Η ματαίωση της φετινής ΔΕΘ μόνο ως κεραυνός εν αιθρία δεν ήρθε όχι μόνο για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, αλλά και για κάθε νοήμονα άνθρωπο που μπορεί να σταθμίζει τα δεδομένα εν μέσω μιας πανδημίας, γράφει ο Γιώργος Χατζηλίδης .
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Χατζηλίδη
[email protected]
Η ματαίωση της φετινής ΔΕΘ μόνο ως κεραυνός εν αιθρία δεν ήρθε όχι μόνο για τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, αλλά και για κάθε νοήμονα άνθρωπο που μπορεί να σταθμίζει τα δεδομένα εν μέσω μιας πανδημίας.
Κάπως έτσι, οι ψίθυροι για ακύρωση της φετινής διοργάνωσης άρχισαν να ακούγονται πολύ πιο δυνατά μετά την απάντηση που έδωσε την περασμένη Παρασκευή ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, προαναγγέλλοντας εμμέσως πλην σαφώς τα μελλούμενα. Και αυτή η απόφαση, όσο αρνητική και αν είναι για την οικονομία της πόλης, μάλλον άργησε να ληφθεί. Κακά τα ψέματα, παρά τις διαβεβαιώσεις των ιθυνόντων για τήρηση αυστηρών υγειονομικών πρωτοκόλλων, έκθεση χωρίς κόσμο, χωρίς κινητικότητα και ελεύθερη... μετακίνηση εμπορικών επισκεπτών και κοινού δεν μπορεί να υπάρξει. Γιατί απλά παύει να είναι έκθεση - ας μην ξεχνάμε ότι στα μέσα Ιουλίου αναβλήθηκε για το 2022 η μεγάλη έκθεση τροφίμων SIAL στο Παρίσι.
Στο τραπέζι τώρα έχει πέσει το σενάριο της διοργάνωσης ενός πολιτικο-οικονομικού φόρουμ, ίσως με τη μορφή ενός περιφερειακού ηλεκτρονικού «Νταβός». Το αν ακόμα και σήμερα μπορεί να διοργανωθεί κάτι πραγματικά σημαντικό, με ομιλητές υψηλού κύρους, ή χάθηκε πολύτιμος χρόνος για κάτι τέτοιο υπό την ψευδαίσθηση του ευκταίου, είναι κάτι που θα φανεί τις επόμενες μέρες. Μακάρι, όμως, αυτό το φόρουμ να διοργανωθεί και να αποτελέσει την απαρχή για την απεμπλοκή του δεκαημέρου της Έκθεσης από τις ομιλίες και τις άλλες εκδηλώσεις των πολιτικών αρχηγών.
Και από του χρόνου να αρχίσει να πραγματοποιείται πριν ή μετά τη ΔΕΘ, ώστε να γίνει επιτέλους διακριτός ο οικονομικός και εμπορικός χαρακτήρας της έκθεσης, αυτός δηλαδή που πρέπει να αναδεικνύεται και που τα πολλά τελευταία χρόνια επισκιάζεται από επεισόδια και πολιτικές εξαγγελίες.