μία πολύ καλή δουλειά την οποία κάνει η Πολιτική Προστασία και ο ΕΟΔΥ, να συνυπάρχουμε με τον ιό με εξαιρετικά περιορισμένα κρούσματα. Και εκεί θέλω προσωπικά να πω ένα πολύ μεγάλο ευχαριστώ στον ΕΟΔΥ, στα στελέχη της Πολιτικής Προστασίας, σε όλους όσοι υποστηρίζουν το σύστημα ιχνηλάτησης το οποίο έχουμε καταφέρει και έχουμε ενεργοποιήσει τους τελευταίους μήνες.

Είναι μια πολύ δύσκολη και μια πολύ κουραστική δουλειά. Πρέπει να σας πω ότι είναι και μία δουλειά η οποία σε πείσμα κάποιων οι οποίοι πίστευαν ότι θα μπορούσε να λυθεί με κάποια εφαρμογή σε ένα κινητό τηλέφωνο -θυμάστε αυτή τη συζήτηση, ότι θα κατεβάζαμε όλοι κάποια εφαρμογή, θα μας ειδοποιούσε με κάποιον τρόπο με ποιον είχαμε έρθει σε επικοινωνία- απεδείχθη ότι αυτές οι ελπίδες ήταν φρούδες. Το λεγόμενο contact-tracing, η ιχνηλάτηση, θέλει πολλή  προσπάθεια, πολύ κόπο, πολλά τηλέφωνα. Πολλές φορές μπορεί να πέσει η Πολιτική Προστασία πάνω σε κάποιον ο οποίος μας έχει δώσει λάθος τηλέφωνο. Άντε πάλι από την αρχή. Δεν αφήνουμε κανένα κρούσμα ορφανό. Θα ψάξουμε κάθε κρούσμα να δούμε, να κάνουμε την ιχνηλάτησή του και να έρθουμε σε επικοινωνία με αυτούς οι οποίοι έχουν έρθει σε επαφή, γιατί είναι ο μόνος αποδεδειγμένος τρόπος για να μπορούμε να περιορίσουμε την έξαρση αυτού του δεύτερου κύματος της πανδημίας.

Τρίτο ερώτημα, λοιπόν: Πού θα οδηγούσε ένα διαρκές lockdown ή πού θα οδηγούσε ενδεχομένως μια πολιτική πιο χαλαρή, της ανοσίας της αγέλης;

Έχουμε παραδείγματα και από τα δύο. Όπως σας είπα η Νέα Ζηλανδία, με την Πρωθυπουργό της οποίας είμαστε σε επαφή στο Smart Covid Group, είχε ακολουθήσει μια πολιτική «μηδέν κρούσματα». «Θα κλείσουμε τη χώρα τελείως, δεν θα μπει κανείς». Κι όμως, ο ιός επανεμφανίστηκε και στη Νέα Ζηλανδία. 

Η Σουηδία έκανε το ανάποδο: 5.800 νεκροί στη Σουηδία. Νορβηγία και Δανία 49 και 108 νεκροί. Ύφεση;  8,6% στη Σουηδία. Αντίστοιχη ύφεση στη Δανία και στη Νορβηγία. Με άλλα λόγια δεν κερδίζει κανείς κάτι οικονομικά με το να αφήσει τον ιό να τρέχει και να κυκλοφορεί στην κοινωνία, μάλλον ανάποδο είναι το αποτέλεσμα. Η επιλογή είναι μία, είναι τα περιορισμένα lockdown ή οι γεωγραφικά εντοπισμένοι περιοριστικοί κανόνες. Με καλή ιχνηλάτηση και με οριζόντια μέτρα κοινής εφαρμογής για όλους, με σημαντικότερα τη μάσκα, τις αποστάσεις και το πλύσιμο των χεριών.

Ερώτημα τέταρτο: Η επανέναρξη σχεδόν όλων των δραστηριοτήτων τον περασμένο Μάιο συνιστά μία επιστροφή στην προ κορονοϊού κανονικότητα;

Η απάντηση είναι «σαφώς και όχι». Περάσαμε από το σχεδόν πλήρες lockdown σε ένα σταδιακό άνοιγμα το οποίο ξεδιπλώθηκε και αυτό, θέλω να θυμίσω, μέσα σε δύο μήνες, σε φάσεις. Από το «Μένουμε Σπίτι» που ήταν το κεντρικό μήνυμα της καμπάνιας μας, περάσαμε στο «Μένουμε Ασφαλείς». Και σε αυτό δεν χωρούν παρερμηνείες.

Χωρούν όμως και χώρεσαν κάποιες παρεξηγήσεις.  Κακόπιστες από όσους πήγαν να εκμεταλλευτούν μία αναμενόμενη, όπως σας είπα, αύξηση κρουσμάτων και να την κάνουν αντιπολιτευτικό επιχείρημα. Αλλά και πολλές καλόπιστες κριτικές από κάποιους που θεωρούσαν ότι θα επανέλθουμε σε ένα ρυθμό, σε μια κανονικότητα όπως αυτή προ κορονοϊού.

Θέλω λοιπόν να το ξαναπώ, όσο δυσάρεστο κι αν αυτό μπορεί να ακούγεται: Η κανονική ζωή, έτσι όπως τη θυμόμαστε, δεν θα επανέλθει ούτε γρήγορα, ούτε αυτόματα. Όλοι πρέπει να προσέχουμε, ιδίως στις καθημερινές μας συμπεριφορές. Αντιλαμβάνομαι τις δυσκολίες, δεν είναι ευχάριστο σε κανέναν από εμάς, ιδίως για εργαζόμενους σε δύσκολες συνθήκες. Ένα νέο παιδί μπορεί να δουλεύει σε ένα εστιατόριο οκτώ ώρες. Δεν είναι ευχάριστο να φοράς συνέχεια μάσκα. Όμως είναι απολύτως απαραίτητο.

