Απόψεις
Δευτέρα, 24 Αυγούστου 2020 17:32

Το καλοκαίρι των μεγάλων αλλαγών

Το φετινό καλοκαίρι αποδεικνύεται διαφορετικό από τα άλλα. Η έξαρση των εντάσεων με την Τουρκία και η κρίση του κορονοϊού δημιουργούν ένα δυσχερές περιβάλλον που δοκιμάζει την οικονομία και την ασφάλεια της χώρας. Πέραν των άμεσων προκλήσεων όμως, αυτό το νέο περιβάλλον ανατρέπει και πολλές από τις σταθερές στις οποίες η Ελλάδα ήλπιζε να βασίσει την ανάκαμψή της μετά την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας.

Από την έντυπη έκδοση

Του Άγγελου Χρυσόγελου*​

Το φετινό καλοκαίρι αποδεικνύεται διαφορετικό από τα άλλα. Η έξαρση των εντάσεων με την Τουρκία και η κρίση του κορονοϊού δημιουργούν ένα δυσχερές περιβάλλον που δοκιμάζει την οικονομία και την ασφάλεια της χώρας. Πέραν των άμεσων προκλήσεων όμως, αυτό το νέο περιβάλλον ανατρέπει και πολλές από τις σταθερές στις οποίες η Ελλάδα ήλπιζε να βασίσει την ανάκαμψή της μετά την οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας.

Ξεχωρίζουμε τρεις τομείς όπου η κρίση της πανδημίας και συναφείς παγκόσμιες τάσεις ανατρέπουν τις ελληνικές προσδοκίες σε βάθος χρόνου: τουρισμός, ενέργεια και Κίνα.

Πρώτα ο τουρισμός: η αστάθεια σε ανταγωνίστριες χώρες μετά την Αραβική Άνοιξη το 2011 κατέστησε την Ελλάδα ξανά έναν από τους σημαντικότερους προορισμούς παγκοσμίως, με όλες τις κυβερνήσεις έκτοτε «να παίζουν τα ρέστα τους» στον τουρισμό για να επιπλεύσει η οικονομία. Κατόπιν η ενέργεια: η ανακάλυψη κοιτασμάτων αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο, η ρήξη Τουρκίας-Ισραήλ και η ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας συνετέλεσαν στην ανάδειξη της σημασίας του άξονα Αθήνας-Λευκωσίας στους δυτικούς σχεδιασμούς. Οι νέοι ενεργειακοί πόροι δημιούργησαν νέες ευκαιρίες για την αναθέρμανση παλαιών και εξεύρεση νέων συμμαχιών. Και τέλος Κίνα: η Ελλάδα εκμεταλλεύτηκε τη γεωγραφική της θέση για να προσελκύσει κινεζικές επενδύσεις, ενώ η Κίνα ενίσχυε την παρουσία της στην Ευρώπη.

Ωστόσο, πολλές παράλληλες εξελίξεις κατά τους τελευταίους μήνες ανατρέπουν και τις τρεις αυτές σταθερές. Στον τουρισμό, ακόμα και αν οι απέλπιδες προσπάθειες να διασωθεί η φετινή τουριστική περίοδος αποδώσουν κάποιους καρπούς (πράγμα πολύ δύσκολο, όπως δείχνουν τα νούμερα μέχρι στιγμής), η πανδημία έχει καταδείξει ήδη το αδιέξοδο της εξάρτησης από έναν και μόνο οικονομικό κλάδο, που μάλιστα είναι ιδιαίτερα ευάλωτος σε διεθνή σοκ και υπεύθυνος για πολλαπλές στρεβλώσεις (κοινωνικές, περιβαλλοντικές κ.λπ.). Η τουριστική έκρηξη της τελευταίας δεκαετίας αποτελούσε μια υπερβολή, που κάποια στιγμή θα έπρεπε αναπόφευκτα να αναθεωρηθεί έτσι κι αλλιώς. Το ποιοι άλλοι τομείς θα αναλάβουν να καλύψουν το επερχόμενο κενό εσόδων και θέσεων εργασίας βέβαια παραμένει άγνωστο.

