Αφιερώματα
Παρασκευή, 17 Ιουλίου 2020 10:10

Η κρίση του κορονοϊού δημιούργησε ευκαιρίες στη φαρμακοβιομηχανία

Τη σημαντική συμβολή του φαρμάκου στην οικονομία της χώρας αποτυπώνει η νέα έκθεση του ΙΟΒΕ, η οποία παρουσιάστηκε πρόσφατα και είναι βασισμένη σε στοιχεία και γεγονότα του 2019.

Τη σημαντική συμβολή του φαρμάκου στην οικονομία της χώρας αποτυπώνει η νέα έκθεση του ΙΟΒΕ, η οποία παρουσιάστηκε πρόσφατα και είναι βασισμένη σε στοιχεία και γεγονότα του 2019.

Στην έκθεση καταγράφεται τόσο το οικονομικό περιβάλλον καθώς και το δημογραφικό προφίλ του πληθυσμού μας, η ελλιπής χρηματοδότηση του κλάδου της Υγείας, η δαπάνη του φαρμάκου και τέλος η βιομηχανία του φαρμάκου και η συμβολή της στην οικονομία μας.

Σύμφωνα με την έκθεση, η ιδιωτική κατανάλωση εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό μερίδιο του ΑΕΠ, μεγαλύτερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, Οι πάγιες επενδύσεις, όπως θα δείτε και στον παρακάτω πίνακα, υπολείπονται σταθερά του μέσου όρου της Ευρωζώνης, ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Η ανεργία περιορίστηκε τον Μάρτιο στο 14,9%, από 17,1% τον Φεβρουάριο με τον αριθμό των ανέργων να είναι μειωμένο κατά 106,3 χιλ. τον Μάρτιο, φτάνοντας στους 665, 4 χιλ. Αυτό, όπως αναφέρουν οι ερευνητές, οφείλεται κυρίως στη διεύρυνση του μη ενεργού πληθυσμού (+70 χιλ.) και λιγότερο στην αύξηση της απασχόλησης (+33,8 χιλ.). Η ύφεση αναμένεται να επιδεινώσει έντονα την ανεργία και τη μεγαλύτερη πίεση θα δεχθούν ο τουρισμός, το λιανεμπόριο, η εστίαση, η οικοδομή και ο δημόσιος τομέας.

Το 2019 ήταν ένα έτος που χαρακτηρίστηκε από τη σταθεροποίηση των τραπεζών, με τις ιδιωτικές καταθέσεις να ενισχύονται, καθώς και την ανάκαμψη της δραστηριότητας στον κατασκευαστικό τομέα με την αύξηση των αδειών οικοδομής. Συγκρίνοντας τις δαπάνες μας με αυτές των χωρών της Ευρωζώνης παρατηρούμε ότι διαχρονικά είχαμε υψηλές δαπάνες για συντάξεις και χαμηλές για την Υγεία.

Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) Ολύμπιο Παπαδημητρίου, για παράδειγμα η κρατική χρηματοδότηση παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα στην Ελλάδα στην Υγεία, μόλις στο 4,9% περίπου, όταν στην Ευρώπη ο μ.ό. είναι γύρω στο 7%.

Την ίδια στιγμή η διεθνής οικονομική δραστηριότητα και το παγκόσμιο εμπόριο δέχονται μεγάλη πίεση μέσα στο 2020 και παρουσιάζουν σημαντική κάμψη, όπως δείχνει και ο αντίστοιχος πίνακας. Οι καθοριστικοί παράγοντες μακροοικονομικών μεταβλητών το 2020 είναι:

  • Διάρκεια πανδημίας κορονοϊού, εγχωρίως και διεθνώς, και ενδεχόμενο νέας έξαρσης του ιού εντός του έτους.
  • Ένταση και εξέλιξη στον χρόνο ύφεσης στην Ευρωζώνη (κύριος εμπορικός εταίρος). Μέγεθος και διάρκεια παρεμβάσεων πολιτικής εγχωρίως για την αντιμετώπιση της κρίσης.
  • Μέγεθος και διάρκεια παρεμβάσεων πολιτικής σε επίπεδο Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της κρίσης.
  • Μεταβολή τιμής πετρελαίου.

Εναλλακτικές υποθέσεις εξέλιξης των παραγόντων διαμορφώνουν διαφορετικά μακροοικονομικά σενάρια

Προβλέψεις (βασικό/θετικό σενάριο)

  • Δημόσια κατανάλωση: ≈ +4,5%
  • Ιδιωτική κατανάλωση: ≈ -4,0% Επενδύσεις: > -17%
  • Ανεργία: 19,3%
  • Αντιπληθωρισμός: 2,0%
  • Ύφεση: ≈ 5,0%

Προβλέψεις (δυσμενές σενάριο)

  • Δημόσια κατανάλωση: ≈ +7,5%
  • Ιδιωτική κατανάλωση: ≈ -8,0%
  • Επενδύσεις: > -30%
  • Ανεργία: 21,2%
  • Αντιπληθωρισμός: 3,0-3,5%
  • Ύφεση: ≈ 9,0%

Η μεγάλη πρόκληση

Η πανδημία του κορονοϊού είναι η μεγάλη πρόκληση που όχι μόνο ανέδειξε σημαντικά ζητήματα, αλλά επέφερε και μεγάλες επιπτώσεις τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό και υγειονομικό επίπεδο τα οποία όπως εξηγούν οι ειδικοί, θα φανούν τα επόμενα χρόνια καθώς πιθανώς θα συνεχίζουν να επηρεάζουν τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως.