Και ναι, μπορεί να ασκηθεί κάποια κριτική, «μα καλά γιατί επιμένετε τόσο πολύ στη μάσκα, όταν πριν από 4 - 5 μήνες, δεν επιμένατε τόσο»; Η απάντηση είναι ότι όλοι μας, όχι μόνο εμείς στην Ελλάδα, μάθαμε πολλά περισσότερα για τον ιό. Εκεί που η μάσκα δεν εθεωρείτο απαραίτητη, τώρα είναι το ένα, το κύριο, το πρωταρχικό όπλο το οποίο έχουμε στη διάθεσή μας για να αντιμετωπίσουμε τον κορονοϊό, αλλά για να αντιμετωπίσουμε κι άλλες εποχικές ασθένειες.

Θέλω να πιστεύω ότι τα μέτρα προστασίας τα οποία παίρνουμε θα μας διευκολύνουν ώστε η επιδημία της γρίπης φέτος να είναι πιο ήπια. Έχουμε τέσσερα εκατομμύρια εμβόλια για τη γρίπη. Τρία εκατομμύρια τα οποία θα έρθουν στην πρώτη παρτίδα, και ένα εκατομμύριο ακόμα το οποίο έχουμε προμηθευτεί. Και βέβαια, με βάση τη γνωμοδότηση και τις απόψεις της Επιτροπής Εμβολιασμών, θα προχωρήσουμε πολύ γρήγορα σε μαζικό εμβολιασμό, ξεκινώντας από τις ευάλωτες ομάδες, έτσι ώστε να μη φτάσουμε στο δυσάρεστο σημείο να συμπέσει η γρίπη μαζί με τον κορονοϊό φέτος τον χειμώνα.

Ερώτημα πέμπτο, και πολύ ουσιαστικό: Φταίει ή δεν φταίει ο τουρισμός για τα αυξημένα κρούσματα; Γιατί δεν κλείσαμε τα σύνορα; Ακούσαμε κάποιους να μας λένε, να αρκεστούμε μόνο στον εσωτερικό τουρισμό. 

Λοιπόν, τα δεδομένα εδώ είναι αμείλικτα. Η τελευταία αύξηση κρουσμάτων οφείλεται πρωτίστως, όχι αποκλειστικά, πρωτίστως σε εσωτερική κινητικότητα και σε χαλάρωση των κανόνων προστασίας και λιγότερο στους ξένους επισκέπτες.

Γιατί; Γιατί το άνοιγμα του τουρισμού έγινε με διαρκή μελέτη του επιδημιολογικού φορτίου κάθε χώρας προέλευσης, και με δειγματοληψία σε όλες τις πύλες εισόδου. Έχουμε κάνει, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία τα οποία έχω στη διάθεσή μου, από 1ης Ιουλίου μέχρι 6 Σεπτεμβρίου, 451.908 τεστ σε εισερχόμενους στη χώρα μας, είτε στα χερσαία σύνορα είτε στα αεροδρόμια μας. Έχουμε 972 θετικά κρούσματα τα οποία έχουν εντοπιστεί. Δείκτης θετικότητας, μόλις 0,2%.

Είχαμε πει από την πρώτη στιγμή, όταν είχα βρεθεί στην Σαντορίνη για να εξαγγείλω την έναρξη αυτής της διαφορετικής, της ιδιαίτερης τουριστικής χρονιάς, ότι σκοπός μας ήταν να σώσουμε ό,τι μπορούμε από μία τουριστική χρονιά την οποία πολλοί θεωρούσαν τελείως χαμένη. Αυτός παραμένει και σήμερα ο στόχος μας, καθώς έχουμε μπει στο Σεπτέμβριο, και προσδοκούμε ότι θα μπορέσουμε να καταλήξουμε στον Οκτώβριο ή και στο Νοέμβριο χωρίς δυσάρεστες εκπλήξεις.

Υπολογίζεται ότι θα έχουμε, εκτός από τον εσωτερικό τουρισμό, τέσσερα εκατομμύρια επισκέπτες, κάτι που μεταφράζεται σε τέσσερις μονάδες του ΑΕΠ. Κανείς δεν είχε το δικαίωμα να στερήσει αυτά τα χρήματα από τα δημόσια ταμεία. Και από την άλλη πλευρά, κάθε άνθρωπος του κλάδου, από τον ξενοδόχο μέχρι τον νεαρό που δουλεύει ως μάγειρας, δεν έχει αυταπάτες ότι αυτό το καλοκαίρι θα κοιτάζαμε να διασώσουμε ό,τι μπορούμε, να προστατεύσουμε τις θέσεις εργασίας όσο καλύτερα μπορούμε, ώστε να επανέλθουμε δριμύτεροι το 2021.

Έχοντας δώσει, όμως, στο μεταξύ ένα παράδειγμα ποιοτικής και ασφαλούς διαμονής. Και η κεφαλαιοποίηση αυτού του επαγγελματισμού τον οποίο έχουμε δείξει, ειδικά στη διαχείριση των τουριστικών ρευμάτων, είναι ένα στοιχείο το οποίο μπορεί η χώρα να κεφαλαιοποιήσει.

