Εδώ και δεκαετίες πολυάριθμες έρευνες στις πολιτικές και οικονομικές επιστήμες έχουν καταδείξει ότι σε αρκετές περιπτώσεις η αντίδραση ενός υποκειμένου ή μιας οργάνωσης σε ένα πρόβλημα δεν αποσκοπεί τόσο στη διόρθωσή του όσο στην αποστολή του μηνύματος ότι η αδυναμία έχει εντοπιστεί, έχει αναγνωριστεί και καταβάλλεται προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί, γράφει ο Μιχάλης Χατζηκωνσταντίνου.
Από την έντυπη έκδοση
Του Μιχάλη Χατζηκωνσταντίνου
[email protected]
Εδώ και δεκαετίες πολυάριθμες έρευνες στις πολιτικές και οικονομικές επιστήμες έχουν καταδείξει ότι σε αρκετές περιπτώσεις η αντίδραση ενός υποκειμένου ή μιας οργάνωσης σε ένα πρόβλημα δεν αποσκοπεί τόσο στη διόρθωσή του όσο στην αποστολή του μηνύματος ότι η αδυναμία έχει εντοπιστεί, έχει αναγνωριστεί και καταβάλλεται προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί.
Υπ’ αυτή την οπτική στην Ελλάδα, αλλά όχι μόνο, η αναδόμηση του κυβερνητικού σχήματος αποτελεί συχνά μια χειρονομία που αποσκοπεί στην αντιστροφή του αρνητικού κλίματος και στην ανανέωση του πολιτικού χρόνου της κυβέρνησης.
Στην περίπτωση, όμως, του πολυθρύλητου επικείμενου ανασχηματισμού, που οι ίδιες κυβερνητικές πηγές προαναγγέλλουν και διαψεύδουν με εντυπωσιακή επαναληπτικότητα, τα πράγματα μοιάζουν διαφορετικά. Είναι προφανές ότι το πολιτικό κλίμα για την κυβέρνηση είναι θετικό και άρα δεν υπάρχει ανάγκη αντιστροφής του.
Σε αυτή τη λογική, μάλιστα, προαναγγέλθηκε ότι οι αλλαγές («διορθώσεις» κατά την κυβερνητική ιδιόλεκτο) θα είναι μικρές, στοχευμένες και θα αποσκοπούν κυρίως στην αναβάθμιση των επιτυχημένων. Αν συμβεί, όμως, κάτι τέτοιο, τότε τι θα γίνει με εκείνους που θεωρείται ότι απέδωσαν κάτω του αναμενομένου; Σε περίπτωση που δεν απομακρυνθούν, τότε κάποιοι θα δικαιούνται να ισχυριστούν ότι το πρόβλημα είτε δεν εντοπίστηκε είτε δεν υπήρχε το θάρρος για να διορθωθεί.
Αντίθετα, σε περίπτωση που απομακρυνθούν, τότε κάποιοι θα έχουν λόγους να πουν ότι η κυβέρνηση δεν τα πάει τόσο καλά όσο διατείνεται.
Όλα δείχνουν λοιπόν ότι το κριτήριο του ανασχηματισμού δεν σχετίζεται τόσο με αυτή καθαυτή την αναβάθμιση του πολιτικού προσωπικού της κυβέρνησης ή των δομών της όσο με την ανάγκη να λειτουργήσει συμβολικά εν είδει πολιτικής χειρονομίας. Και για να γίνουμε πιο σαφείς. Θα πρόκειται για μια χειρονομία η οποία θέλει να συμβολίσει τη συνέχεια ενός πολιτικού κύκλου (ολοκλήρωση της τετραετίας) ή την ολοκλήρωσή του (προσφυγή σε πρόωρες εκλογές); Την απάντηση θα τη μάθουμε λίαν συντόμως.
Πάντως, όσο η κυβέρνηση συνεχίζει να αμφιταλαντεύεται τόσο θα επιβεβαιώνει και την αμφιθυμία της απέναντι στην προσφυγή στις κάλπες.