Η μετάβαση σε μια νέα πραγματικότητα μετά το lockdown γίνεται υπό την απειλή μιας γενικευμένης οικονομικής ύφεσης, αφού πάρα πολλές χώρες αντιμετωπίζουν παρόμοια προβλήματα, ενώ συγχρόνως αυτή η μετάβαση πρέπει να γίνει με γνώμονα την προστασία της δημόσιας υγείας, τη διασφάλιση για επάρκεια φαρμάκων, την προώθηση της έρευνας και την ανάπτυξη νέων εμβολίων, διαγνωστικών εξετάσεων και θεραπειών.

Ε.Ε.: Στα 546,5 εκατ. ευρώ η χρηματοδότηση για ανάπτυξη εμβολίων, νέων θεραπειών, διαγνωστικών εξετάσεων για την αντιμετώπιση του κορονοϊού

  • 48,2 εκατ. ευρώ για 18 νέα ερευνητικά (151 ερευνητικές ομάδες από Ευρώπη)
  • Συνεισφορά 100 εκατ. ευρώ στον CEPI (Coalition for Epidemic Preparedness Innovations)·
  • 25,2 εκατ. ευρώ στη Σύμπραξη ΕυρωπαϊκώνΑναπτυσσομένων Χωρών για Κλινικές Δοκιμές
  • 72 εκατ. ευρώ από το Horizon 2020 για πρωτοβουλία για καινοτόμα φάρμακα
  • 6 εκατ. ευρώ τα οποία έχουν κινητοποιηθεί από την Κοινότητα Γνώσης και Καινοτομίας του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Καινοτομίας και Τεχνολογίας
  • 156,6 εκατ. ευρώ σε πρωτοποριακές ιδέες που συνδέονται με τον κορονοϊό και έχουν επιλεγεί στο πλαίσιο του διαγωνισμού του προγράμματος επιτάχυνσης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Καινοτομίας, ο οποίος διεξήχθη τον Μάρτιο. 150 εκατ. ευρώ από το κονδύλιο αυτό είναι πρόσθετη συνεισφορά που χορηγείται πλήρως για την καταπολέμηση της πανδημίας του κορονοϊού
  • 129,5 εκατ. ευρώ σε επείγοντα διαγωνισμό με αντικείμενο την ενίσχυση της ικανότητας παραγωγής και εφαρμογής λύσεων και για τη βελτίωση της κατανόησης της επιδημίας.

Οι προκλήσεις του κλάδου

Οι συνεχείς μειώσεις των δημόσιων δαπανών στην υγεία και στο φάρμακο είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση της συμμετοχής των ασθενών. Και παρόλο που παρατηρούμε αύξηση του προσδόκιμου επιβίωσης σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού αυτά συνεπάγονται αύξηση της ζήτησης για υπηρεσίες υγείας και φάρμακα. Την ίδια στιγμή έχουμε και αύξηση του αριθμού των ασθενών με σοβαρές και χρόνιες παθήσεις γεγονός που σημαίνει μεγαλύτερη πίεση στα υγειονομικά συστήματα και αλλαγή στην φαρμακευτική πολιτική. Στον αντίποδα, η ανακάλυψη νέων θεραπειών, καθώς οι νέες θεραπείες είναι ακριβότερες, με αποτέλεσμα την επιβάρυνση των συστημάτων υγείας.

Στα 6,9 δισ. ευρώ δηλαδή το 3,7% του ΑΕΠ στην Ελλάδα ήταν η συνεισφορά του κλάδου του φαρμάκου για το 2018 σύμφωνα με νέα μελέτη του ΙΟΒΕ, ενώ ένα 5% των συνολικών δαπανών των επιχειρήσεων επανατοποθετείτε στο R&D.

Όπως κατέγραψε η νέα μελέτη «Η συμβολή του κλάδου φαρμάκου στην ελληνική οικονομία» του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, για κάθε 1 ευρώ προστιθέμενης αξίας των εταιριών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου, δημιουργούνται άλλα 3,1 ευρώ στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας.

Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 136 χιλ. θέσεις εργασίας ή στο 3,6% της συνολικής απασχόλησης. Δηλαδή, κάθε θέση εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζει άλλες 3 ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης συνολικά στην οικονομία.

Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου φαρμάκου εκτιμάται περίπου στο 1,9 δισ. ευρώ χωρίς να υπολογίζονται σε αυτά τα 2 περίπου δισ. που αφορούν τις υποχρεωτικές εκπτώσεις και επιστροφές.