Θα σας παρακαλούσα, λοιπόν, υπερβολές όπως αυτές που διαβάζω ή ακούω, «χωρίς σχέδιο, χωρίς πρόγραμμα», μην τα λέτε αυτά. Μην τα λέτε διότι προσβάλετε δεκάδες ανθρώπους, εκατοντάδες ανθρώπους, οι οποίοι έχουν δουλέψει πάρα πολύ σκληρά, σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες για να καταλήξουν σε ένα σχέδιο και ένα προγραμματισμό ο οποίος δεν ήταν καθόλου εύκολος. Μπορείτε να ασκείτε κριτική σε επιμέρους σημεία, αλλά δεν μπορείτε να λέτε ότι δεν έχουμε σχέδιο, δεν έχουμε πρόγραμμα, δεν έχουμε στρατηγική για την αντιμετώπιση αυτής της πρωτοφανούς κρίσης.

Και αυτό με φέρνει στο έκτο ερώτημα: Μήπως το άνοιγμα του τουρισμού έγινε εσπευσμένα;

Όχι. Έγινε σταδιακά, έγινε μεθοδικά. Έγινε όταν ήμασταν έτοιμοι με έναν μηχανισμό ελέγχου και ιχνηλάτησης των εισερχόμενων ροών. Δημιουργήσαμε ένα πρωτοποριακό σύστημα. Ένα σύστημα το οποίο πολλές χώρες μας ζήτησαν πληροφορίες για το πώς θα το αντιγράψουν. Φέραμε έναν εξαιρετικό άνθρωπο, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, τον Κίμωνα Δρακόπουλο και όλη του την ομάδα, ο οποίος προσφέρθηκε εθελοντικά  -ειδικεύεται σε αλγόριθμους για επιδημίες- να έρθει να μας το φτιάξει αυτό το σύστημα. Και έχουμε αυτή τη στιγμή ένα συνδυασμό δεδομένων που διαμορφώνουν κάθε φορά ανάλογα μοντέλα δράσης. Όπως σας είπα είναι μία μέθοδος που την έχουμε εξάγει ως τεχνογνωσία πια σε άλλες χώρες.

Η λειτουργία της είναι απλή, τη γνωρίζετε: Τα στοιχεία από τις φόρμες, το λεγόμενο Passenger Locator Form, την οποία συμπληρώνει κάθε επισκέπτης, συλλέγονται σε μία αυτοματοποιημένη πλατφόρμα. Αυτή καθορίζει, με βάση  έναν έξυπνο αλγόριθμο που μαθαίνει συνέχεια από τα αποτελέσματα της προηγούμενης μέρας, πόσα είναι τα αναγκαία τεστ ανά πύλη εισόδου και με αυτό τον τρόπο κάνουμε στοχευμένο έλεγχο. Έτσι μπορούμε να εντοπίζουμε τον κίνδυνο εγκαίρως και να παραπέμπουμε σε περιοριστικά μέτρα νωρίτερα και όχι αργότερα, έτσι ώστε να μπορούμε να συγκρατούμε τις τοπικές επιδημίες πριν αυτές κάνουν μεγάλη ζημιά.

Αυτό δεν είναι, κυρία Γεννηματά, πολιτική «βλέποντας και κάνοντας».  Αυτό η επιστήμη το ονομάζει δυναμικό προγραμματισμό. Και αυτόν ακριβώς ακολουθούμε ως κυβέρνηση.

Θέλω να σας θυμίσω ότι ο τουρισμός κατανάλωσε τον μεγαλύτερο αριθμό των σχεδόν 14.000 τεστ τα οποία γίνονται κατά μέσο όρο πια ημερησίως στη χώρα. 

Και θέλω να πω επίσης ότι, σε αντίθεση με άλλες χώρες όπου τα αποτελέσματα έβγαιναν μετά από τέσσερις, πέντε, έξι μέρες, στη χώρα μας είχαμε φτάσει στο σημείο να έχουμε αποτελέσματα εντός 26 ωρών για όσους έφταναν από το εξωτερικό και μέσα σε 30 ώρες για τους εδώ κατοίκους. Και όπου εντοπίστηκαν θετικά κρούσματα λειτούργησαν τα ξενοδοχεία καραντίνας όπως τα είχαμε σχεδιάσει, οι συνεργαζόμενοι γιατροί στα ξενοδοχεία, οι διαδικασίες μεταφοράς σε δομές υγείας από απομακρυσμένα νησιά.

Ερώτημα έβδομο: Πόσο έτοιμος ήταν τελικά και είναι ο κρατικός μηχανισμός;

Η υγειονομική κρίση σφραγίζει αυτή την εμπειρία με ένα πολύτιμο δίδαγμα,  ότι ο κρατικός μηχανισμός δεν χρειάζεται να είναι ογκώδης αλλά πρέπει να είναι μυώδης και αποτελεσματικός. Κάθε χώρα αποδεικνύεται τελικά ότι μπορεί να είναι ανοχύρωτη απέναντι σε τέτοιου είδους ασύμμετρες απειλές, αν δεν διαθέτει μια καλά οργανωμένη, καλά στελεχωμένη, άρτια οργανωμένη κρατική μηχανή. Και αυτό ακριβώς πιστεύω ότι το πετύχαμε στις δύσκολες συγκυρίες οι οποίες χτύπησαν τη χώρα από τον Μάρτιο και μετά.

Η ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα για να αυξήσουμε σημαντικά τη δυναμικότητα των εγχώριων τεστ τα οποία μπορούμε να κάνουμε. Και πιστεύω ότι σύντομα θα μπορούμε να είμαστε σε θέση να ανακοινώσουμε και άλλες πρωτοβουλίες, με σύγχρονες τεχνολογίες, που θα μας δώσουν τη δυνατότητα να μπορούμε να κάνουμε ακόμα περισσότερα τεστ.

