Απόψεις
Σάββατο, 01 Αυγούστου 2020 09:28

Χάνουμε στην επικοινωνία

Με το περίφημο Σκοπιανό ζήτημα καταφέραμε να χάσουμε την επικοινωνιακή μάχη στο εξωτερικό από τα... αποδυτήρια. Από το 1992 που τέθηκε επί τάπητος η αναγνώριση του γειτονικού κράτους, δεν βρήκαμε έστω έναν σύμμαχο να υποστηρίξει τις θέσεις μας, ούτε στις επόμενες δεκαετίες, γράφει ο Πάνος Φ. Κακούρης. 

Από την έντυπη έκδοση 

Του Πάνου Φ. Κακούρη
[email protected]

Με το περίφημο Σκοπιανό ζήτημα καταφέραμε να χάσουμε την επικοινωνιακή μάχη στο εξωτερικό από τα... αποδυτήρια. Από το 1992 που τέθηκε επί τάπητος η αναγνώριση του γειτονικού κράτους, δεν βρήκαμε έστω έναν σύμμαχο να υποστηρίξει τις θέσεις μας, ούτε στις επόμενες δεκαετίες.

Δεν ξέρω πώς τα... κατάφερε έτσι η διπλωματία μας. Σήμερα κινδυνεύουμε να πάθουμε το ίδιο με το ζήτημα του Αιγαίου.

Προ ημερών με παρέμβαση της Άγκελα Μέρκελ επιτεύχθηκε μια εκεχειρία στις προκλήσεις της τουρκικής πλευράς, προκειμένου να γίνει διάλογος Ελλάδας-Τουρκίας, μέσα στον Αύγουστο, αλλά το κλίμα που διαμορφώνεται στο εξωτερικό είναι σε βάρος μας. 

Σε πρόσφατο δημοσίευμά της η γερμανική εφημερίδα Suddeutsche Zeitung ανέφερε μεταξύ άλλων πως «η Αθήνα θα πρέπει να απομακρυνθεί από τις σκληρές θέσεις της για τα κυριαρχικά δικαιώματα των 3.000 νησιών και νησίδων της». 

Χθες ήρθε η σειρά μιας ελβετικής εφημερίδας, της Neue Zurcher Zeitung, η οποία φιλοξενεί εκτενείς δηλώσεις του καθηγητή Χένινγκ Γέσεν από το Διεθνές Ναυτιλιακό Πανεπιστήμιο του Μάλμε, ο οποίος υπενθυμίζει ότι αφετηρία για τον καθορισμό των ΑΟΖ αποτελεί η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982, όπου αναφέρεται ότι κάθε κράτος διαθέτει από τις ακτές του ΑΟΖ 200 χλμ., αρκεί να μην πλήττονται δικαιώματα άλλης χώρας. Το δίκαιο προβλέπει όμως σαφώς το δικαίωμα ΑΟΖ σε κατοικημένα νησιά. «Δεν συνάδει με το διεθνές δίκαιο όταν αγνοείς την ύπαρξη της Κρήτης», τονίζει ο Γερμανός ειδικός. Όμως, κατά την άποψη του καθηγητή, «και οι ελληνικές θέσεις έχουν αμφισβητούμενη νομική βάση, διότι σύμφωνα με αυτές η ελληνική ΑΟΖ φθάνει μέχρι τα παράλια της ηπειρωτικής Τουρκίας. Για τις περιπτώσεις που μια χώρα αισθάνεται ότι αδικείται, η σύμβαση του 1982 προβλέπει διαπραγματεύσεις».

«Το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων δεν μπορεί να είναι ότι η Τουρκία χάνει τα πάντα. Η Ελλάδα, αν θέλει να είναι δίκαιη, οφείλει να κάνει υποχωρήσεις, π.χ. στα νησιά», λέει ο Χένινγκ Γέσεν.

Αν ακολουθήσουν και άλλα παρόμοια δημοσιεύματα, σημαίνει πως χάνουμε και αυτή την επικοινωνιακή μάχη και, αν προσέλθουμε σε διαπραγμάτευση, θα είναι υπό την πίεση εταίρων και συμμάχων «να τα βρούμε με την Τουρκία».

Αλλά για να τα βρούμε, πρέπει κάτι να δώσουμε και μάλλον δεν θα πάρουμε τίποτα.