Όπως κάθε κρίση έτσι και αυτή που βιώνουμε λόγω της πανδημίας αναδεικνύει τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία της οικονομίας, της κοινωνίας και της διαχειριστικής ικανότητας. Η Ελλάδα ανέκαθεν προβαλλόταν ως ναυτική χώρα, όμως πάσχει δραματικά στο επίπεδο των υποδομών, της ποιότητας υπηρεσιών και της διαχείρισης των λιμανιών.
Του Κυριάκου Αντωνόπουλου*
Όπως κάθε κρίση έτσι και αυτή που βιώνουμε λόγω της πανδημίας αναδεικνύει τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία της οικονομίας, της κοινωνίας και της διαχειριστικής ικανότητας. Η Ελλάδα ανέκαθεν προβαλλόταν ως ναυτική χώρα, όμως πάσχει δραματικά στο επίπεδο των υποδομών, της ποιότητας υπηρεσιών και της διαχείρισης των λιμανιών.
Οι διαχρονικές πολιτικές των ανταλλαγμάτων έχουν παραδώσει τα λιμάνια σε διοικήσεις οι οποίες δεν ελέγχονται ως προς τα αποτελέσματα ενώ με τις ενέργειες τους διαμορφώνουν μια εθνική εικόνα κατ’ ομοίωση των προσωπικών επιδιώξεων τοπικών «παραγόντων» και συμφερόντων. Στο κομμάτι του θαλάσσιου τουρισμού κάθε λογής εγκατεστημένα «παραμάγαζα» ασκούν τη δική τους λιμενική πολιτική στην «πλάτη» της χώρας και λυμαίνονται τους επισκέπτες για τα αυτονόητα. Για λίγο νερό & ρεύμα, ασφαλή πρόσδεση, στοιχειώδη ευγένεια.
Σήμερα, που ο κλάδος του θαλάσσιου τουρισμού πλήττεται από τις επιπτώσεις της πανδημίας, οι διαχρονικές πληγές φαίνονται ακόμα μεγαλύτερες. Και θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι η λιμενική πολιτική είναι θέμα εθνικό - έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται.Αν και τώρα διατηρηθούν αλώβητα τα συμφέροντα που έχουν οδηγήσει τη χώρα στην εξάρτηση, δεν θα υπάρξει άλλη ευκαιρία για ανάκαμψη. Η λύση περνάει από τη θέσπιση πλαισίων ελέγχων & υποχρεώσεων, αυστηρών βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στόχων και η χρησιμοποίηση ανθρώπων που βρίσκονται στο περιθώριο διότι αν και παθιασμένοι γνώστες δεν έχουν αναρριχηθεί «κατάλληλα».
Η ζήτηση των θέσεων ελλιμενισμού είναι τεράστια, όλες τις εποχές. Μπορεί κατ’ άλλους η Ελλάδα να χρειάζεται και άλλες μαρίνες όμως κυρίως χρειάζεται ποιοτική αναβάθμιση στις υφιστάμενες λιμενικές εγκαταστάσεις, καθορισμό χρήσεων και μετατροπή όλων των ανενεργών εμπορικών λιμένων που είναι κενοί, σε τουριστικά καταφύγια σκαφών αναψυχής με βασικές υποστηρικτικές υποδομές ώστε κάθε ηπειρωτικό και νησιωτικό λιμάνι να «αρραβωνιάζεται» με τον παράκτιο αστικό ιστό του αποτελώντας ολοκληρωμένη μαρίνα.
Από την Πολιτεία απαιτείται καθετοποιημένη διαδικασία με αξιολόγηση των εγκαταστάσεων, εθνικό σχεδιασμό, τι θέλει από σε κάθε τόπο, εκπόνηση μελετών και λιμενικών έργων από ένα φορέαμε κεντρική χρηματοδότηση που δεν θα εξαρτάται από την καλή ή κακή διάθεση Περιφερειαρχών, Δημάρχων κι άλλων «διοικητών». Τα Υπουργεία Ναυτιλίας και Τουρισμού οφείλουν να παράγουν παράλληλο και δημιουργικό έργο με κοινό στόχο. Και να επιβάλουν τις καλές πρακτικές ως εθνικές υποχρεώσεις.
Στη Σκύρο και στο λιμάνι της Λιναριάς το ΚρατικόΛιμενικό Ταμείο Σκύρου έχει θέσει και έχει πετύχει σε μεγάλο βαθμό το στόχο του που είναι η βιώσιμη ανάπτυξη με προώθηση υπεύθυνης περιβαλλοντικής συμπεριφοράς και η λιμενική διαχείριση με ξενοδοχειακά κριτήρια.
Με 24 εθνικά και διεθνή βραβεία, πανεπιστημιακές συνεργασίες και το καινοτόμο skyros project απολαμβάνει εντυπωσιακά αποτελέσματα και αναγνώριση.
Ο Covid 19 επιβάλλει αλλαγή πλεύσης και πολιτικής νοοτροπίας. Ο υφιστάμενος εθνικός πλούτος της χώρας είναι ανεκμετάλλευτος. Η δημιουργία υποδομών και νέων πηγών πλούτου θα μετριάσει τις επιπτώσεις της πανδημίας. Για να αποτελέσουν πρότυπα όλοι οι λιμένες απαιτείται διάφανο, αμερόληπτο και με ευρύτητα σκέψης νομοθετικό πλαίσιο και έργα.
Σε αντίθετη περίπτωση η κάθε Λιναριά θα αποτελεί αντικείμενο παρατήρησης ακριβώς διότι αναπτύσσεται αντίθετα από ό,τι είχαν επιβάλει οι πολιτικές συντεταγμένες.