Αυτό εδώ το διάγραμμα δείχνει την εξέλιξη των τεστ και του αριθμού των τεστ από την αρχή της επιδημίας μέχρι σήμερα. Είμαστε πολύ ψηλά στην Ευρώπη σε κατά κεφαλήν τεστ, και θα πάμε ακόμα πιο ψηλά, διότι τα τεστ είναι απολύτως απαραίτητα για να μπορούμε γρήγορα να ιχνηλατούμε περιστατικά, αλλά να κάνουμε και τεστ σε αυτούς τους οποίους παλιά δεν τεστάραμε.

Γνωρίζετε πολύ καλά ότι στην αρχή της επιδημίας όλες οι χώρες, όχι μόνο η Ελλάδα, τέσταραν μόνο με βάση ένα πολύ αυστηρό πρωτόκολλο αυτούς που έπρεπε να τεστάρουν. Τώρα έχουμε επεκτείνει πάρα πολύ τη δυνατότητα των τεστ. Δεν είναι ατελείωτη -θέλω να το τονίσω αυτό- δεν είναι ατελείωτη η δυνατότητα των τεστ. Δεν μπορούμε δηλαδή και δεν μπορεί ο ΕΟΔΥ να ικανοποιεί την κάθε ανάγκη του κάθε Δήμου, για μαζικά τεστ τα οποία μπορεί ο κάθε Δήμαρχος, λογικά, εύλογα, να ζητάει. Γι’ αυτό και εξακολουθούμε να έχουμε αυστηρά πρωτόκολλα. Αλλά θέλουμε να προσθέσουμε κι άλλη δυναμικότητα τεστ. Κι αυτό φυσικά δεν γίνεται μόνο από το κράτος, γίνεται με τη συνεργασία του κράτους και του ιδιωτικού τομέα, όπως γίνεται σε όλα τα μέρη του κόσμου. Και θέλω ενδεικτικά μόνο να αναφέρω ότι η χώρα έχει αποκτήσει και εγχώρια τεχνογνωσία ως προς την κατασκευή των σχετικών αντιδραστηρίων.

Τον Μάρτιο, μετά από πρόταση της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας, χρηματοδοτήσαμε με ένα σημαντικό ποσό, το οποίο πλησιάζει τα 2 εκατομμύρια, τη λεγόμενη “Εμβληματική Πρωτοβουλία” η οποία μας διευκόλυνε σήμερα και μας δίνει τη δυνατότητα να μπορούμε να κάνουμε σχεδόν 5.000 τεστ εγχώριας κατασκευής, εγχώριας τεχνογνωσίας, ώστε να μην είμαστε εξαρτημένοι ανά πάσα στιγμή από αντιδραστήρια τα οποία μπορούμε να εισάγουμε από το εξωτερικό.

Ταυτόχρονα κάναμε και κάτι άλλο, το οποίο το θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό, και σε καμία περίπτωση, κυρία Γεννηματά, δε δικαιολογεί κριτική του είδους «κινείστε χωρίς σχέδιο και χωρίς να ξέρετε τι κάνετε». Ιδρύσαμε το Παρατηρητήριο Covid-19, έναν κεντρικό φορέα για την εκτίμηση της υγειονομικής απειλής και τον προγραμματισμό της αντιμετώπισής του.

Κάθε μέρα παρακολουθούνται περισσότεροι από 20 διαφορετικοί δείκτες. Όχι μόνο ο ρυθμός της μετάδοσης, ο αριθμός των διασωληνωμένων, τα τεστ -αυτοί είναι οι προφανείς δείκτες- αλλά δεδομένα όπως η κινητικότητα του πληθυσμού από στοιχεία που συλλέγουμε από τη Google, η οικονομική δραστηριότητα, οι ηλεκτρονικές συναλλαγές. Κάτι που διαπιστώνεται από ακόμα 15 δείκτες τους οποίους έχουμε προσθέσει, κατανάλωση ενέργειας, εισιτήρια σε συγκοινωνίες. Όλα αυτά λοιπόν, μας επιτρέπουν κάθε εβδομάδα να κάνουμε μία σύνθεση αυτών των δεδομένων και να συντάσσουμε μία έκθεση προόδου. Αυτή η έκθεση προόδου, έχω εδώ και τις 13 εκθέσεις και θέλω να τις καταθέσω στα πρακτικά και θα ήθελα να τις διαβάσετε αν δεν τις έχετε δει, διότι είναι πολύ σημαντικά στοιχεία αυτά, είναι πραγματικά δεδομένα. Είναι δεδομένα που δεν αμφισβητούνται. Όπως σας είπα να κάνουμε μία συζήτηση με βάση τα πραγματικά δεδομένα και την επιστήμη και όχι τη φημολογία για το τι μπορεί κάποιος να πιστεύει ή να φαντάζεται. Και αυτή η πληροφορία είναι ανοιχτή στους πολίτες. Κάθε πολίτης έχει δυνατότητα να έχει πρόσβαση.

Από την πρώτη στιγμή υπηρετήσαμε αυτή την αποστολή, όπως σας είπα, με απόλυτη διαφάνεια. Θα εξακολουθούμε να ακολουθούμε αυτή τη στρατηγική μέχρι να τελειώσουμε με αυτή την περιπέτεια.

Βέβαια, παράλληλα με τον αγώνα του Παρατηρητηρίου, της Πολιτικής Προστασίας, και η ίδια η δημόσια υγεία κερδίζει ένα μεγάλο στοίχημα. Οι Μονάδες Εντατικής, από τις 557 έφτασαν στις 950, με στόχο τις 1.200 μέχρι το τέλος του έτους. Έχουν γίνει 6.818 προσλήψεις νοσηλευτών και γιατρών. Έχουν δρομολογηθεί 2.500 μόνιμες θέσεις. Πολλά νοσοκομεία μας διαθέτουν έναν υπερσύγχρονο εξοπλισμό και εφόδια, χάρη σε ένα νέο κεντρικό σύστημα διαχείρισης των προμηθειών. Δεν υπήρχε τέτοιο. Δεν βρήκαμε τίποτα τέτοιο όταν ήρθαμε στα πράγματα.