Κατά δεύτερον η ενέργεια: Σε εποχές όπου η κλιματική αλλαγή και η «πράσινη μετάβαση» είναι κυρίαρχα θέματα συζήτησης διεθνώς, οι προσδοκίες της Ελλάδας σε σχέση με τα κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου ήταν εξαρχής υπέρμετρες. Η διεθνής συζήτηση ήδη αντιμετωπίζει την πανδημία, με τη δραστική μείωση ενεργοβόρων δραστηριοτήτων όπως οι μεταφορές και τα ταξίδια, ως ευκαιρία απομάκρυνσης από παραδοσιακές μορφές ενέργειας. Τη στιγμή που η Τουρκία αυξάνει την επιθετικότητά της στη Μεσόγειο, η Αθήνα δεν μπορεί να αναμένει ότι η ενεργειακή ασφάλεια, ιδιαίτερα όταν αφορά παραδοσιακές πηγές ενέργειας όπως το αέριο, θα αποτελεί για πολύ καιρό ακόμα ισχυρό επιχείρημα για τη συνδρομή των συμμάχων της. Η κρίση των τελευταίων ημερών με την Τουρκία άλλωστε δείχνει ότι η ενέργεια θα είναι αφορμή κρίσεων και μόνιμη πηγή ανασφάλειας για πολύ καιρό προτού αρχίσει να αποδίδει οικονομικά.

Κατά τρίτον η Κίνα: Η πανδημία επιταχύνει τη στρατηγική αντιπαλότητα μεταξύ Δύσης και Κίνας, και πλέον αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τις εμμονές του Ντόναλντ Τραμπ. Η κρίση του Χονγκ Κονγκ και οι χειρισμοί της Κίνας γύρω από τον κορονοϊό ωθούν ακόμα και επαμφοτερίζουσες δυνάμεις όπως η Ε.Ε. και η Βρετανία, που ήλπιζαν να διατηρήσουν τους οικονομικούς δεσμούς τους με το Πεκίνο, να αναθεωρήσουν τη στάση τους σε διάφορα ζητήματα, όπως είναι π.χ. ο ρόλος της Huawei στην ανάπτυξη του δικτύου 5G. Όσον αφορά την Ουάσιγκτον, γίνεται πια φανερό πως η μετωπική σύγκρουση με την Κίνα αποτελεί στρατηγική επιλογή που δεν καθορίζεται από το πρόσωπο του προέδρου ή το κόμμα που ελέγχει το Κογκρέσο. Για χώρες όπως η Ελλάδα, που έχουν μεν επενδύσει ένα μεγάλο μέρος της οικονομικής τους ανάκαμψης στην Κίνα, συνεχίζουν όμως να εξαρτώνται από τη στήριξη της Δύσης, όλα τα παραπάνω φέρνουν στην επιφάνεια επικίνδυνες αντιφάσεις.

Φυσικά η Ελλάδα δεν είναι πλήρως ανυπεράσπιστη. Η πρόσφατη συμφωνία της Ε.Ε. για το ταμείο ανασυγκρότησης δείχνει ότι η Ευρώπη, ακόμα και αν δεν είναι βατήρας εκτόξευσης ή πολλαπλασιαστής ευημερίας όπως κάποτε νομίζαμε, παραμένει τουλάχιστον ένα πολύτιμο σωσίβιο. Όμως, καθώς ο κόσμος έχει υποστεί απίστευτου μεγέθους αλλαγές μέσα σε λίγους μήνες, ακόμα και κράτη μεγαλύτερα και ισχυρότερα από την Ελλάδα καλούνται να αναθεωρήσουν τις σταθερές τους. Για την Ελλάδα η τραγική ειρωνεία είναι ότι η νέα πολλαπλή κρίση αναιρεί όλες τις λύσεις που είχαμε πιστέψει ότι θα μας έβγαζαν από την προηγούμενη.

* Ο Άγγελος Χρυσόγελος είναι επίκουρος καθηγητής διεθνούς πολιτικής στο London Metropolitan University.