Συγκεκριμένα, στον τομέα των δαπανών για φαρμακευτική κάλυψη η συνολική εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη εκτιμάται ότι θα φτάσει στα 3,9 δισ. ευρώ το 2019 (εκ των οποίων μόνο 1,945 εκατ. ευρώ είναι δημόσια χρηματοδότηση). Οι εκτιμήσεις για το συνολικό ποσό της υπερφορολόγησης των φαρμακευτικών επιχειρήσεων αγγίζουν τα 2 δισ. ευρώ για το 2020. Ωστόσο, παρά τη σημαντική επίπτωση από τη δημοσιονομική προσαρμογή στη δημόσια χρηματοδότηση, η φαρμακοβιομηχανία δίνει το 5% της συνολικής ιδιωτικής δαπάνης για Ε&Α στην Ελλάδα. Μέχρι το 2019 διεξήχθησαν 2.811 κλινικές μελέτες ανεξαρτήτου τύπου και φάσης (1.604 ολοκληρωμένες). Η παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων σε αξία το 2018 προσέγγισε το 1 δισ. ευρώ, ενώ η προστιθέμενη αξία στα 559 εκατ. ευρώ (3,0% μερίδιο στον κλάδο της μεταποίησης). Ανοδικά ωστόσο κινείται από το 2013 και η αγορά των ΜΗΣΥΦΑ, ενώ 1 στα 3 φάρμακα που διεισδύουν με βάση το καθεστώς προστασίας είναι γενόσημο. Την ίδια στιγμή οι απασχολούμενοι στην παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων άγγιξαν τα 17,1 χιλ. άτομα το 2018, με το 60,6% να είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης.

Σημαντικό όμως, είναι και το αποτύπωμα του κλάδου στις εξαγωγές που για το 2019 ανήλθαν σε 1,9 δισ. ευρώ και αντιστοιχούν στο 4,4% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών όλων των αγαθών για το 2019.

Τα κρίσιμα ζητήματα παραμένουν

Η ανάγκη επανεξέτασης προϋπολογισμών υγείας-φαρμάκου και η αναθεώρηση μηχανισμού επιστροφών, είναι από τα μεγάλα ζητήματα που παραμένουν ανοικτά για όλο τον κλάδο. Όπως επίσης και ο συμψηφισμός μέρους του clawback με επενδύσεις είτε στην παραγωγή είτε στην Ε&Α. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΦΕΕ, το υψηλό clawback λειτουργεί αποτρεπτικά, σε επενδύσεις σε κλινικές μελέτες, ενώ η άρση γραφειοκρατικών προβλημάτων που καθυστερούν τη διεξαγωγή τους είναι επιβεβλημένη.

Οι εταιρείες ζητούν ένα σταθερό νομοθετικό πλαίσιο για ενσωμάτωση της φαρμακευτικής καινοτομίας στη μετά-COVID εποχή και ενίσχυση πρόσβασης σε καινοτόμες θεραπείες καθώς και τη διεύρυνση της αγοράς ως προς το Smart health με Κέντρα Αριστείας σε Real World Evidence Data, εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης και εξατομικευμένη διαγνωστική.

Το μερικό ή γενικό lockdown, σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή ΕΜΠ και επιστημονικό σύμβουλο στο Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) Άγγελο Τσακανίκα, αναμένεται να βυθίσει τις περισσότερες οικονομίες για το 2020, ανάμεσα σε αυτές και την ελληνική. Το ΙΟΒΕ έχει εκτιμήσει τη συρρίκνωση του ΑΕΠ για φέτος από -5% έως -9% με μερική ανάκαμψη το 2021. Τα ευρωπαϊκά συστήματα υγείας καλούνται, όπως είπε, να επαναξιολογήσουν τη δημόσια χρηματοδότηση για δαπάνες υγείας, καθώς οι ανάγκες πολλαπλασιάζονται και η πίεση στο συνολικό σύστημα υγείας θα παραμείνει έντονη μεσοπρόθεσμα.

Ο χώρος της υγείας είναι πολλά υποσχόμενος

Ενώ ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, Νίκος Βέττας, πιστεύει ακράδαντα ότι η κρίση του κορονοϊού δημιούργησε ευκαιρίες, καθώς πολλές χώρες ανακάλυψαν ότι έχουν την ανάγκη άλλων για να αντεπεξέλθουν σε παρόμοιες κρίσεις. Η Ελλάδα, όπως λέει, έχει περιθώρια ανάπτυξης με την προσέλκυση μεγαλύτερης παραγωγής στο φάρμακο και αύξηση του αριθμού των κλινικών μελετών. Ως χώρα έχουμε τα κατάλληλα εργοστάσια κατά τη γνώμη του, εγκεκριμένα από τον FDA καθώς και εργατικό και επιστημονικό προσωπικό για να επιτύχουμε τους στόχους μας. «Ο χώρος της υγείας είναι πολλά υποσχόμενος και μπορεί να αυξήσει τις θέσεις εργασίας σημαντικά αρκεί να γίνουμε πιο attractive φορολογικά και να υπάρχει ένα περιβάλλον που να επιτρέπει μακροπρόθεσμο προγραμματισμό» επισημαίνει χαρακτηριστικά.