Όσα δεν έγιναν από όλους σε δεκαετίες, έγιναν από εμάς σε μήνες. Αυτή είναι η πραγματικότητα ως προς την κατάσταση του Συστήματος Υγείας.

Ερώτημα όγδοο: Το θέσατε και εσείς, κυρία Γεννηματά, επιτακτικά στην ερώτησή σας. Πόσο βαρύ τελικά είναι το τίμημα το οποίο πληρώνει η οικονομία;

Η ύφεση που γέννησε η πανδημία είναι η μεγαλύτερη από τη δεκαετία του ’30. Καμία χώρα δεν μένει αλώβητη. Είναι ακόμα νωρίς να εκτιμηθεί το μέγεθος της ζημιάς, όσο και ο χρόνος που θα απαιτηθεί για την πλήρη αποκατάστασή της.

Ποτέ δεν καλλιέργησα ψευδαισθήσεις, εξηγώντας πως ο στόχος μας είναι οι μικρότερες, το τονίζω, οι μικρότερες δυνατές απώλειες. Ειδικά στην απασχόληση, ειδικά στα παραγωγικά θεμέλια της οικονομίας. Και εκεί επικεντρώνονται όλα τα μέτρα τα οποία έχουμε πάρει και τα οποία εξακολουθούμε να παίρνουμε και να ανακοινώνουμε σε εβδομαδιαία βάση, που ισχύουν από την άνοιξη και ξεπερνούν τα 15,2 δισεκατομμύρια ευρώ.

Γνωρίζαμε, και δυστυχώς αυτό αποδεικνύεται, ότι όλη η παγκόσμια οικονομία θα βρεθεί μπροστά σε μια πρωτοφανή ύφεση. Στην Ελλάδα το δεύτερο τρίμηνο του 2020 είχαμε μια υστέρηση, μια μείωση του ΑΕΠ της τάξης του 15,2%. Πάρα πολύ μεγάλη συρρίκνωση, πάρα πολύ επώδυνη. Όμως θα ήταν άδικο να εστιάσει κανείς μόνο στους ελληνικούς αριθμούς. Θυμάμαι ότι ο κύριος Τσίπρας, σε μια από τις πρώτες συζητήσεις που κάναμε, θεωρούσε ως μέτρο σύγκρισης το τι θα γίνει στην υπόλοιπη Ευρώπη και θα έλεγα ότι έχει δίκιο. Όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια ασύμμετρη απειλή το πόσο καλύτερα ή το πόσο χειρότερα πάει μια χώρα εξαρτάται από το πόσο αποκλίνει από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Θέλω να σας θυμίσω ότι στην αρχή αυτής της κρίσης όλες οι εκτιμήσεις των διεθνών οργανισμών έλεγαν -κάνοντας κατά την άποψή μας μια, όπως αποδεικνύεται, απλοϊκή ανάλυση- ότι επειδή η Ελλάδα είναι πάρα πολύ εξαρτημένη από τον τουρισμό θα έχει τελικά τη μεγαλύτερη αρνητική επίπτωση στο ΑΕΠ.

Αυτό ευτυχώς δεν αποδεικνύεται. Η ύφεση του εξαμήνου, το επαναλαμβάνω, η ύφεση του εξαμήνου, πρώτο και δεύτερο τρίμηνο μαζί, είναι της τάξης του 7,9%. Η ύφεση της ευρωζώνης είναι της τάξης του 9,1%. Η Ελλάδα έχει χαμηλότερη ύφεση από το μέσο όρο της ευρωζώνης.  Η Πορτογαλία έχει 9,3% ύφεση το εξάμηνο, η Ιταλία 11,7%, η Γαλλία 12,3%, η Ισπανία 13,1%.

Εύλογο το ερώτημα και η κριτική που θα ακούσω, «μα καλά αυτά τα νούμερα είναι νούμερα μιας πολύ βαριάς ύφεσης». Ναι, είναι αλήθεια, δεν το κρύψαμε ποτέ. Ποτέ δεν είπαμε ότι δεν θα υπάρχει ύφεση. Αλλά έχει σημασία και για τον οικονομικό μας προγραμματισμό ότι λίγο-πολύ τα νούμερα είναι αυτά τα οποία υποβάλαμε -και καταθέτω στα πρακτικά το σχετικό πίνακα- αυτά είναι τα στοιχεία τα οποία υποβάλαμε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Και ευτυχώς μέσα σε αυτό το πάρα πολύ δύσκολο περιβάλλον το οποίο αντιμετωπίζουμε, δεν επιβεβαιώθηκαν οι προβλέψεις κάποιων που έλεγαν ότι θα έχουμε τη χειρότερη ύφεση από όλη την Ευρώπη. Μάλιστα είχαν σπεύσει να της δώσουν και όνομα, να την πουν ότι είναι «ύφεση Μητσοτάκη» αυτή. Λες και δεν ζούμε σε πρωτοφανείς συνθήκες.

