Μέρα με τη μέρα ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κλιμακώνει την ένταση με την Κίνα. Το Σάββατο ανακοίνωσε την επιβολή κυρώσεων κατά Κινέζων αξιωματούχων και αξιωματούχων του Χονγκ Κονγκ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η πρωθυπουργός του Χονγκ Κονγκ Κάρι Λαμ. Οι κυρώσεις τέθηκαν με αφορμή την πρόσφατη ψήφιση του κινεζικού νόμου περί εθνικής ασφάλειας, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί ως προσπάθεια κατάργησης της πολιτικής αυτονομίας του Χονγκ Κονγκ, το οποίο επιστράφηκε από τη Βρετανία στην Κίνα το 1997. Μία ημέρα πριν, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει την απαγόρευση σε αμερικανικές επιχειρήσεις να συναλλάσσονται με τις τεχνολογικές κινεζικές εταιρείες Tencent και ByteDance στις οποίες ανήκουν οι δημοφιλείς εφαρμογές WeChat και TikTok.
Από την έντυπη έκδοση
Του Μωυσή Λίτση
[email protected]
Μέρα με τη μέρα ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κλιμακώνει την ένταση με την Κίνα. Το Σάββατο ανακοίνωσε την επιβολή κυρώσεων κατά Κινέζων αξιωματούχων και αξιωματούχων του Χονγκ Κονγκ, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η πρωθυπουργός του Χονγκ Κονγκ Κάρι Λαμ. Οι κυρώσεις τέθηκαν με αφορμή την πρόσφατη ψήφιση του κινεζικού νόμου περί εθνικής ασφάλειας, ο οποίος έχει χαρακτηριστεί ως προσπάθεια κατάργησης της πολιτικής αυτονομίας του Χονγκ Κονγκ, το οποίο επιστράφηκε από τη Βρετανία στην Κίνα το 1997. Μία ημέρα πριν, ο Τραμπ είχε ανακοινώσει την απαγόρευση σε αμερικανικές επιχειρήσεις να συναλλάσσονται με τις τεχνολογικές κινεζικές εταιρείες Tencent και ByteDance στις οποίες ανήκουν οι δημοφιλείς εφαρμογές WeChat και TikTok.
Πριν από δύο εβδομάδες οι ΗΠΑ είχαν ανακοινώσει το κλείσιμο του κινεζικού προξενείου στο Χιούστον. Στον μακρύ κατάλογο έντασης στις σχέσεις Ουάσιγκτον-Πεκίνου τα τελευταία χρόνια συγκαταλέγονται ο εμπορικός πόλεμος -ο οποίος φάνηκε να διευθετείται με την καταρχήν συμφωνία του περασμένου Δεκεμβρίου-, οι χαρακτηρισμοί από τον Τραμπ της επιδημίας του Covid-19 ως «κινεζικού ιού» και οι συνακόλουθες κατηγορίες για ανεπαρκή πληροφόρηση από κινεζικής πλευράς, η απαγόρευση λειτουργίας στις ΗΠΑ του κινεζικού τεχνολογικού κολοσσού Huawei και η αυξανόμενη κινεζική στρατιωτική παρουσία στη θάλασσα της Νότιας Κίνας.
Η τριετία Τραμπ χαρακτηρίζεται από σκλήρυνση της αμερικανικής στάσης απέναντι στην Κίνα, με στόχο τη μείωση του τεράστιου αμερικανικού εμπορικού ελλείμματος. Όσο μάλιστα πλησιάζουν οι εκλογές του Νοεμβρίου, τόσο περισσότερο ο Αμερικανός πρόεδρος θα παίζει το χαρτί «Κίνα», ελπίζοντας μέσω του οικονομικού σοβινισμού να αντισταθμίσει την κακή κατάσταση της οικονομίας, την προβληματική διαχείριση με αποστολή ειδικών ομοσπονδιακών δυνάμεων στο Πόρτλαντ προκειμένου να καταστείλουν τις αντιρατσιστικές διαδηλώσεις και τη συνεχιζόμενη εκατόμβη θυμάτων του κορονοϊού. Η σκλήρυνση ωστόσο της αμερικανικής στάσης δεν έχει να κάνει μόνο με την αντιφατική προσωπικότητα του Τραμπ και την προσπάθεια επανεκλογής του.
Η Κίνα από φθηνό εργοτάξιο του κόσμου που ήταν τις δύο προηγούμενες δεκαετίες ανοίγματος της οικονομίας της, εξελίσσεται σε υπολογίσιμη και επικίνδυνα ανταγωνιστική στις ΗΠΑ τεχνολογική δύναμη.
Πολλοί αναλυτές μιλούν για νέο «Ψυχρό Πόλεμο» ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο με σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία και όχι μόνο, αν η ένταση στις σχέσεις των δύο χωρών δεν αποκλιμακωθεί.