Άρα, περισσότερη περίσκεψη συνιστώ συνολικά στην αντιπολίτευση, να μη φέρνει τους αριθμούς στα μέτρα των δικών της επιδιώξεων. Και λιγότερη κινδυνολογία. Γιατί ακόμα και σήμερα δεν γνωρίζουμε τη διάρκεια της κρίσης, και οφείλουμε, όπως είχα πει πάντα, να κρατάμε εφεδρείες. Άλλωστε, εδώ και 14 μήνες η πολιτική μας άλλαξε, δεν σπαταλάμε πόρους αλόγιστα και ασυλλόγιστα. Θέλουμε κάθε χρήμα, είτε του έλληνα φορολογούμενου, είτε του ευρωπαίου φορολογούμενου, να πιάνει τόπο. Περισσότερα θα είμαι σε θέση να εξαγγείλω στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης σε πέντε μέρες από τώρα, όπου θα περιγράψω τον συγκεκριμένο προγραμματισμό των κυβερνητικών μέτρων για τους δύσκολους επόμενους έξι μήνες. Δε θα πω κάτι περισσότερο για αυτό, θα τα αναλύσω πολύ προσεκτικά και πολύ λεπτομερώς στη Θεσσαλονίκη σε πέντε μέρες.

Ερώτημα ένατο, γιατί ετέθη το ζήτημα το οποίο απασχολεί πάρα πολύ την ελληνική κοινωνία: Έπρεπε ή δεν έπρεπε να ανοίξουν τα σχολεία τον Μάιο; Πρέπει ή δεν πρέπει να ανοίξουν τα σχολεία τώρα, και πώς να ανοίξουν; 

Πρόκειται για ένα δίλημμα που δίχασε πολλές χώρες. Όμως τι ξέρουμε; Μας το λένε οι επιστήμονες, οι έρευνες δείχνουν μειωμένη πιθανότητα μόλυνσης των παιδιών από τον ιό και πολύ σπάνια, όχι αδύνατη, πολύ σπάνια όμως, σοβαρή νόσηση από αυτόν.

Όλοι οι ειδικοί, λοιπόν, τάσσονται υπέρ της επιστροφής στα θρανία, ειδικά εκεί που τα επιδημιολογικά δεδομένα το επιτρέπουν, όπως στην περίπτωση της Ελλάδος. Θέλω να θυμίσω ότι όταν πήραμε την απόφαση μαζί με την Υπουργό Παιδείας να ανοίξουμε τα σχολεία τον Μάιο, η αντιπολίτευση ήταν απέναντι, χωρίς να προτείνει κάτι το συγκεκριμένο.

Εμείς επιμείναμε σε αυτή μας την προσέγγιση. Ανοίξαμε τα σχολεία, με άλλους κανόνες τότε, και με άλλους κανόνες τώρα. Θέλω να θυμίσω ότι τον Μάιο η γενικότερη χρήση της μάσκας δε φαινόταν ως επιβεβλημένο μέτρο, τώρα είναι. Και όμως δικαιωθήκαμε απόλυτα διότι δεν είχαμε, ουσιαστικά, κρούσματα στα σχολεία.

Τώρα τα σχολεία θα ξανανοίξουν την επόμενη Δευτέρα, με το σχολικό κουδούνι όμως να χτυπά στο ρυθμό των νέων υποδείξεων: Μάσκα, πρωτόκολλα, αντισηπτικά, καθαρισμός των εγκαταστάσεων, δειγματοληπτικοί έλεγχοι, διαφοροποιημένα διαλείμματα, προσαρμοσμένη λειτουργία κυλικείων, κατάργηση εκδρομών, όλα αυτά για τα οποία έχει μιλήσει η Υπουργός πολύ αναλυτικά.

Κοιτάξτε, ακούω αυτή την προσέγγιση, ότι θα έπρεπε να πάμε σε ολιγομελή τμήματα. Ναι, θα ήταν επιθυμητά τα ολιγομελή τμήματα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για αυτό. Το ερώτημα είναι αν είναι εφικτά. Αυτό θα απαιτούσε αίθουσες που σήμερα πολύ απλά δεν υπάρχουν.

Αλλά, προσέξτε, και η λύση της διπλής βάρδιας την οποία εξετάσαμε μαζί με το Υπουργείο, έχει πολύ σημαντικά μειονεκτήματα. Αναστάτωνε την οικογένεια, υποχρεώνει τον έναν γονιό -εκεί που έχουμε δύο εργαζόμενους γονείς- να μείνει υποχρεωτικά στο σπίτι.

Και θέλω να τονίσω ότι το ζήτημα των σχολείων έχει μία έντονα ταξική διάσταση. Είναι κρίμα που η αντιπολίτευση ταυτίζεται ξανά με μία μειοψηφία συνδικαλιστών αντί με τα συμφέροντα των πολλών.

Εάν τα σχολεία μείνουν κλειστά, πολλοί γονείς θα αναγκάζονταν να δουλέψουν λιγότερο ή και καθόλου, καθώς τα πιο αδύναμα νοικοκυριά είναι αυτά που δεν έχουν την δυνατότητα να αναθέσουν σε κάποιον άλλον τη φροντίδα των παιδιών. Αληθινά χαμένοι θα ήταν πάνω από όλα οι γονείς από τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα, γιατί γι’ αυτούς η δημόσια εκπαίδευση και η φυσική πρόσβαση στη δημόσια εκπαίδευση αποτελεί το μεγαλύτερο όπλο.

Ναι, πράγματι, έγιναν άλματα στην τηλεκπαίδευση τους πρώτους δύο μήνες της πανδημίας. Και είναι μια εξαιρετικά χρήσιμη παρακαταθήκη, ο μη γένοιτο, αν χρειαστεί να κλείσουν κάποια τμήματα ή κάποια σχολεία. Αλλά δεν είναι η προτεινόμενη επιλογή. Δεν είναι ο προτεινόμενος δρόμος. Τίποτα δεν μπορεί να υποκαταστήσει το φυσικό σχολικό περιβάλλον και την επαφή μεταξύ των μαθητών ή την επαφή του μαθητή με τον δάσκαλο ή τον καθηγητή.

Επίσης, ξέρουμε ότι ο πολύμηνος εγκλεισμός έχει επιπτώσεις και στην ψυχική υγεία των παιδιών. Έχουμε πια στοιχεία για αυτό και δυστυχώς είναι ανησυχητικά. Προκαλεί αίσθημα απομόνωσης, αίσθημα άγχους. Αυτά είναι και τα πρώτα όμως, τα παιδιά, τα οποία έχουν ανάγκη από κοινωνικοποίηση.

Γι’ αυτό και κάνω σήμερα μία έκκληση. Κατ’ αρχάς κάνω μία έκκληση σε όλα τα κόμματα, ο καθένας στο δικό του ακροατήριο να στηρίξουμε, όχι τις επιλογές της κυβέρνησης, τις επιλογές των ειδικών. Οι ειδικοί μας είπαν να ανοίξουμε τα σχολεία με υποχρεωτική μάσκα σε όλες τις ηλικίες δείχνοντας, όπως είναι φυσικό, μία μεγαλύτερη κατανόηση για τα μικρότερα παιδιά. Είναι υπόδειξη των ειδικών. Σε μία τελευταία έρευνα την οποία είδα, το 80% των Ελλήνων συντάσσεται με την υποχρεωτική χρήση της μάσκας. Υπάρχει και ένα 20%, όμως, το οποίο δεν έχει πειστεί ακόμα και είναι δουλειά μας να το πείσουμε. Πράγματι βλέπουμε κάποιες εικόνες που μας προκαλούν απορία, ανησυχία, διαδηλώσεις κατά της χρήσης μάσκας και διάφορα άλλα τα οποία σίγουρα γενούν προβληματισμό.

Στα ζητήματα όμως που αφορούν στη δημόσια υγεία η υποχρεωτικότητα των μέτρων είναι οριζόντια και καθολική και δεν χωράνε εκπτώσεις. Για αυτό και θα ζητήσω από όλα τα κόμματα, το κάθε κόμμα έχει  τη δυνατότητα να μπορεί να απευθυνθεί στο δικό του ακροατήριο -πέρα και πάνω από τα υπόλοιπα και από τις διαφωνίες που θα ακουστούν σήμερα- τουλάχιστον τους βασικούς κανόνες και τα βασικά πρωτόκολλα τα οποία τονίζω, μας έχουν υποδείξει οι ειδικοί, δεν τα ανακαλύψαμε από μόνοι μας, να τα στηρίξουν με τον δικό τους τρόπο. Ώστε να μην δοθεί η εντύπωση ότι μέσα από μια κριτική η οποία μπορεί να ασκηθεί, ουσιαστικά στηρίζονται ψεκασμένες θεωρίες οι οποίες διακινούνται από το διαδίκτυο και που δεν έχουν καμία απολύτως, μα καμία απολύτως, επιστημονική βάση.

Ερώτημα δέκατο και τελευταίο: Πότε και πώς θα βγούμε από την κρίση;

Δεν υπάρχει ακόμα απάντηση. Ξέρουμε ότι οριστική απάντηση θα έρθει μόνο όταν βρεθεί ένα εμβόλιο ή περισσότερα εμβόλια, γιατί δεν θα είναι ένα το εμβόλιο κατά την εκτίμησή μας, θα είναι περισσότερα. Και όταν εμβολιαστεί ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, έτσι ώστε να μπορέσουμε πια να συρρικνώσουμε την μετάδοση του ιού.

Αυτή θα είναι η αρχή της επιστροφής. Αν με ρωτήσετε για χρονοδιάγραμμα θα σας πω αυτό το οποίο έχω πει δημόσια: Πολλές εταιρίες μας λένε ότι πριν το τέλος του έτους θα έχουν κλινικά δεδομένα. Είναι αρκετά αισιόδοξες ότι το εμβόλιο δουλεύει.

Η Ελλάδα έχει μπει σε όλα τα ευρωπαϊκά προγράμματα και θα πάρει τη δοσολογία που της αναλογεί από περισσότερα του ενός εμβολίου και φυσικά έχουν ήδη ετοιμαστεί τα σχετικά πρωτόκολλα από πλευράς Υπουργείου ώστε να προτεραιοποιήσουμε τον εμβολιασμό ανάλογα με τις ευαίσθητες ομάδες και ανάλογα με τον αριθμό των εμβολίων που έχουμε στη διάθεσή μας.

Αλλά και όταν θα γίνει αυτό ο κόσμος δεν θα είναι όπως ήταν πριν. Θα χρειαστεί χρόνος για να αναταθούν οι οικονομίες, να ξαναβρούν οι κοινωνίες τις νέες τους συμπεριφορές.

Η πανδημία αυτή δεν έχει ταξικό πρόσημο. Απειλεί το ίδιο ισχυρές και αδύνατες χώρες, πλούσιους και φτωχότερους πολίτες. Γίνεται όμως πιο απειλητική πάντα για τους οικονομικά ασθενέστερους.

Γι’ αυτό και πάνω από όλα η πολιτεία πρέπει να μεριμνά γι’ αυτούς.  Ο ιός όμως δεν ξεχωρίζει ούτε ηλικίες, ούτε συμπεριφορές. Δεν υπάρχουν με άλλα λόγια οι «κακοί νέοι» που τον μεταδίδουν, οι «υπεύθυνοι ενήλικες» στους οποίους επιτίθεται. Υπάρχουν μόνο ανεύθυνοι πολίτες όλων των ηλικιών, όλων των τάξεων, με ελλιπή κοινωνική συνείδηση. Ευτυχώς είναι λίγοι, δεν είναι πολλοί. Η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών είναι υπεύθυνη.

Αλλά δεν απαιτείται κανείς εφησυχασμός. Αυξομειώσεις κρουσμάτων, όπως σας είπα, θα υπάρχουν. Η στρατηγική του εντοπισμού και του περιορισμού θα πρέπει να διατηρηθεί, όπως και η προσωπική εγρήγορση. Και η παραμικρή, στιγμιαία αβλεψία, παραβίαση στοιχειωδών κανόνων, μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες. Το διαπιστώσαμε, μαζί. Ο Υφυπουργός το γνωρίζει πολύ καλά, από επιπόλαια πάρτι, μέχρι ανεύθυνες συμπεριφορές σε στέγες φιλοξενίας των ηλικιωμένων.

Τίποτα προσωπικά δεν με πόνεσε και δεν με στενοχώρησε περισσότερο από το περιστατικό στο Ασβεστοχώρι. Όπου δυστυχώς από ένα πρόσωπο έχουν χάσει τη ζωή τους σήμερα περισσότεροι από 20 ηλικιωμένοι. Αυτό δεν πρέπει να ξαναγίνει. Είναι χρέος όλων μας. Κι εμείς να κάνουμε τους ελέγχους, αλλά πάνω από όλα όσοι έρχονται σε επαφή με ευάλωτους συμπολίτες μας να κατανοούν ότι δεν είναι η δική τους υγεία η οποία διακυβεύεται, αλλά η υγεία συμπολιτών μας οι οποίοι, δυστυχώς, αν κολλήσουν τον ιό, τα πράγματα θα είναι δύσκολα. Με το λάθος μίας στιγμής, ας γίνει ένα μάθημα ζωής για όλους μας.

Κλείνω, κύριε Πρόεδρε, και συγγνώμη αν έκανα κατάχρηση του χρόνου, αλλά θεωρώ ότι είναι ένα θέμα το οποίο απασχολεί πολύ την ελληνική κοινωνία με τις εξής σκέψεις: Γνωρίζω πολύ καλά την κόπωση και την αγωνία των πολιτών. Συμμερίζομαι απόλυτα την αβεβαιότητα που μπορεί να αισθάνονται για τη δουλειά τους και το εισόδημά τους. Η κοινωνία μας, όμως, απέδειξε ότι μπορεί να αναγεννά, απέδειξε ότι μπορεί να ανανεώνει τις δυνάμεις της όταν βλέπει ότι αυτές έχουν αποτελέσματα, όταν αυτές οι προσπάθειες καρποφορούν.

Γι’ αυτό άλλωστε η Ελλάδα, ύστερα από 10 χρόνια κρίσης που στέρησαν πόρους από την Υγεία, από την Παιδεία, από την Πολιτική Προστασία, από την ασφάλεια, μπόρεσε να τα καταφέρει πολύ καλύτερα από πλουσιότερες χώρες.

Το ίδιο αισιόδοξοι μπορούμε να είμαστε και τώρα, απέναντι στην επανεμφάνιση του κορονοϊού. Γιατί τώρα είμαστε όλοι, όλοι οι Έλληνες, μέτοχοι σε μία νέα, άυλη περιουσία: Την εμπιστοσύνη. Την εμπιστοσύνη μεταξύ του πολίτη και του κράτους, που ήταν και παραμένει και σήμερα το υπόβαθρο της υποδειγματικής μας συμπεριφοράς. Και όσο κι αν κάποιοι θέλουν να υποτιμούν το εθνικό φιλότιμο του Έλληνα, αυτό εξακολουθεί να αποτελεί εφόδιο αντοχής και ισχύος. Όσο κι αν κάποιοι το αγνοούν ή το χλευάζουν, το μόνο που κάνουν είναι να δηλώνουν ότι δεν το διαθέτουν οι ίδιοι.

Υπάρχει, ωστόσο, κι ένα ακόμα εθνικό κεφάλαιο: Είναι το απόθεμα κύρους της χώρας στο εξωτερικό. Δε θα μιλήσω σήμερα πολύ για την οικονομία, αλλά θα πω μόνο ότι σήμερα η χώρα μας δανείζεται με τα χαμηλότερα επιτόκια στην ιστορία της.

Αυτή είναι η εικόνα. Αυτοί ήσασταν εσείς, κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ, για να μην ξεχνιόμαστε, 3,54%, 3,50%. Πού είμαστε σήμερα; 1,13%. Καταθέτω στα πρακτικά.

Αν τα πράγματα στην οικονομία πηγαίναν τόσο τραγικά όσο τα παρουσιάζετε, φαντάζομαι ότι κάποιοι στις διεθνείς αγορές θα το είχαν αντιληφθεί και δεν θα προσέφεραν στη χώρα μας ιστορικά χαμηλά επιτόκια δανεισμού.

Το πεδίο, λοιπόν, στο οποίο καλούμαστε να κινηθούμε μοιάζει με κινούμενη άμμο. Και όπως ξεκίνησα, θα καταλήξω λέγοντας ότι δεν πρέπει να είναι έδαφος για μικρόψυχους διαγκωνισμούς. Μπορεί να αποτελέσει το φυτώριο ενός νέου πολιτικού παραδείγματος, με αντιπαράθεση για τις ιδέες μας, με σύμπνοια και κοινή στάση όμως για τα ζητήματα εκείνα τα οποία υπερβαίνουν κομματικά στεγανά.

Θα ακούσω με πολλή προσοχή τις απόψεις σας. Είμαι έτοιμος να υιοθετήσω οποιαδήποτε δημιουργική σκέψη ή πρόταση μπορεί να κάνει τη δουλειά μας καλύτερη. Και σας καλώ όλους να αντιμετωπίσουμε αυτή την εθνική πρόκληση μαζί, βασισμένοι πάνω απ’ όλα στην επιστημονική αλήθεια, στον πολιτικό ρεαλισμό και κυρίως και πάνω απ’ όλα, στον ορθό λόγο.

Σας ευχαριστώ».